Γεννήθηκε στη Ρώμη σε άγνωστη ημερομηνία, ο πατέρας του ονομαζόταν Δαβίδ, ήταν ανεψιός τουΑλμπέρικ Β΄ του Σπολέτο (932–954) και συνδεόταν μετην οικογένεια Κρεσκέντι.[1] Προηγουμένως υπήρξε επίσκοπος του Σούτρι.[2] Ανήκε στην οικογένεια τωνΚομήτων του Τούσκουλου. Εκλέχτηκε από το λαό καιτον κλήρο της Ρώμης υπό την επιρροή του Σίκο, απεσταλμένου του αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής ΑυτοκρατορίαςΌθων Β΄ (973–983). Η παποσύνη του διήρκεσε εννέα χρόνια και χαρακτηρίστηκε από μία περίοδο ηρεμίας, κάτι σπάνιο γιατην εποχή εκείνη. Η πρόταση του Βενέδικτου γιατην παποσύνη, ήταν μία συμβιβαστική λύση, προκειμένου να αντικατασταθεί οΑντιπάπας Βονιφάτιος Ζ΄ (974, 984–985).
Ο Βονιφάτιος Ζ΄ αφού θανάτωσε τον προκάτοχο τουΒενέδικτο ΣΤ΄, στην συνέχεια προσπάθησε να σφετεριστεί τον Παπικό θρόνο λεηλατώντας όλους τους θησαυρούς του Βατικανού. Οι προσπάθειες του απέτυχαν και κατόπιν δραπέτευσε στηνΚωνσταντινούπολη.[1]Οι οπαδοί του Αντίπαπα Βονιφάτιου Ζ΄ εξακολουθούσαν ωστόσο να προκαλούν ισχυρές ταραχές με τις αντιδράσεις τους, ο Βενέδικτος Ζ΄ μπόρεσε να τις καταστείλει μετην βοήθεια του αυτοκράτορα Όθων Β΄. Μετην άνοδο τουστον Παπικό θρόνο προσπάθησε να περιορίσει τηνΣιμωνίακαι ευνόησε τον Μοναχισμό.[2] Χειροτόνησε επίσης επίσκοπο τον ιερέα Ιάκωβο, πουτου έστειλε ο λαός της Καρχηδόνας «γιανα βοηθήσει τις ελεεινές επαρχίες της Αφρικής», υπήρχε κατακόρυφη μείωση του αριθμού των επισκόπων μετά την κατάκτηση τουΙσλάμ.[3] Επισκέφτηκε την πόλη Ορβιέτομετον ανιψιό του, Φίλιππο Αλμπερίτσι, ο οποίος αργότερα εγκαταστάθηκε εκεί και έγινε πρόξενος της πόλης το 1016. Η οικογένεια Αλμπερίτσι ζει εκεί έως και σήμερα. Το Μάρτιο του 981, προήδρευσε μίας συνόδουστηΒασιλική του Αγίου Πέτρου, στην οποία απαγορεύτηκε η Σιμωνία. Το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους διεξήγαγε μία σύνοδο στο Λατεράνο. Ο Βενέδικτος Ζ΄ πέθανε (983) και ενταφιάστηκε στοΣάντα Κρότσε ιν Τζερουζαλέμε.[1]