Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί καινα αφαιρεθεί. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 05/07/2015.
ΟΠάουλ Γιόζεφ Γκαίμπελς (Paul Joseph Goebbels, 29 Οκτωβρίου 1897 - 1 Μαΐου 1945), ήταν Γερμανός πολιτικός και Υπουργός Προπαγάνδας της Ναζιστικής Γερμανίας από το 1933 έως το 1945. Υπήρξε μέχρι το τέλος, ένας εκτων σημαντικότερων συνεργατών τουΑδόλφου Χίτλερ.
Ο Γκαίμπελς γεννήθηκε στις 29 Οκτωβρίου του 1897 στην τότε ανεξάρτητη πόλη του Ράιτ (Rheydt), η οποία σήμερα είναι τμήμα τουΜενχενγκλάντμπαχ (Mönchengladbach). Ήταν τρίτος γιος του Φρίντριχ (1867-1929), εργοδηγού σε τοπική βιομηχανία υφασμάτων και της Κατερίνας, το γένος Οντενχάουζεν (Odenhausen)[2]. Μαζί μετα αδέρφια του Κόνραντ (1895-1949), Χανς (1893-1947), Ελισάβετ (1901-1915) και Μαρία Κατερίνα (γενν. 1910, κατοπινή κληρονόμος του) έλαβε αυστηρή καθολική ανατροφή. Σε ηλικία τεσσάρων ετών ο Γκαίμπελς, έχοντας προσβληθεί από μυελίτιδα, έμεινε κουτσός από το δεξί πόδι. Αργότερα, θα γράψει ότι "μια ανωτέρα δύναμη τον σημάδεψε μετο σωματικό αυτό μειονέκτημα" και ότι προσπάθησε νατο αντισταθμίσει σε ολόκληρη την κατοπινή του ζωή. Η αναπηρία καιτο γεγονός ότι η καταγωγή τουστο σχολικό του περιβάλλον θεωρούνταν κατώτερη, ενίσχυσαν τις φιλοδοξίες του. Το 1917 τελείωσε το σχολείο παίρνοντας τους καλύτερους βαθμούς.
Ενώ ήθελε να πολεμήσει στονΑ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, εκτιμήθηκε ανίκανος για στρατιωτική θητεία λόγω αναπηρίας. Σπούδασε κατόπιν ΛογοτεχνίακαιΦιλοσοφίαστηΒόννη, στοΒύρτσμπουργκ, στοΦράιμπουργκκαιστηΧαϊδελβέργη. Αποφοίτησε από τη Χαϊδελβέργη το 1921. Οι λογοτεχνικές του φιλοδοξίες, όμως, δεν βρήκαν την επιθυμητή εκτίμηση από πλευράς εκδοτικών οίκων και εφημερίδων. Παρά το γεγονός ότι είχε πρόσφατα αποκτήσει διδακτορικό δίπλωμα, δεν κατάφερε ναβρει ανάλογη εργασία στους τομείς των σπουδών του. Οι προσωπικές του αυτές αποτυχίες, όπως καιη ήττα της Γερμανίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον οδήγησαν σε αυξανόμενο αποπροσανατολισμό.
Το διάστημα αυτό ασχολήθηκε με διάφορες ιδεολογίες. Ήταν κατά της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, επειδή τη θεωρούσε επακόλουθο της γερμανικής ήττας στον Πόλεμο. Έτσι, κινούνταν μεταξύ των διαφόρων ριζοσπαστικών ιδεολογιών (συνηθισμένο φαινόμενο της μεσοπολεμικής Γερμανίας), οι οποίες, με βάση την πτώση των λεγόμενων παλαιών αρχών, προπαγάνδιζαν τη δημιουργία νέων κοινωνικών συστημάτων. Οι εθνικοί συντηρητικοί κύκλοι υποστήριζαν τηνπολεμική οικονομίατωνσοσιαλιστικών συστημάτων διαχείρισης, ανκαιμετον περιορισμό ότι μια ελίτ ηγετών (Führerelite) πρέπει να επικρατήσει του υπολοίπου των ανθρώπων.
Η οικονομική του κατωτερότητα στάθηκε αιτία γιατη στάση του Γκαίμπελς απέναντι στονκαπιταλισμό, τον οποίο, το διάστημα εκείνο, θεωρούσε ως το χειρότερο οικονομικό σύστημα. Επίσης, μέχρι το διάστημα εκείνο, δεν υπάρχουν ενδείξεις για ιδιαίτερες αντισημιτικές τάσεις του. Η σύντροφός του Έλζε Γιάνκε (Else Janke) είχε Εβραία μητέρα. Από το 1922 και μετά άρχισε να μελετά όλο και περισσότερο τα γραπτά τωνΌσβαλντ ΣπένγκλερκαιΧιούστον Στιούαρτ Τσάμπερλεν. Το 1923 βρήκε εργασία στην Τράπεζα της Δρέσδης (Dresdner Bank), την οποία όμως έχασε μόλις εννέα μήνες αργότερα. Το διάστημα αυτό έγραψε το μυθιστόρημα Michael. Ein deutsches Schicksal in Tagebuchblättern, όπως και διάφορα ανολοκλήρωτα δράματα. Αρχικά δεν βρήκε εκδότη γιατο βιβλίο του, που δημοσιεύτηκε τελικά το 1929 από τον εκδοτικό οίκο τουNSDAPEher. Αφού στις 9 Δεκεμβρίου του 1925 προσχώρησε στο Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα NSDAPμε αριθμό μέλους 8762 [3], άρχισε προπαγανδιστική δραστηριότητα στηΡηνανίακαιτηΒεστφαλία.
Μέλος του NSDAP, ο Γκαίμπελς εργάστηκε αρχικά ως γραμματέας τουΓκρέγκορ Στράσερ (Gregor Strasser). Με τους αδελφούς Στράσερ άρχισε, από τις 1 Οκτωβρίου 1925, να εκδίδει το περιοδικό Εθνικοσοσιαλιστικές Επιστολές (Nationalsozialistische Briefe). Τα δεξιά ρεύματα του κόμματος κριτικάρισαν τον τρόπο εκφράσεως του Γκαίμπελς ως κομμουνιστικό. Μαζί με τους αδελφούς Στράσερ αντιπροσώπευε την "αριστερή" πτέρυγα του κόμματος, αφού υποστήριζαν περισσότερο σοσιαλιστικές παρά εθνικιστικές απόψεις. Το διάστημα εκείνο ο Γκαίμπελς δεν απέκλειε τη γερμανική συμμαχία μετηΣοβιετική Ένωση, αφού υπήρχε ο κοινός στόχος της καταπολέμησης του καπιταλισμού. Αναλόγως χαρακτήριζε τοΛένιν ως εθνικό απελευθερωτή της Ρωσίαςκαιτον εαυτό του ως Γερμανό κομμουνιστή.
Ο Γερμανός ιστορικός Helmut Heiber γράφει ότι ο Γκαίμπελς διατήρησε σε όλη τη ζωή του «αντίθεση μετη μπουρζουαζία και πίστη στην πάλη των τάξεων». Στο έντυπο του Γκαίμπελς Nationalsozialitstiche Briefe (που εξέδιδε από 1 Οκτ. 1925 έως αρχές 1926) αφθονεί η σοσιαλιστική ορολογία καιη ρητορική τουδεν διέφερε από την κομμουνιστική, σε βαθμό πουοι αναγνώστες του δυσκολεύονταν να καταλάβουν ανο Γκαίμπελς έπρεπε να θεωρείται κομμουνιστής ή όχι. Με φράσεις παρόμοιες με αυτές του Χίτλερ, έγραφε ότι " Είμαστε σοσιαλιστές. Είμαστε εχθροί, θανάσιμοι εχθροί, του σημερινού καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος, μετην εκμετάλλευση των οικονομικά ασθενέστερων, μετην αδικία του στους μισθούς ". Όταν αρχικά μπήκε στο Ναζιστικό κίνημα εξέφρασε θαυμασμό για τους Σοβιετικούς καιτον σοσιαλισμό τους. Ο Γκαίμπελς τόνιζε « πιστεύω στην αποφασιστικότητα του Προλεταριάτου να κάνει θυσίες …». Ο William L. Shirer επίσης βρίσκει ότι στην ίδια περίοδο, το ημερολόγιο του Γκαίμπελς ήταν γεμάτο από εκφράσεις συμπάθειας γιατον Κομμουνισμό και ότι ήθελε το Ναζιστικό Κόμμα να περιστρέφεται γύρω από το προλεταριάτο. ΟΓιοάχιμ Φεστ (Joachim Fest) λέει ότι ο Γκαίμπελς « έψαχνε για φόρμουλες με τις οποίες να ενώσει τους εθνικοσοσιαλιστές με τους Κομμουνιστές » [sic, πεζό και κεφαλαίο όπως στην πηγή] και ότι « βρήκε μια ολόκληρη λίστα με κοινές τάσεις και πεποιθήσεις ». ΣταΕθνικο-σοσιαλιστικά Γράμματαο Γκαίμπελς έβαζε τον σοσιαλισμό πάνω από τον εθνικισμό. Στις 31/1/1926, ο Γκαίμπελς αναρρωτιώταν (στο ημερολόγιο), «Πώς εμείς οι Ναζί μπορούμε να συνδιαλαγούμε με τους ηγέτες του Κομμουνισμού;» (παραπ.). Ο Γκαίμπελς δούλευε σεμια ομιλία τουμετον τίτλο «Λένιν ή Χίτλερ;». Εκεί κατέληγε στο συμπέρασμα ότι ο Χίτλερ ήταν ο καλύτερος ηγέτης, αλλά με μικρή διαφορά, καθώς δεν έκρυβε τον θαυμασμό τουγιατον Λένιν.[4]
Ο Γκαίμπελς απομακρύνθηκε και από τονΧίτλερ, τον οποίο μέχρι τότε εκτιμούσε πολύ. Δεν δεχόταν όμως το γεγονός ότι ο Χίτλερ δεχόταν δωρεές από βιομηχάνους. Εντούτοις ο ίδιος, εκείνο το διάστημα, όπως γράφει στο ημερολόγιο του, υποστηριζόταν οικονομικά από τον διευθυντή εργοστασίου Άρνολντ. Αντ' αυτού θέλησε να ενισχύσει την πτέρυγα γύρω από τους αδελφούς Στράσερ καινα μεταφερθεί η ηγεσία του NSDAP από τοΜόναχοστη βόρεια Γερμανία. Ως Πρόεδρο του κόμματος προόριζε τον Γκρέγκορ Στράσερ, ενώ ο Χίτλερ θα παρέμενε επίτιμος Πρόεδρος.
Ο Χίτλερ, όμως, γνώριζε τον Γκαίμπελς, τον εκτιμούσε ως ικανό δημαγωγόκαι προσπαθούσε με κάθε τρόπο νατον αποσπάσει από την παράταξη των Στράσερ, πράγμα που τελικά κατάφερε μετά τη διάσκεψη της Βαμβέργης (Bamberger Führertagung, 14 Φεβρουαρίου 1926). Αφού μελέτησαν μαζί τα κεφάλαια του βιβλίου τουΧίτλερΟ Αγών μου σχετικά μετην οργάνωση καιτηνπροπαγάνδα, ο Γκαίμπελς ενθουσιάστηκε από τις απόψεις που εξέφραζε ο Χίτλερ. Ο παλαιός θαυμασμός του Γκαίμπελς φούντωσε και πάλι καιστη συνέχεια αναδείχθηκε σε πιστό οπαδό του Χίτλερ.
Στα τέλη Οκτωβρίου του 1926 διορίστηκε Γκαουλάιτερ (Gauleiter) στοΒρανδεμβούργο, στο οποίο συμπεριλαμβανόταν καιτοΒερολίνο. (Αρχηγός Προπαγάνδας παρέμενε ο Γκρέγκορ Στράσερ). Στο Βερολίνο του τέλους της δεκαετίας του 1920 είχαν πλειοψηφία οισοσιαλδημοκράτεςκαιοικομμουνιστές. ΤοNSDAP της γερμανικής πρωτεύουσας ήταν ανοργάνωτο, δίχως αξιόλογη επιρροή και μετά βίας αριθμούσε 500 μέλη. Σύντομα, όμως, ο Γκαίμπελς απέδειξε τις οργανωτικές αλλά και τις δημαγωγικές του ικανότητες, με αποτέλεσμα μέχρι τον Φεβρουάριο του 1927 να κερδίσει 2.600 νέα μέλη καθώς και 500 περίπου υποψήφιους γιατηνSA.
Η μέθοδος του Γκαίμπελς ήταν η πρόκληση καιη κατοπινή παρουσίαση του NSDAP ως κινήματος μαρτύρων. Έτσι π.χ. όταν απαγορεύτηκε το τοπικό NSDAP από τον επικεφαλής της Αστυνομίας του Βερολίνου, επειδή ένας ιερέας δέχθηκε άγριο ξυλοδαρμό από άνδρες της SA στις 4 Μαΐου 1927, ο Γκαίμπελς φρόντισε να βρεθεί τις επόμενες μέρες σε αρκετά πρωτοσέλιδα εφημερίδων, όπου παρουσίασε το εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα ως θύμα της κρατικής αυθαιρεσίας. Αφού κατόπιν ίδρυσε λέσχες σε όλη την πόλη, καταστρατηγώντας μετον τρόπο αυτό την απαγόρευση της οργάνωσης, του αφαιρέθηκε η ελευθερία λόγου στον χώρο του Βερολίνου. Ο Γκαίμπελς εκμεταλλεύτηκε και πάλι την ευκαιρία να παρουσιάσει τον εαυτό του θύμα: στην κομματική εφημερίδα "Völkischer Beobachter" (Λαϊκός Παρατηρητής) δημοσιεύτηκε φωτογραφία τουπουτον έδειχνε σε δεσμά. Επίσης το διάστημα εκείνο ξεκίνησε μια δημαγωγική εκστρατεία κατά τουΕβραίου προϊστάμενου της αστυνομίας του Βερολίνου Μπέρνχαρντ Βάις. Ο Βάις αποτελούσε ιδανικό στόχο γιατη ναζιστική προπαγάνδα: ήταν πολίτης εβραϊκής καταγωγής και εκπρόσωπος της μισητής Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, «αντιπρόσωπος του συστήματος» όπως τον έλεγε ο Γκαίμπελς.
Στις 4 Ιουλίου κυκλοφόρησε για πρώτη φορά η νεοϊδρυθείσα εφημερίδα του, "Der Angriff" (Η Επίθεση), αφού πριν οργάνωσε και πραγματοποίησε αποτελεσματική διαφημιστική εκστρατεία. Τη σχεδίασε με πρότυπο τις αριστερές εργατικές εφημερίδες καιτη χρησιμοποιούσε κυρίως για επιθέσεις κατά των «εκμεταλλευτών». Όταν στις 29 Οκτωβρίου 1927 του χορηγήθηκε πάλι η ελευθερία λόγου, η εφημερίδα έγινε φερέφωνό του. Στην πρώτη σελίδα κάθε έκδοσης ήταν αυτός που συνέγραφε το κύριο άρθρο με σκοπό πάντα να συκοφαντήσει καινα δυσφημήσει πολιτικούς αντιπάλους. Εντω μεταξύ, εξοικειωμένος μετη ζωή στην πρωτεύουσα, ο ικανός ρήτορας Γκαίμπελς επιτίθονταν τους αντιπάλους τουμε ανελέητη ειρωνεία, χρησιμοποιώντας πολλές φορές καιτο ιδίωμα του Βερολίνου.
Επίσης μετην εφημερίδα τουο Γκαίμπελς άρχισε να κάνει ανταγωνισμό τον κομματικό αρχηγό προπαγάνδας Γκρέγκορ Στράσερ, ο οποίος εξέδιδε ήδη την"Berliner Arbeiter-Zeitung" (Εργατική Εφημερίδα του Βερολίνου). Αρκετές φορές οι πωλητές τωνδυο αυτών εφημερίδων έρχονταν σε ανοικτή σύγκρουση μεταξύ τους.
Στις 27 Απριλίου 1930 ορίστηκε από τονΧίτλερ ως επικεφαλής της ΠροπαγάνδαςτουΡάιχ (Reichspropagandaleiter), αρμόδιος, δηλαδή, του NSDAP γιατον Τύπο, τις κινηματογραφικές ταινίες, τη Ραδιοφωνία καιτην Εθνική Παιδεία. Άρχισε να διοργανώνει τις γνωστές του μαζικές εκδηλώσεις, στα πλαίσια των οποίων, σαν ομιλητής, συνοδευόταν στην αίθουσα από φρουρούς και σημαιοφόρους. Επειδή ήταν αδύνατο να μιλήσει ο ίδιος σε όλες τις εκδηλώσεις, δημιούργησε τμήμα ομιλητών, οι οποίοι ελάμβαναν ακριβείς οδηγίες και βρίσκονταν πάντα υπό αυστηρή παρακολούθηση κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων στις οποίες αντιπροσώπευαν τον Γκαίμπελς.
Εκτός από την Προπαγάνδα, προώθησε και οργάνωσε την τρομοκρατία μέσω της παραστρατιωτικής οργάνωσης των SA. Σε άρθρα του εμφάνιζε τους άνδρες της SA ως ήρωες. Ειδικά ο θάνατος του 23χρονου SA Χορστ Βέσελ (Horst Wessel) αποτέλεσε ευκαιρία γιατον Γκαίμπελς να πλάσει έναν «ήρωα μέσα από τον λαό». Οργάνωσε μια πομπώδη κηδεία καιστην κατοπινή του ομιλία δημιούργησε τον μύθο του «ήρωα και μάρτυρα του Τρίτου Ράιχ» Χορστ Βέσελ, ο οποίος στην πραγματικότητα πυροβολήθηκε από τονΆλμπρεχτ Χέλερ (Albrecht Höhler), τον παλαιότερο προστάτη της αρραβωνιαστικιάς του Έρνα Γιένικε (Erna Jänicke), μιας πρώην πόρνης.
Ο Γκαίμπελς, ικανός να ξεσηκώνει καινα οδηγεί τις μάζες, περιφρονούσε πάντα τους ακροατές τουκαι έμενε έκπληκτος μετο πόσο απλά μπορούσε να ασκηθεί έντονη επιρροή στους ανθρώπους γενικώς.
Στόχος της δραστηριότητας του Γκαίμπελς ήταν να οδηγήσει το NSDAP στην εξουσία με κάθε μέσο που επέτρεπε το δημοκρατικό Κράτος δικαίου καινα ακυρώσει κατόπιν τη δημοκρατική συνταγματική δομή του. Γράφει σχετικά, το 1928, στο άρθρο τουστην εφημερίδα Der Angriff, 30 Απριλίου 1928, σελ. 1): "Was wollen wir im Reichstag" (Τι θέλουμε στη Βουλή):
Wir gehen in den Reichstag hinein, um uns im Waffenarsenal der Demokratie mit deren eigenen Waffen zu versorgen. Wir werden Reichstagsabgeordnete, um die Weimarer Gesinnung mit ihrer eigenen Unterstützung lahm zu legen. Wenn die Demokratie so dumm ist, uns für diesen Bärendienst Freifahrkarten und Diäten zu geben, so ist das ihre Sache. ... Uns ist jedes gesetzliche Mittel recht, den Zustand von heute zu revolutionieren. Wenn es uns gelingt, bei diesen Wahlen sechzig bis siebzig Agitatoren und Organisatoren unserer Partei in die verschiedenen Parlamente hineinzustecken, so wird der Staat selbst in Zukunft unseren Kampfapparat ausstatten und besolden. ... Auch Mussolini ging ins Parlament. Trotzdem marschierte er nicht lange darauf mit seinen Schwarzhemden nach Rom. ... Wir kommen als Feinde! Wie der Wolf in die Schafherde einbricht, so kommen wir. Jetzt seid Ihr nicht mehr unter Euch! Und so werdet Ihr keine reine Freude an uns haben!
Θα μπούμε στο Ράιχσταγκ γιανα εφοδιαστούμε από το οπλοστάσιο της δημοκρατίας μετα όπλα της. Θα γίνουμε βουλευτές γιανα εξουδετερώσουμε το πνεύμα της Βαϊμάρης χρησιμοποιώντας το ίδιο. Εάν η δημοκρατία είναι τόσο ηλίθια ώστε να μας δώσει το ελεύθερο, και μάλιστα και βουλευτική αποζημίωση για αυτό, είναι θέμα δικό της. ... Κάθε νομικό μέσο μάς είναι ευπρόσδεκτο γιατην ανατροπή των σημερινών καταστάσεων. Εάν πετύχουμε στις εκλογές να βάλουμε εξήντα έως εβδομήντα αγκιτάτορες του κόμματος στα διάφορα κοινοβούλια, μελλοντικά το ίδιο το κράτος θα εξοπλίσει καιθα υποστηρίξει οικονομικά τον αγώνα μας. ... Καιο Μουσολίνι είχε μπειστο κοινοβούλιο. Κι όμως δεν άργησε να οργανώσει την πορεία προς τη Ρώμη. ... Ερχόμαστε ως εχθροί! Όπως ο λύκος που πέφτει σε κοπάδι προβάτων, έτσι ερχόμαστε. Τώρα δεν είστε πλέον μεταξύ σας! Καιδεθα έχετε μεγάλη χαρά με εμάς!
Αναλόγως κινητοποίησε ολόκληρο το Κόμμα για τις κοινοβουλευτικές εκλογές στις 14 Σεπτεμβρίου 1930. Ανακοίνωσε δημοσίως το στόχο των Εθνικοσοσιαλιστών να αποκτήσουν 40 έδρες στη νέα Βουλή. Στα πλαίσια του προεκλογικού αγώνα, ο ίδιος και άλλοι εκλεγμένοι ομιλητές μίλησαν σε περισσότερες από 6.000 εκδηλώσεις, ενώ αμέτρητες αφίσες σε όλη τη Γερμανία έκαναν γνωστό το εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα. Ο αριθμός πωλήσεων των εφημερίδων του NSDAP πολλαπλασιάστηκε.
Αποτέλεσμα των εκλογών: Ο Χίτλερ πήρε το 18 τοις εκατό των ψήφων, αποκτώντας έτσι 107 έδρες στοΡάιχσταγκ. Η δύναμη του Γκαίμπελς αυξήθηκε, αφού από εδώ και εμπρός αρκετοί βιομήχανοι έκαναν μεγάλες δωρεές και χρηματοδοτούσαν, έτσι, την προπαγάνδα του. Έτσι π.χ. ηDer Angriff έγινε ημερήσια εφημερίδα. Η επιτυχία στις εκλογές δεν άρκεσε γιανα αποδόσει την επιθυμητή δύναμη εξουσίας στοNSDAP. Από τη στιγμή αυτή και εφεξής ο Γκαίμπελς οργάνωνε τις προεκλογικές εκστρατείες στις εκλογές των κρατιδίων ακολουθώντας τη γνωστή του στρατηγική. Πρωτόγνωρη ήταν η πρόσκλησή τουστον Καγκελάριο Χάινριχ Μπρύνινγκγια φραστική αναμέτρηση, πράγμα πρωτοφανές την εποχή εκείνη. Ο Μπρύνινγκ, όμως, δεν δέχτηκε. Το NSDAP είχε τελικά μεγάλες επιτυχίες στις εκλογές των κρατιδίων της Βυρτεμβέργης, της Βαυαρίαςκαι της Πρωσίας. Ο Γκαίμπελς δεν περιοριζόταν μονάχα στην εκλογική προπαγάνδα. Εξακολουθούσε να χρησιμοποιεί την πρόκληση καιτην τρομοκρατία, χρησιμοποιώντας συχνά την παραστρατιωτική οργάνωση του NSDAP, τηSturmabteilung (SA). Ακόμη καιστο Ράιχσταγκ σημειώνονταν συχνά επεισόδια βίας.
Στις 30 Ιανουαρίου 1933 τελικά οι εθνικοσοσιαλιστές είχαν σημαντική επιτυχία: ο πρόεδρος του Ράιχ Χίντενμπουργκ κάλεσε τον Χίτλερ να αναλάβει την Καγκελαρία. Στις κατοπινές παρελάσεις της SturmabteilungστοΒερολίνο, ο Γκαίμπελς βρισκόταν πάντα πίσω από τον νέο καγκελάριο. Από το ημερολόγιό του διακρίνονται τα εξής αποσπάσματα: "Δημιουργήθηκε το νέο Ράιχ. ... Πετύχαμε το στόχο μας. Η γερμανική επανάσταση αρχίζει." Επίσης είπε: "Θα μας βγάλουν από εδώ μονάχα νεκρούς."
Στις 27 Φεβρουαρίου 1933 πραγματοποιείται ο περίφημος "Εμπρησμός του Ράιχσταγκ" . Σύμφωνα μετην κατάθεση του Χανς Γκισέβιους (Hans Gisevius), αξιωματούχου του Πρωσσικού Υπουργείου Εσωτερικών, στηΔίκη της Νυρεμβέργης, "...η ιδέα του εμπρησμού του Ράιχσταγκ ανήκε στον Γιόζεφ Γκαίμπελς..."[5].
Ο Γκαίμπελς δεν ανέλαβε αμέσως υπουργικό θώκο, επειδή έτσι είχε συμφωνήσει ο νέος Καγγελάριος στις διαπραγματεύσεις τουμετον Πρόεδρο καιτα υπόλοιπα συντηρητικά Κόμματα. Ωστόσο, ένα Κόμμα με τις αρχές και τις πρακτικές του NSDAP δεν αναμενόταν να τηρήσει τις αρχικές συμφωνίες. Ο Χίτλερ γνώριζε πόσα όφειλε στην Προπαγάνδα γιατην άνοδό τουστην εξουσία. Ο Γκαίμπελς είχε, άτυπα, ήδη εξουσιάσει την κρατική ραδιοφωνία, κάνοντας μια ραδιοφωνική περιγραφή της λαμπαδηδρομίας που οργανώθηκε γιατην ανάληψη της Καγκελαρίας από τον Χίτλερ. Στις 13 Μαρτίου του 1933 ο Χίτλερ, αδιαφορώντας για τις συμφωνίες του, ονόμασε τον Γκαίμπελς "Υπουργό Λαϊκής Διαφώτισης και Προπαγάνδας" (Volksaufklärung und Propaganda), κάνοντάς τον έτσι μέλος της Κυβέρνησης. Το νέο Υπουργείο στεγάστηκε στη Βίλχελμστράσσε (Wilhelmstrasse), στο παλαιό ανάκτορο του Λεοπόλδου, απέναντι από το γραφείο του Φύρερ στην Καγκελαρία. Στόχος του νέου Υπουργείου (και της ηγεσίας του) ήταν ο έλεγχος της πνευματικής και πολιτιστικής ζωής τουΡάιχ. Πράγματι, το Υπουργείο ασκούσε απόλυτο έλεγχο στον Τύπο, το ραδιόφωνο, το θέατρο καιτον κινηματογράφο. Ο Γκαίμπελς εκμεταλλεύθηκε τη νέα του θέση γιανα εκδώσει το μυθιστόρημά του "Michael", το οποίο είχε μείνει ανέκδοτο, καινα ανεβάσει το θεατρικό έργο "Ο Περιπλανώμενος" (με σαφείς αναφορές στον Ιησού Χριστό), με πολύ μικρή επιτυχία [6]. Αυτό δεντον εμπόδισε να κάψει περίπου 20.000 βιβλία συγγραφέων Εβραϊκής καταγωγής στις 3 Μαΐου στην πλατεία της Όπερας. Ανάμεσα στα βιβλία που κάηκαν ήταν αυτά τωνΆλμπερτ Αϊνστάιν, Έριχ Μαρία Ρεμάρκ, Στέφαν Τσβάιχ, Τόμας Μαν (Γερμανοί), Τζακ Λόντον, Έλεν Κέλλερ, Η. Ουέλς, Αντρέ ΖιντΕμίλ Ζολάκ. ά. (μη Γερμανοί). Σύντομα, το Υπουργείο δημιούργησε αντίστοιχα Επιμελητήρια γιατον Τύπο, τις εκδόσεις, το ραδιόφωνο, τον κινηματογράφο, τη μουσική, το θέατρο, τις εικαστικές τέχνες καιτη λογοτεχνία, με εντολές σχετικές μετην εκκαθάριση "όλων των εβραϊκής προέλευσης έργων, τηνατονική μουσικήκαιτηναφηρημένη τέχνη". Συνέπεια αυτής της πολιτικής ήταν η μαζική μετανάστευση όλων των Εβραϊκής καταγωγής καλλιτεχνών και ενασχολούμενων μεταΜΜΕ, οι οποίοι αντιμετώπιζαν ανοικτά πλέον το ενδεχόμενο εγκλεισμού τους σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Το ίδιο συνέβη καιμε πολλές προσωπικότητες της πνευματικής ζωής πουδεν πρόσκεινταν στη Ναζιστική ιδεολογία: Είτε εξαναγκάσθηκαν να φύγουν είτε η "φωνή" τους, μέσω του έργου τους, φιμώθηκε ολοσχερώς: Κανείς πνευματικός άνθρωπος δεν μπορούσε να εκθέσει την τέχνη του ή να δημοσιεύσει τα έργα του, ανδεν ήταν μέλος του αντίστοιχου Επιμελητηρίου καιη είσοδος σε αυτό εξασφαλιζόταν μετην "επίδειξη καλής διαγωγής", δηλ. δράσης αρεστής στο καθεστώς. Ο Γκαίμπελς είχε αναγκαστεί να λογοκρίνει ορισμένους δημιουργούς, όπως ο συνθέτης Πάουλ Χίντεμιτ, παρά το ότι ο ίδιος ήταν οπαδός της σύγχρονης τέχνης και μουσικής, υπακούοντας στις εντολές του Χίτλερ, ο οποίος απεχθανόταν τη μουσική του. Μολαταύτα, ο Γκαίμπελς άφησε σχετική ελευθερία σε ορισμένες κινηματογραφικές παραγωγές (κυρίως κωμωδίες), αναγνωρίζοντας ότι ο απλός πολίτης είχε ανάγκη να "ξεφεύγει" από την καθημερινότητα καιτον κατακλυσμό προπαγανδιστικού υλικού που δεχόταν. Βοηθήθηκε σε αυτό από το γεγονός ότι στον Χίτλερ άρεσε πολύ οΜίκυ Μάους. Παράλληλα καιγιανα διαδώσει όσο το δυνατόν περισσότερο τις προπαγανδιστικές του καμπάνιες, πίεσε τη βιομηχανία να κατασκευάσει φθηνά ραδιόφωνα, κι έτσι όλες οι γερμανικές οικογένειες διέθεταν ραδιόφωνο - ιδιαίτερα χρήσιμη συσκευή γιατην προπαγάνδα του. Οργάνωνε, επίσης, δωρεάν συναυλίες σε εργασιακούς χώρους, εκθέσεις εικαστικών τεχνών και δημιούργησε κινητές κινηματογραφικές μονάδες που επισκέπτονταν τα μικρά μέρη. Με όλα αυτά εξυπηρετούσε τους σκοπούς της προπαγάνδας.
Ο ίδιος αρχικά δεν είχε εκδηλώσει ιδιαίτερες αντισημιτικές τάσεις - ειρωνευόταν μάλιστα τονΓιούλιους Στράιχεργιατον "πρωτόγονο" αντισημιτισμό του, όταν όμως έγινε πλέον πιστός οπαδός και ιδεολογικός ακόλουθος του Χίτλερ, εξεδήλωσε ισχυρές αντισημιτικές τάσεις, σχεδόν στον ίδιο βαθμό μετου Στράιχερ, τον οποίο ειρωνευόταν. Ο Γκαίμπελς απέδειξε, πάντως, ότι ήξερε να χειρίζεται τον Φύρερ του, όταν παίρνοντας αφορμή από τη δολοφονία τουΕρνστφομΡατ κατάφερε νατον πείσει να εξαπολυθεί τοπογκρόμπου έμεινε στην Ιστορία ως Η Νύχτα των Κρυστάλλων. Αυτό ενδέχεται να έγινε γιανα αποκτήσει και πάλι την αρχική εμπιστοσύνη και εύνοια του Χίτλερ, η οποία είχε κλονισθεί to 1937, όταν ο Γκαίμπελς είχε μια ερωτική ιστορία μετη ηθοποιό Λίντα Μπαάροβα (Lída Baarová), τσεχικής καταγωγής. Η ιστορία αυτή στοίχισε στην ηθοποιό τον γάμο της, ενώ η σύζυγος του Γκαίμπελς, Μάγδα, παραπονέθηκε στον Χίτλερ. Αυτός, ο οποίος συμπαθούσε ιδιαίτερα τόσο τη Μάγδα όσο καιτα παιδιά της οικογένειας και παράλληλα ήταν ιδιαίτερα συντηρητικός σε σεξουαλικά θέματα, του έκανε σφοδρές παρατηρήσεις καιτου ζήτησε να διακόψει τον παράνομο δεσμό του. Ο Γκαίμπελς απάντησε μετην παραίτησή του, την οποία ο Χίτλερ απέρριψε, οδηγώντας τονσε απόπειρα αυτοκτονίας (15 Οκτωβρίου). Ο Χίτλερ φρόντισε να αποπέμψει από τη Γερμανία τη Λίντα. Η περίπτωση αυτή, ωστόσο, δεν σταμάτησε την τάση τουνα κυνηγά γυναίκες, όπως αναφέρει οΆρτουρ Άξμαν, επικεφαλής της Χιτλερικής Νεολαίας.
Ο Γκαίμπελς παρέμεινε ένας από τους ελάχιστους Ναζίπου είχαν άμεση πρόσβαση στον Χίτλερ. Στις οικονομικές ατασθαλίες του - πουδεν ήταν, άλλωστε, ο μοναδικός που τις διέπραττε - ο Χίτλερ κώφευε. Πριν αναλάβει Υπουργός διέθετε μόνο το πενιχρό εισόδημα από τη βουλευτική του ιδιότητα. Κατά τη διάρκεια της θητείας του απέκτησε οικονομική ευμάρεια και κατείχε δύο πολυτελείς εξοχικές κατοικίες, μία στηλίμνη Κόσταντςκαι μία στηλίμνη Βάνζεε. Ανκαι ήταν στον στενό κύκλο του δικτάτορα, οΧίτλερ παρέμενε πιστός στην αρχή "καθένας πρέπει να γνωρίζει μόνον όσα τον αφορούν". Έτσι, σχεδόν ποτέ δεντον πληροφορούσε για τις προθέσεις του ή για στρατιωτικής φύσεως ζητήματα καιο Γκαίμπελς μάθαινε τις αποφάσεις καιτι μέλλει γενέσθαι μέσω τρίτων. Αυτό, όμως, δεντον εμπόδιζε να συνεχίζει την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων του: Αυτός είχε αναλάβει να "πείσει" το γερμανικό έθνος γιατην αναγκαιότητα του πολέμου καιτων κατακτήσεων καιτην απόκτηση "ζωτικού χώρου" (Lebensraum). Η εισβολή στηΡωσία αναγγέλλεται ραδιοφωνικά από τον Γκαίμπελς, μετην ανάγνωση μιας δήλωσης του Χίτλερ, η οποία τελειώνει μετη φράση "... αποφάσισα να παραδώσω ξανά τις τύχες του Ράιχ στα χέρια των στρατιωτών μας". Όταν η 17η Στρατιά, καταλαμβάνοντας την πόλη Λέμπεργκ της Ουκρανίας, βρίσκει αρκετές εκατοντάδες Ουκρανών εθνικιστών, τους οποίους οι Ρώσοι είχαν εκτελέσει γιαναμη συμμαχήσουν με τους Ναζί, ο Γκαίμπελς σπεύδει αεροπορικώς επί τόπου και επιστρέφοντας κάνει ο ίδιος σε ραδιοφωνική εκπομπή την περιγραφή των όσων είδε: "...είμαι πολύ αγανακτισμένος, λιποθυμώ από τη φρίκη που νιώθω..."[7]. Η προπαγάνδα του Δόκτορος έχει επιτύχει, καιγιατο σημείο αυτό, τον σκοπό της: Να καταδείξει ότι ο πόλεμος εναντίον της Ρωσίας είναι πόλεμος ιδεολογικός, όπως είχε διακηρύξει ο Φύρερ στους στρατιωτικούς του ηγέτες αμέσως πριντην έναρξή του. Η εκμετάλλευση του ραδιοφώνου ως προπαγανδιστικού μέσου θα συνεχισθεί καθ' όλη τη διάρκεια του Πολέμου. Ακόμη και στις ημέρες της κατάρρευσης του Ναζιστικού καθεστώτος, ο υφυπουργός του Γκαίμπελς Νάουμαν θα ουρλιάζει κυριολεκτικά από το ραδιόφωνο ότι "οι Σοβιετικοί που τόλμησαν να εισέλθουν στο Βερολίνο θα συντριβούν".
Όπως είναι φυσικό, ο Γκαίμπελς δεν έμεινε εκτός των ενδοκομματικών συγκρούσεων. Επειδή στις αρμοδιότητές του ήταν η διατήρηση υψηλού ηθικού στον πληθυσμό, προσπάθησε με κάθε τρόπο νατο επιτύχει, παρέχοντας αυξήσεις σε μισθούς και μεριμνώντας τόσο γιατην καλής ποιότητας σίτιση όσο καιγιατη στέγαση, ώστε να εξασφαλίζεται υψηλή παραγωγικότητα. Μοιραία, ήλθε σε σύγκρουση μετον δημιουργό του Τετραετούς Σχεδίου, τονΧέρμαν Γκέρινγκ, προσπαθώντας νατον υποσκελίσει. ΟΧίμλερ, που είχε επίσης τον ίδιο στόχο, έγινε ψευδοσύμμαχός του (καθώς δεν εμπιστευόταν κανένα). Πραγματικό σύμμαχο βρήκε ο Γκαίμπελς στο πρόσωπο τουΆλμπερτ Σπέερ, ο οποίος ενδιαφερόταν εξίσου γιατην υψηλή παραγωγικότητα της γερμανικής βιομηχανίας. Δεν κατάφεραν, ωστόσο, να πείσουν τον Χίτλερ να απομακρύνει τον Γκέρινγκ.
Καθώς ο πόλεμος εξελισσόταν δυσμενώς γιατη Γερμανία, ο Χίτλερ αραίωσε τόσο τις δημόσιες εμφανίσεις του όσο καιτην παρουσία τουστο ραδιόφωνο. Το κενό αυτό κλήθηκε να καλύψει ο Γκαίμπελς, ο οποίος έγινε έτσι το πρόσωπο καιη φωνή του καθεστώτος στη χώρα. Οι ενδοκομματικές συγκρούσεις συνεχίσθηκαν μετον Γκαίμπελς να αλλάζει πλευρό, ύστερα από την πανωλεθρία τουΣτάλινγκραντ υποστηρίζοντας τον Γκέρινγκ απέναντι στον Χίμλερ καιτονΜάρτιν Μπόρμαν, ο οποίος εποφθαλμιούσε το αξίωμα του Φύρερ και προτείνοντας τον Γκέρινγκ ως επικεφαλής της Κυβέρνησης. Και πάλι δεν έπεισε τον Χίτλερ, παρά το γεγονός ότι ο Γκέρινγκ ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στα ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Τη δεδομένη στιγμή, ο Χίτλερ αναζητούσε ένα πρόσωπο γιανατου φορτώσει τις αποτυχίες τουκαιη αυξανόμενη αδράνεια και διαφθορά του Στρατάρχη του Ράιχ του προσέφεραν αυτό ακριβώς που ζητούσε.
Στις 18 Φεβρουαρίου 1943 ο Γκαίμπελς έχοντας χάσει τη δυνατότητα να επηρεάζει άμεσα τις πολιτικές αποφάσεις σε ανώτατο επίπεδο, υποσκελισμένος από τους Χίμλερ και Γκέρινγκ, κάνει μια ακόμη προσπάθεια να βρεθεί στο κέντρο των αποφάσεων αυτών. Εκφωνεί ένα λόγο στο Σπορτσπαλάτς (Sportspalaz), στον οποίο ξεσηκώνει το ακροατήριό τουμε βάση τα εξής τρία σημεία: (α) ΑνηΒέρμαχτδεν καταφέρει να απομακρύνει τον Σοβιετικό κίνδυνο στο Ανατολικό μέτωπο, σύντομα η Γερμανία θα προσδεθεί στο άρμα του Μπολσεβικισμού, γιανα ακολουθήσει, αργότερα, ολόκληρη ηΕυρώπη (β) Μόνον ο γερμανικός λαός καιοι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις είχαν τη δυνατότητα να αποκρούσουν αυτόν τον κίνδυνο (γ) Ο λαός καιο στρατός όφειλαν να δράσουν αμέσως, καθώς ακόμη καιη παραμικρή καθυστέρηση θα μπορούσε να αποβεί μοιραία. Κήρυξε, έτσι, έναν ολοκληρωτικό πόλεμο, στον οποίο έπρεπε να συμμετέχουν όλοι οι Γερμανοί, καθένας μετον τρόπο τουκαι τις δυνατότητές του, ώστε ο γερμανικός στρατός να ενδυναμωθεί τόσο σε άνδρες όσο καισε υλικό. Ο Σπέερ τον υποστήριξε, ωστόσο ο στόχος τουδεν επιτεύχθηκε, ανκαι παραπονέθηκε ότι υπήρχε ολοσχερής έλλειψη κατευθυντήριας πολιτικής στο εσωτερικό της χώρας. Δεν ήταν, όμως, δυνατό ούτε να ασκήσει κριτική ούτε να αντιταχθεί στις αποφάσεις του Χίτλερ, ο οποίος μέχρι το θάνατό του παρέμεινε πιστός στη "Führerprinzip" ("Αρχή του Ηγέτη"). Λίγο αργότερα, πάντως, πέτυχε νατου ανατεθεί η θέση του Πληρεξουσίου του Ολοκληρωτικού Πολέμου.
Ο Γκαίμπελς χωρίς να είναι από τους αρχιτέκτονες τουΟλοκαυτώματος, γνώριζε λεπτομερώς γι' αυτό και ήταν ο εισηγητής της "απο-εβραιοποίησης" των τριών μεγάλων πόλεων του Ράιχ: Βερολίνου, ΒιέννηςκαιΠράγας. Μετην υποστήριξη τουΡάινχαρντ Χάιντριχ έλαβε το πράσινο φως από τον Χίτλερ. Παραπονιόταν, όμως, όπως γράφει στο ημερολόγιό του γιατί ενώ "η Γερμανία δίνει τον υπέρ πάντων αγώνα στο ανατολικό μέτωπο, υπάρχουν ακόμη 40.000 Εβραίοι στο Βερολίνο". Συνέχισε να πιέζει γιατην εφαρμογή της Τελικής Λύσης, που είχε αποφασισθεί, ερήμην του ίδιου καιτου Υπουργείου του, στηΔιάσκεψη της Βάνζεε.
Ο δόκτωρ ήταν αρκετά έξυπνος και διορατικός γιανα αντιληφθεί ότι, μετά την ήττα του Στάλινγκραντ, η Γερμανία θα κατέρρεε. Ωστόσο, η προπαγανδιστική του δράση δεν σταματά: Διακηρύσσει, με κάθε διαθέσιμο μέσον, ότι η Γερμανία διαθέτει μυστικά όπλα, μετα οποία θα κατατροπώσει τους αντιπάλους της. Αναφερόταν στο υπερταχύ αεροσκάφος (το πρώτο αεριωθούμενο μαχητικό) Messerschmitt Me-262, τον νέο τύπο υποβρυχίου U-Boot XXI και τις ιπτάμενες βόμβες V-1 και V-2. Τα σχέδια αυτών των όπλων είναι γεγονός ότι υπάρχουν, ωστόσο η παραγωγή και εκμετάλλευσή τους στα πεδία των μαχών είναι αμφίβολο ανθα πραγματοποιηθούν ποτέ. Ο στόχος επιτυγχάνεται: Το ηθικό του λαού αναπτερώνεται, ανκαιτο ηθικό του ίδιου έχει υποστεί σημαντική ρωγμή, καθώς αποτυγχάνει να πείσει τον Φύρερ τουνα ξεκινήσει διαπραγματευτικές προσπάθειες με τους αντιπάλους τουκαιστα δύο μέτωπα: Ο Χίτλερ, ενώ δεν απορρίπτει την ιδέα, του δηλώνει ότι αυτό δεν πρόκειται ποτέ να γίνει, αν πρώτα δεν επιτευχθούν, από γερμανικής πλευράς, σημαντικές νίκες στα δύο μέτωπα, ώστε να διαπραγματευθεί ως ίσος προς ίσο. Μετά την ήττα στοΚουρσκ κάθε τέτοια πιθανότητα εκλείπει. Ο Γκαίμπελς δεν εγκαταλείπει τις προσπάθειές του ούτε παραμελεί τα καθήκοντά του. Στις 12 Απριλίου του 1945 επισκέπτεται το Στρατηγείο της 9ης Στρατιάς (απέχει πλέον μόλις 60 χλμ. από τοΒερολίνο) και εκφωνεί ενώπιον των ανώτατων αξιωματικών της ένα λόγο μετο προσφιλές θέμα του Χίτλερ: Τον θάνατο της τσαρίνας Ελισάβετκαιτην αντικατάστασή της από τονΠέτρο Γ', θαυμαστή του Πρώσσου Βασιλέα Φρειδερίκου του Β΄, ο οποίος ανατρέπει τη συμμαχία ενώπιον της οποίας ηΠρωσίαθα ήταν αναγκασμένη να υποκύψει. Ο λόγος του αφήνει παγερά αδιάφορους τους αξιωματικούς, οι οποίοι είναι σε θέση να γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα την κατάσταση που επικρατεί. Ο δόκτωρ επιστρέφει στο Βερολίνο καιστο γραφείο τουκαι, μόλις ενημερώνεται γιατα τρέχοντα γεγονότα, καλεί στο τηλέφωνο τον Διοικητή της Στρατιάς, στρατηγό Τέοντορ Μπούσσε. Μόλις αυτός έρχεται στο ακουστικό, ακούει τον Γκαίμπελς, έξαλλο από χαρά, νατου λέει: "Η τσαρίνα πέθανε, στρατηγέ! Η τσαρίνα πέθανε!". Με αυτό τον τρόπο, χαρακτηριστικό της προπαγανδιστικής του δεινότητας, ανήγγειλε στον στρατηγό Μπούσσε τον θάνατο τουΠροέδρου τωνΗΠΑΦραγκλίνου Ρούζβελτ[8].
Στις 23 Απριλίου απευθύνει, μέσω ραδιοφώνου, το ακόλουθο κάλεσμα στο λαό του Βερολίνου:
"Σας καλώ να πολεμήσετε γιατην πόλη σας. Πολεμήστε με ό,τι μέσο διαθέτετε, για χάρη των γυναικών καιτων παιδιών σας, των μητέρων καιτων πατέρων σας. Τα όπλα σας θα υπερασπίσουν ό,τι μέχρι σήμερα θεωρούμε αγαπημένο, αλλά και τις επερχόμενες γενιές. Να έχετε θάρρος και υπερηφάνεια: Να είστε επινοητικοί και επιδέξιοι! Ο Γκαουλάιτερ σας θα βρίσκεται ανάμεσά σας. Αυτός καιοι σύντροφοί τουθα παραμείνουν μαζί σας. Η σύζυγος καιτα παιδιά του είναι κι αυτοί εδώ. Ο άνθρωπος που κάποτε άλωσε την πόλη με 200 μόνον άνδρες θα χρησιμοποιήσει τώρα όλα τα μέσα γιανα γαλβανίσει την άμυνα της πρωτεύουσας. ΗΜάχη του Βερολίνου πρέπει να είναι το σινιάλο πουθα ξεσηκώσει ολόκληρο το έθνος σε μάχη..."[9].
Στις 20 Απριλίου είναι τα γενέθλια του Φύρερ. Ο δόκτωρ εκφωνεί ένα διθυραμβικό λόγο στο ραδιόφωνο και προσπαθεί να εμφυσήσει και πάλι τον αέρα της τελικής νίκης στον κόσμο. Μέχρις ενός σημείου το καταφέρνει, ωστόσο την επόμενη, στη σύσκεψη που γίνεται καθημερινά στο Υπουργείο Προπαγάνδας, εμφανίζεται μπροστά στους υφισταμένους του ένας έξαλλος Υπουργός, ο οποίος τους κραυγάζει: "Τοπαν απώλετο!". Συνεχίζει υβρίζοντας το γερμανικό λαό, ο οποίος "..αφήνει να βιάζουν τις γυναίκες του, να ατιμάζουν τηγηκαιτην περιουσία του... δεν είναι άξιος γιατον Εθνικοσοσιαλισμό...". Μόνον ένας από τους υφισταμένους του αντιδρά, ο επικεφαλής της ραδιοφωνίας Χανς Φρίτσε (Hans Fritsche), αντιτείνοντας ότι οι Γερμανοί πολέμησαν και πολεμούν γενναία απέναντι σε συντριπτικούς αντιπάλους. Ο Γκαίμπελς τον αγνοεί και, απευθυνόμενος σε όλους, τους απειλεί: "...Κανείς δεν σας ανάγκασε να δουλέψετε μαζί μου! Τώρα τα λαιμάκια σας θα κοπούν!". Ύστερα εγκαταλείπει απότομα την αίθουσα ουρλιάζοντας "Καταρρέουμε... θα παρασύρουμε μαζί μας την ανθρωπότητα!".
Φεύγοντας από εκεί επιστρέφει στο Καταφύγιο του Χίτλερ, στο υπόγειο της Καγκελαρίας. Αρνείται νατο εγκαταλείψει, σημειώνοντας στο ημερολόγιό του: "... Πάντα υπάκουα στις εντολές του Φύρερ. Αυτή τη φορά όμως όχι. Αν έφευγα τώρα θα ήμουν αναγκασμένος να περάσω την υπόλοιπη ζωή μου νιώθοντας ντροπή και ότι δεν υπήρξα τίποτε περισσότερο από ένα χυδαίο τραμπούκο"[10]. Ο δόκτωρ παρίσταται ως μάρτυς στον γάμο του Χίτλερ μετηνΕύα Μπράουν. Υπαγορεύει την πολιτική του διαθήκη, ως συμπλήρωμα σε αυτήν τουΦύρερτου. Στην πολιτική του διαθήκη ο Χίτλερ ονόμαζε τον Γκαίμπελς "Reichskanzler des Großdeutsches Reiches" (Καγκελάριο του Κράτους της Μείζονος Γερμανίας), αξίωμα πουο δόκτωρ θα κρατήσει για μία μόνον ημέρα. Η σύζυγός του Μάγδα καιτα παιδιά τους βρίσκονται και αυτοί εκεί, μετη μητέρα τους να έχει αμετάκλητα αποφασίσει ολόκληρη η οικογένεια να μοιρασθεί την τύχη του Φύρερ της, καθώς "ζωή χωρίς Εθνικοσοσιαλισμό δεν είναι νοητή", σύμφωνα μετη Μάγδα Γκαίμπελς. Την επομένη της αυτοκτονίας του Χίτλερ και της συζύγου του, την 1η Μαΐου, η Μάγδα φονεύει τα παιδιά τους με δηλητήριο στον ύπνο τους καιστη συνέχεια ανεβαίνουν καιοι δύο στον κήπο της Καγκελαρίας, όπου ο Hauptsturmführer τωνSS Γκίντερ Σβέγκερμαν (Günther Schwägermann) τους εκτελεί με περίστροφο. Οι άνδρες της φρουράς αποπειρώνται να αποτεφρώσουν τις σορούς. Η βενζίνη που διαθέτουν, όμως, είναι σε ανεπαρκή ποσότητα για κάτι τέτοιο. Οι σοροί καίγονται, αλλά όχι μέχρις αδυναμίας αναγνωρίσεως. Οι Σοβιετικοί θαβρουντα σώματα καιθατα αναγνωρίσουν - παίρνοντας και τις σχετικές φωτογραφίες.
Στον Γκαίμπελς αποδίδονται διάφορα "αποφθέγματα" τα οποία δεν είπε, όπως το γνωστό "Αν πεις ένα μεγάλο ψέμα καιτο επαναλαμβάνεις, τελικά οι άνθρωποι θατο πιστέψουν".[11]
Das kleine abc des Nationalsozialisten. Freiheit und Brot! Verlag der Arbeitsgemeinschaft Nordwest, Elberfeld 1925,
Die zweite Revolution. Briefe an Zeitgenossen. Streiter-Verlag, Zwickau 1926,
Wege ins Dritte Reich. Briefe und Aufsätze für Zeitgenossen. Franz-Eher-Verlag, München 1927
Der Nazi-Sozi“ – Fragen und Antworten für den Nationalsozialisten. Verlag der Nationalsozialistischen Briefe, Elberfeld 1927
Das Buch Isidor. Ein Zeitbild voll Lachen Haß. Franz-Eher-Verlag, München 1928,(mit Hans Herbert Schweitzer).
Μίκαελ, το Γερμανικό πεπρωμένο σε μορφή ημερολογίου [12] Franz-Eher-Verlag, München 1929
Revolution der Deutschen – 14 Jahre Nationalsozialismus (Reden). Verlag Gerhard Stalling, Oldenburg 1933(mit einleitenden Zeitbildern von Hein Schlecht).
Reden aus Kampf und Sieg – „Goebbels spricht“. Verlag Gerhard Stalling, Oldenburg 1933
Vom Kaiserhof zur Reichskanzlei. Eine historische Darstellung in Tagebuchblättern (vom 1. Januar 1932 bis zum 1. Mai 1933)
Eher-Verlag, München 1934
Signale der neuen Zeit. 25 ausgewählte Reden. Franz-Eher-Verlag, München 1934
Das erwachende Berlin. Franz-Eher-Verlag, München 1934
Kommunismus ohne Maske. Dr. Goebbels auf dem Reichsparteitag 1935
Der Angriff. Aufsätze aus der Kampfzeit. Franz-Eher-Verlag, München 1934Schwarz van Berk).
Wetterleuchten. Aufsätze aus der Kampfzeit. Franz-Eher-Verlag, München 1939
Die Zeit ohne Beispiel. Reden und Aufsätze aus den Jahren 1939/40/41. Franz-Eher-Verlag, München 1941
Der steile Aufstieg. Reden und Aufsätze aus den Jahren 1942/43. Franz-Eher-Verlag, München 1943
↑Schultze, Quentin J., and Randall L. Bytwerk. “PLAUSIBLE QUOTATIONS AND REVERSE CREDIBILITY IN ONLINE VERNACULAR COMMUNITIES.” ETC: A Review of General Semantics, vol. 69, no. 2, 2012, pp. 216–234.(σ.216, 217), www.jstor.org/stable/42579187
↑Evans, The Third Reich in Power (2005), p. 249, says "Goebbels’s religious beliefs retained a residual element of Christianity" as opposed to the paganism of Alfred Rosenberg and Richard Walther Darré.