Το cob είναι υλικό δόμησης που αποτελείται κυρίως από πηλό, άμμο, άχυρο, νερό, και άλλες προσμίξεις που του προσδίδουν σταθερότητα. Ειναι παρόμοιο κονίαμα με αυτό που κατασκευάζονται και τα πληθιά. Το cob είναι πυρίμαχο, αντισεισμικό και φτηνό. Το μεγάλο του πλεονέκτημα είναι ότι είναι πολύ ευέλικτο και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για καλλιτεχνικές και γλυπτικές δημιουργίες.
Ο άνθρωπος από τα πανάρχαια χρόνια χρησιμοποιούσε το χώμα σαν βασικό δομικό υλικό. Ακόμη και στις μέρες μας υπολογίζεται ότι το 50% του πληθυσμού της γης κατοικεί σε κτίσματα φτιαγμένα από χώμα. Για παράδειγμα στο Αφγανιστάν τα πιο παλιά κτίρια είναι φτιαγμένα με πατικωμένο χώμα και cob.[1] Το κτίσιμο με cob χρησιμοποιούνταν στο Μαγκρέμπ και στην Αλ Ανταλούς τον 11ο και το 12ο αιώνα και περιγράφεται με λεπτομέρεια από τον Ιμπν Χαλντούν τον 14ο αιώνα.[2] Αλλά και στην Ευρώπη υπάρχουν μεγάλης ηλικίας κτίρια κατασκευασμένα με χώμα τα οποία είναι και κατοικήσιμα. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Salon de Diane Chapel στη Γαλλία, το οποίο χρησιμοποιείται ως βιβλιοθήκη και φυλάσσονται σε αυτή βιβλία ιστορικής αξίας που είναι ευαίσθητα στην υγρασία.
- ↑ McArdle, Patricia (June 19, 2011). "Afghanistan’s Last Locavores". The New York Times
- ↑ p. 766, Engineering, Donald Routledge Hill, pp. 751–795, in Encyclopedia of the history of Arabic science, vol. 3, Roshdi Rashed and Régis Morelon, eds., Routledge, 1996, ISBN 0-415-02063-8 (3 vol. set)