Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 07/02/2020.
Συνέπεια αυτών είναι να παρατηρούνται δύο ειδών αλκυλοπαράγωγα.
Το θειοκυανικό οξύ παρασκευάζεται δι΄ απόσταξης ξηρού θειοκυανικού καλίου με όξινο θειικό κάλιο σε κενό, απορροφημένου του υδρογόνου. Μέχρι θερμοκρασίας 0 °C παραμένει λευκή κρυσταλλική μάζα σταθερή για μερικές ώρες. Αυξανόμενης όμως της θερμοκρασίας μετατρέπεται σε ερυθρό τήγμα όπου σε λίγα λεπτά και εντελώς αιφνίδια στερεοποιείται σε μορφή κίτρινων βελόνων εκλύοντας θερμότητα.
Το Θειοκυανικό οξύ είναι ελαφρά δηλητηριώδες με διαπεραστική οσμή. Σε αραιό υδατικό διάλυμα (περίπου 5%) παρουσιάζει σταθερή μορφή ενώ σε πυκνότερα διαλύματα διασπάται σευδροκυάνιοκαιστην ετεροκυκλική ένωση υδροξανθάνιο. Γενικά παρουσιάζει την ίδια οξύτητα μετα υδραλογονικά οξέα, εξουκαι καλείται επίσης "υδρορροδανικό οξύ". Ταδε άλατά του, καλούμενα θειοκυανικά ή ροδανίδια είναι ιδιαίτερα σπουδαία στην οργανική και ανόργανη χημεία.
Σε ελεύθερη μορφή ανιχνεύεται ελαφρά όξινο στο χυμό των κρεμμυδιών, και υπό μορφή αλάτων στο σίελο, στο στομαχικό υγρό, τα ούρα, το αίμα καιστα σχετικά με αυτά όργανα του οργανισμού.