Η πρώτη αναφορά γιατηνΚαταλωνίακαι τους Καταλανούς εμφανίζεται στοLiber maiolichinus de gestis Pisanorum illustribus, ένα χρονικό της Πίζας (γράφτηκε μεταξύ 1117 και 1125) σχετικά μετην κατάκτηση της Μινόρκας από μια κοινή δύναμη Ιταλών, Καταλανών, και Οξιτανών. Εκείνη την εποχή η Καταλωνία δεν υπήρχε ως πολιτική οντότητα, ανκαιμετη χρήση του όρου αυτού φαίνεται πως αναγνωρίζεται η Καταλωνία ως πολιτιστική ή γεωγραφική οντότητα.
Οικομητείεςπουθα αποτελέσουν τελικά το Πριγκιπάτο της Καταλωνίας, ενώθηκαν σταδιακά υπό από την εξουσία του Κόμη της Βαρκελώνης. Το 1137, η Κομητεία της Βαρκελώνης καιτο Βασίλειο της Αραγωνίας ενώθηκαν κάτω από μια ενιαία δυναστεία, δημιουργώντας αυτό πουοι σύγχρονοι ιστορικοί αποκαλούν το Στέμμα της Αραγωνίας, ωστόσο, η Αραγωνία καιη Καταλωνία διατηρούσαν τη δική τους πολιτική δομή και νομικές παραδόσεις. Λόγω αυτών των νομικών διαφορών, αλλά και της χρήσης διαφορετικών γλωσσών — αραγωνικήςκαικαταλανικής — κατέστη αναγκαία μια επίσημη αναγνώριση των καταλανικών κομητειών ως ξεχωριστή πολιτική οντότητα με τους δικούς του θεσμούς, νόμους και πολιτική κοινότητα.
Υπό τονΑλφόνσο τον Τροβαδούρο (βασίλεψε 1164-1196), η Καταλωνία θεωρείται για πρώτη φορά ως μια νομική οντότητα.[1] Επίσης, ο όρος «Πριγκιπάτο της Καταλωνίας» δεν είχε χρησιμοποιηθεί νόμιμα μέχρι τον 14ο αιώνα, όταν εφαρμόστηκε στα εδάφη που εξουσιάζονταν από τα Δικαστήρια της Καταλωνίας.
Όπως καιστο μεγαλύτερο τμήμα τωνΜεσογειακών ακτών της Ιβηρικής Χερσονήσου, αποικίστηκε από τους Αρχαίους Έλληνες, οι οποίοι επέλεξαν να εγκατασταθούν στις Ρόσες. Τόσο οι Έλλήνες όπως καιοιΚαρχηδονίοι αλληλεπίδρασαν μετον κύριο Ιβηρικό πληθυσμό. Μετά την ήττα των Καρχηδονίων, τοΤάρρακο έγινε μαζί μετην υπόλοιπη Ισπανία, μέρος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, μία από τις κύριες Ρωμαϊκές θέσεις στην Ιβηρική Χερσόνησο.
ΟιΒησιγότθοι κυβέρνησαν μετά την κατάρρευση της Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορίας κοντά στα τέλη του 5ου αιώνα. ΟιΜαυριτανοι της Αλ-'Ανταλους απέκτησαν τον έλεγχο στις αρχές του 8ου αιώνα, μετά την κατάκτηση τουΒησιγοτθικού βασίλειουτο 711-718. Μετά την ήττα των στρατευμάτων του Εμίρη Αμπντούλ Ραχμάν Αλ Ghafiqiwas στηΜάχη του Πουατιέτο 732, οιΦράγκοι σταδιακά απέκτησαν τον έλεγχο των πρώην Βησιγοτθικών εδαφών βόρεια των Πυρηναίων, τα οποία είχαν καταληφθεί από τους Μουσουλμάνους ή είχαν συμμαχήσει με αυτούς, εκεί που είναι σήμερα η Καταλωνία υπό γαλλική διοίκηση. Το 795, ο Καρλομάγνος δημιούργησε αυτό που έγινε γνωστό ως Ισπανική Μαρκιωνία, μιαουδέτερη ζώνη πέρα από την επαρχία της Σεπτιμανίας, αποτελούμενη από τοπικά ξεχωριστά μικρά βασίλεια, η οποία χρησίμευε ως ένα αμυντικό εμπόδιο μεταξύ τωνΟμεϋαδών της Αλ-'Ανταλους καιτουΦράγκικου Βασιλείου.
Μία διακριτή καταλανική κουλτούρα άρχισε να αναπτύσσεται κατά τονΜεσαίωναπου απορρέει από μια σειρά από αυτά τα ασήμαντα βασίλεια, οργανωμένα ως μικρές κομητείες σε όλο το βόρειο τμήμα της Καταλωνίας. Οι κόμητες της Βαρκελώνης ήταν υποτελείς στους Φράγκους που ορίζονταν από τον Καρολίδη αυτοκράτορα έπειτα βασιλιά των Φράγκων, του οποίου ήταν υποτελείς φεουδάρχες (801-987). Κατά τη διάρκεια του 9ου αιώνα, οΒιλφρέδος ο Τριχωτός, Κόμης της Βαρκελώνης, έκανε τον τίτλο του κληρονομικό και ίδρυσε τη δυναστεία τουΟίκου της Βαρκελώνης, η οποία κυβέρνησε την Καταλωνία μέχρι τον θάνατο τουΜαρτίνου Α´, του τελευταίου της μέλους, το 1410.
Το 987 ο κόμης Μπορέλλ Β´ δεν αναγνώρισε τον φράγκο βασιλιά Ούγο Καπέτοκαιη νέα του δυναστεία, έβγαλε τη Βαρκελώνη από τη Φραγκική δικαιοδοσία. Κατά την έναρξη του ενδέκατου αιώνα, οι καταλανικές κομητείες υπέστησαν μια σημαντική διαδικασία μεταβίβασης προς τον φεουδαλισμό.[4]
ΗΜάχη της Μουρέ (12 Σεπτεμβρίου 1213) καιη αναπάντεχη ήττα του Βασιλιά Πέτρου της Αραγωνίας καιτων υποτελών τουκαι συμμάχων του, των κομητών της Τουλούζης, του Comminges καιτου Φουά, είχε ως αποτέλεσμα την εξασθένιση των ισχυρών ανθρώπινων, πολιτιστικών και οικονομικών δεσμών που υφίστανται μεταξύ των αρχαίων εδαφών της Καταλωνίας καιτου Λανγκντόκ.
Κατά τη Συνθήκη της Corbeil το 1258, οΙάκωβος Α΄ της Αραγωνίας, απόγονος του Σουνιφρέδου και της Μπελό της Καρκασόν και ως εκ τούτου κληρονόμος τουΟίκου της Βαρκελώνης, εγκατέλειψε τα οικογενειακά του δικαιώματα και τις κτήσεις τουστοΛανγκντόκκαι αναγνώρισε τον Καπέτο βασιλιά της Γαλλίας ως διάδοχο της Καρολίγγειας Δυναστείας. Σε αντάλλαγμα, ο βασιλιάς της Γαλλίας παραιτήθηκε επισήμως από την ονομαστική φεουδαρχική κυριότητα τουσε όλες τις καταλανικές κομητείες. Αυτή η συνθήκη μετέτρεψε τηνde facto ανεξαρτησία των κομητειών της Καταλωνίας σε πλήρη de jure κατάσταση, όμως αυτό σήμανε τον αναπόφευκτο διαχωρισμό μεταξύ του λαού της Καταλωνίας καιτου Λανγκντόκ.
Ως παράκτια περιοχή μέσα στοΣτέμμα της Αραγωνίαςκαιμετον ολοένα και αυξανόμενο ρόλο του λιμανιού της Βαρκελώνης, η Καταλωνία έγινε το κύριο κέντρο της ναυτικής δύναμης του Στέμματος, βοηθώντας τονα επεκτείνει την επιρροή τουκαιτη δύναμη του μέσω της κατάκτησης καιτου μετέπειτα εμπορίου στηΒαλένθια, στις Βαλεαρίδες, στηΣαρδηνίακαιτηΣικελία.
Ταυτόχρονα, το Πριγκιπάτο της Καταλωνίας ανέπτυξε ένα πολύπλοκο θεσμικό και πολιτικό σύστημα που βασίζονταν στην έννοια του συμφώνου μεταξύ των κτημάτων του στέμματος καιτου βασιλιά. Οι νόμοι (που ονομάζονταν συντάγματα) έπρεπε να εγκριθούν από το Γενικό Δικαστήριο της Καταλωνίας, ένα από τα πρώτα κοινοβουλευτικά όργανα της Ευρώπης που απαγόρευσε στη βασιλική εξουσία να νομοθετεί μονομερώς (από το 1283).[5]Τα πρώτα καταλανικά συντάγματα είναι αυτά των Καταλανικών Δικαστηρίων της Βαρκελώνης από το 1283. Τα τελευταία εκδόθηκαν από τα Δικαστήρια το 1705-1706, υπό την προεδρία του αμφισβητούμενου βασιλιά Κάρολου Γ΄. Οι συντάξεις των Συνταγμάτων καιτων άλλων δικαιωμάτων της Καταλωνίας ακολούθησαν τη Ρωμαϊκή παράδοση του Codex. Αυτά τα συντάγματα ανέπτυξαν μια προηγμένη συλλογή δικαιωμάτωνγιατο σύνολο των πολιτών του Πριγκιπάτου και περιόρισαν την εξουσία των βασιλιάδων.
Το Γενικό Δικαστήριο της Καταλωνίας, που χρονολογείται από τον 11ο αιώνα, είναι ένα από τα πρώτα κοινοβούλιαστην ηπειρωτική Ευρώπη. Τα Δικαστήρια αποτελούνταν από τις τρεις οντότητες του βασιλείου και τελούσαν υπό την προεδρία του βασιλιά της Αραγωνίας. Το σημερινό Κοινοβούλιο της Καταλωνίας θεωρείται ο συμβολικός και ιστορικός διάδοχος αυτού του ιδρύματος.
Προκειμένου να συλλέξουν γενικούς φόρους, τα Δικαστήρια του 1359 καθιέρωσαν μια μόνιμη αντιπροσωπεία από εκπρόσωπους, που ονομάζονταν Γενική Αντιπροσωπεία (στα καταλανικά: Diputació del General), αργότερα κυρίως γνωστή ως Ζενεραλιτάτ, καιη οποία απέκτησε μια σημαντική πολιτική δύναμη κατά τη διάρκεια των επόμενων αιώνων.
Οι τομείς εξουσίας του αραγωνικού Στέμματος επλήγησαν σοβαρά από την πανδημία του«Μαύρου Θανάτου»και αργότερα από τις επιδημίες της πανούκλας. Μεταξύ των ετών 1347 και 1497 η Καταλωνία έχασε το 37% του πληθυσμού της.[6]
Το 1410, ο Βασιλιάς Μαρτίνος Α´ πέθανε χωρίς να αφήσει απογόνους εν ζωή. Σύμφωνα μετον Συμβιβασμό του Κάσπε, Φερδινάνδος από την Καστιλιανικό Οίκο της Τραστάμαρα έλαβε το Στέμμα της Αραγωνίας, ως Φερδινάνδος Α´ της Αραγωνίας. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας τουΙωάννη Β´, κοινωνικές και πολιτικές εντάσεις προκάλεσαν τονΚαταλανικό Εμφύλιο Πόλεμο (1462-1472). Υπό τονγιοτου, Φερδινάνδο Β´, εγκρίθηκε τοConstitució de l'Observança (1481), που καθιέρωσε την υποβολή της βασιλικής εξουσίας στους νόμους που εγκρίθηκαν στα καταλανικά Δικαστήρια. Μετά από δεκαετίες συγκρούσεων, οι χωρικοί της Ρεμένσα (μια μορφή δουλοπαροικίας) απελευθερώθηκαν από την πλειονότητα των φεουδαρχικών καταχρήσεων από τηSentencia Arbitral de Guadalupe (1486).
Ο γάμος της Ισαβέλλας της ΚαστίληςκαιτουΦερδινάνδου Β´ της Αραγωνίας (1469) ενοποίησε τα δύο από τα τρία μεγάλα Χριστιανικά βασίλεια της Ιβηρικής χερσονήσου, ενώ το τρίτο, τοΒασίλειο της Ναβάρρας, ενσωματώθηκε αργότερα έπειτα από την εισβολή του Φερδινανδου Β´ στο Βασκικό βασίλειο το 1512.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της έννοιας της Ισπανίας, η οποία ήταν ήδη παρούσα στο μυαλό αυτών των βασιλιάδων,[7]που αποτελείται από τα πρώην Στέμματα της Αραγωνίας, της Καστίλης και της Ναβάρρας η οποία προσαρτήθηκε στην Καστίλη (το 1515). Το 1492, κατακτήθηκε το τελευταίο εναπομείναν τμήμα της Αλ-Άνταλους γύρω από τη Γρανάδα και ξεκίνησε η ισπανική κατάκτηση της Αμερικής. Η πολιτική εξουσία άρχισε να απομακρύνεται από την Αραγωνία προς την Καστίλλη και, στη συνέχεια, από την Καστίλλη προς τηνΙσπανική Αυτοκρατορία, η οποία ενεπλάκη συχνά σε πολέμους στην Ευρώπη όντας αγωνιζόμενη γιατην παγκόσμια κυριαρχία.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα η Καταλωνία, και μέρος του έπειτα Στέμματος της Αραγωνίας, συνέχισε να διατηρεί τους δικούς της νόμους και συντάγματα, αλλά αυτά σταδιακά διαβρώνονταν κατά τη διαδικασία της μετάβασης από ένα συμβατικό έδαφος προς μια κεντρική κυριαρχία κτήσεων και από τον αγώνα του βασιλιά να πάρει από τα εδάφη όσο το δυνατό περισσότερη εξουσία μέχρι που τελικά αυτά να καταργηθούν, ως αποτέλεσμα της ήττας στονΠόλεμο της ισπανικής Διαδοχής.
Κατά τους επόμενους δύο αιώνες η Καταλωνία ήταν γενικά στη χαμένη πλευρά μιας σειράς πολέμων που οδήγησαν σταθερά σε έναν μεγαλύτερο συγκεντρωτισμό της εξουσίας στην Ισπανία. Παρά το γεγονός αυτό, μεταξύ του 16ουκαι 18ου αιώνα, ο ρόλος της πολιτικής κοινότητας στις τοπικές υποθέσεις καιη γενική κυβέρνησης της χώρας αυξήθηκαν, ενώ οι βασιλικές εξουσίες παρέμειναν σχετικά περιορισμένες, ειδικά μετά από τα δύο τελευταία Δικαστήρια (του 1701-1702 και του 1705-1706). Οι εντάσεις μεταξύ των συνταγματικών καταλανικών οργάνων και της σταδιακά όλο καιπιο συγκεντρωτικής Μοναρχίας, μαζί με άλλους παράγοντες, όπως η οικονομική κρίση, η παρουσία στρατού καιοι εξεγέρσεις αγροτών, προκάλεσαν διάφορες συγκρούσεις, όπως η Καταλανική Εξέγερση, που ονομάζεται επίσης «Πόλεμος των Θεριστών» (1640-1652), στα πλαίσια του Γαλλο-ισπανικού Πολέμου, στον οποίο η Καταλωνία, με επικεφαλής τον πρόεδρο της Ζενεραλιτάτ, Pau Claris, κήρυξε την ίδια ως ανεξάρτητη δημοκρατία υπό γαλλική προστασία το 1641, και αργότερα και πάλι ως ένα πριγκιπάτο της Γαλλικής Μοναρχίας, ωστόσο οι Καταλανοί τελικά νικήθηκαν το 1652.
Το 1659, μετά τηΣυνθήκη των Πυρηναίων, υπογεγραμμένη από τονΦίλιππο Δ´ της Ισπανίας, οι κομάρκες (κομητείες) των Roussillon, Petite, Vallespir και μέρος της Σερδάνια, τώρα γνωστή ως γαλλική Σερντάν, παραχωρήθηκαν στη Γαλλία. Τα πρόσφατα χρόνια, η περιοχή αυτή έχει γίνει γνωστή από τα εθνικιστικά πολιτικά κόμματα στην Καταλωνία ως Βόρεια Καταλωνία (Roussillon στα γαλλικά), μέρος των καταλανόφωνων περιοχών γνωστών ως καταλανικές Χώρες.
Στο τέλος τουΠολέμου της ισπανικής Διαδοχής (στον οποίο οι Καταλανοί καιο στρατός τους, μαζί μετα άλλα βασίλεια του Στέμματος της Αραγωνίας, υποστήριξαν ανεπιτυχώς τη διεκδίκηση του θρόνου από τονΑρχιδούκα Κάρολο της Αυστρίας, ως Κάρολο Γ´ της Ισπανίας) ο νικητής τουΟίκου των Βουρβόνων, Δούκας του Ανζού, πλέον Φίλιππος Ε΄ της Ισπανίας, κατέλαβε την πρωτεύουσα της Καταλωνίας στις 11 Σεπτεμβρίου 1714, ύστερα από μια μακρά πολιορκία, καιτο 1716 υπέγραψε τα διατάγματα Nueva Planta, μετα οποία καταργήθηκε το Στέμμα της Αραγωνίας και όλοι οι υπόλοιποι καταλανικοί θεσμοί και νόμοι (εκτός από το αστικό δίκαιο) και απαγορεύτηκε η χρήση της καταλανικής γλώσσαςσε διοικητικό επίπεδο.
Αργά κατά τον 18οκαι 19ο αιώνα, παρά τη στρατιωτική κατοχή, η επιβολή νέας υψηλής φορολογίας καιη πολιτική οικονομία του Οίκου των Βουρβόνων, η Καταλωνία υπό ισπανική διοίκηση (τώρα ως επαρχία) συνέχισε τη διαδικασία της πρωτο-εκβιομηχάνισης, σχετικά βοηθούμενη στα τέλη του αιώνα, από την απαρχή του ανοικτού εμπορίου προς την Αμερική και από τις προστατευτικές πολιτικές που θεσπίστηκαν από την ισπανική κυβέρνηση, ώστε να γίνει ένα κέντρο της Ισπανικής εκβιομηχάνισης. Έως σήμερα, παραμένει μία από τις πιο βιομηχανοποιημένες περιοχές της Ισπανίας, μαζί μετη Μαδρίτη καιτηΧώρα των Βάσκων. Το 1834, με διάταγμα του υπουργού Javier de Burgos, όλη η Ισπανία οργανώθηκε σε επαρχίες, συμπεριλαμβανομένης της Καταλωνίας, η οποίο διαιρέθηκε σε τέσσερις επαρχίες χωρίς κοινή διοίκηση.
Σε διάφορες περιπτώσεις κατά το πρώτο τρίτο του 20ου αιώνα, η Καταλωνία κέρδισε και έχασε διάφορους βαθμούς αυτονομίας, επαναφέροντας, μετά την ανακήρυξη της Δεύτερης ισπανικής Δημοκρατίας το 1931, τηΖενεραλιτάτ ως θεσμό αυτοδιοίκησης, αλλά όπως και στις περισσότερες περιφέρειες της Ισπανίας, η καταλανική αυτονομία καιο πολιτισμός, συντρίφτηκαν σε έναν άνευ προηγουμένου βαθμό, μετά την ήττα της Δεύτερης ισπανικής Δημοκρατίας (που ιδρύθηκε το 1931) στονισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο (1936-1939) η οποία έφερε τονΦρανσίσκο Φράνκοστην εξουσία. Η δημόσια χρήση της καταλανικής γλώσσας απαγορεύτηκε εκ νέου, ύστερα από μια σύντομη περίοδο της γενικής ανάκαμψης.
Cort General de Catalunya ή Corts Catalanes (Γενικό Δικαστήριο της Καταλωνίας ή καταλανικά Δικαστήρια): κοινοβουλευτικό σώμα καιτο κύριο όργανο του Πριγκιπάτου, που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια του 13ου αιώνα. Καλούμενο και προεδρευόμενο από τον βασιλέα, αποτελούμενο από τις τρεις οντότητες του βασιλείου και ενέκρινε τη νομοθεσία καιτην οικονομική συνεισφορά προς το στέμμα. Επίσης υπηρετούσε ως συμβούλιο του μονάρχη και ως δικαστήριο κατά τη διάρκεια της περιόδου των συνεδριάσεων.
Diputació del General ή Generalitat de Catalunya (Γενική Αντιπροσωπεία ή Ζενεραλιτάτ της Καταλωνίας): μόνιμο συμβούλιο των βουλευτών, που δημιουργήθηκε το 1359 από τα Δικαστήρια προκειμένου να εισπράξει τους γενικούς φόρους, και αργότερα απέκτησε πολιτική δύναμη καιτα καθήκοντα εισαγγελέα, ώστε να γίνει τοπιο σχετικό καταλανικό ίδρυμα κατά την πρώιμη σύγχρονη εποχή.
Consell de Cent de Barcelona (Συμβούλιο των Εκατό της Βαρκελώνης): θεσμικό όργανο της κυβέρνησης της πόλης της Βαρκελώνης, που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιάκωβου Α´. Η δημοτική αρχή στηριζόταν σε πέντε, αργότερα, έξι σύμβουλους (ηγουμένη από τονConseller en cap, Επικεφαλής Σύμβουλος, που εκλέγονται από το Συμβούλιο των εκατό ατόμων (jurats).
Reial Audiència θα Reial Consell de Catalunya (Βασιλικό Κοινό και Βασιλικό Συμβούλιο της Καταλωνίας): το ανώτατο δικαστήριο της Καταλωνίας και έδρα της κυβέρνησης. Τα μέλη της εκλέγονταν από τον βασιλιά, και προεδρεύετο από τον πρύτανη (Canceller) κατά τη διάρκεια της απουσίας του βασιλιά καιτου αντιβασιλέα.
Conferència dels Tres Comuns (Διάσκεψη των Τριών Κοινών): κοινή συνάντηση τωνπιο δυναμικών οργάνων του Καταλανικού συνταγματικού συστήματος κατά τη διάρκεια του 17ουκαι 18ου αιώνα, η Γενική Αντιπροσωπεία, η Στρατιωτική Περιουσία καιτο Συμβούλιο των Εκατό, προκειμένου να συζητήσουν τα πολιτικά προβλήματα του Πριγκιπάτου.
Junta de Braços (Γενικές Κτήσεις): έκτακτο συμβούλιο της Ζενεραλιτάτ, που αποτελούταν από κάποια μέλη των Δικαστηρίων και λειτουργούσε όπως το σώμα αυτό, αλλά χωρίς επίσημη νομοθετική εξουσία.
Tribunal de Contrafaccions (Δικαστήριο των Παραβάσεων): δικαστήριο που δημιουργήθηκε από τα Δικαστήρια του 1701-1702 προκειμένου να διασφαλιστεί η εφαρμογή των συνταγμάτων καινα λυθεί καινα διωχθεί κάθε πράξη (συμπεριλαμβανομένου αυτών που γίνονται από τον βασιλιά ή τους αξιωματικούς του) αντίθετη μετην καταλανική νομοθεσία. Τα μέλη του εκλέγονταν σε ισοτιμία από τα θεσμικά όργανα της επικράτειας και από τον βασιλιά. Αντιπροσώπευε μια σημαντική πρόοδο σχετικά μετην εγγύηση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων, ακόμη καισε Ευρωπαϊκό πλαίσιο.[8]
Usatges de Barcelona (Παραδόσεις της Βαρκελώνης): συλλογή εθίμων και νομοθεσιών με βάση τοΡωμαϊκόκαι Βησιγοτθικό δίκαιο της Κομητείας της Βαρκελώνης, που εφαρμόζονταν στην πράξη σε όλο το Πριγκιπάτο, τα οποία συνθέτουν τη βάση των καταλανικών συνταγμάτων.
Constitucions de Catalunya (καταλανικά συντάγματα): νόμοι που εκδίδονταν από τον βασιλιά και εγκρίνονταν από τα καταλανικά Δικαστήρια. Είχαν υπεροχή έναντι των άλλων νομικών κανόνων, και μπορούσαν να ανακληθούν μόνο από τα ίδια τα Δικαστήρια.
Capítols de Cort (Κεφάλαια του Δικαστηρίου): νόμοι που εκδίδονται από τα Δικαστήρια και επικυρώνονταν από τον βασιλιά.
Actes de Cort (Πράξεις των Δικαστηρίων): μικρές νομοθετικές πράξεις και άλλοι κανόνες και βαθμοί που εκδίδονται από τα Δικαστήρια καιτα οποία δεν απαιτούσαν την επίσημη έγκριση του βασιλιά.
Ως Κράτος υπό βασιλική κυριαρχία, η Καταλωνία, όπως καιοι άλλες πολιτικές οντότητες της περιόδου, δεν είχε δική του σημαία ή έμβλημα μετη σύγχρονη έννοια. Ωστόσο, πολλά από τα βασιλικά και άλλα σύμβολα χρησιμοποιήθηκαν προκειμένου να προσδιορίσει το Πριγκιπάτο καιτα θεσμικά του όργανα.
Η Senyera είναι μια από τις παλαιότερες σημαίες στην Ευρώπη που χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα (αλλά όχι σε συνεχή χρήση). Υπάρχουν διάφορες θεωρίες που υποστήριζαν είτε την καταλανική είτε την Αραγωνική προέλευση του συμβόλου αυτού. Συνήθως χρησιμοποιούνταν στις αρχές της σύγχρονης περιόδου, ως σημαία προσδιορισμού του Πριγκιπάτου της Καταλωνίας.
Βασιλικό οικόσημο του βασιλιά της Αραγωνίας και κόμη της Βαρκελώνης μέχρι τον 16ο αιώνα.
Οικόσημο μετο αραγωνέζικο στέμμα της πρώιμης σύγχρονης περιόδου.
Σημαία του Αγίου Γεωργίου, που χρησιμοποιείτο από τη Γενική Αντιπροσωπεία ή Ζενεραλιτάτ καιτον στρατό της.
Σημαία της Βαρκελώνης, πρωτεύουσα του Πριγκιπάτου, άλλαξε κατά τα τελευταία χρόνια από τη σημαία της Saint Eulalia. Εμφανίζεται επίσης σε ορισμένους χάρτες ως σημαία που προσδιόριζε το Πριγκιπάτο της Καταλωνίας.
Οι κόμητες της Βαρκελώνης συχνά θεωρούνταν princeps ή primus inter pares ("πρώτοι μεταξύ ίσων") από τους άλλους κόμητες της ισπανικής Μαρκιωνίας, τόσο λόγω της στρατιωτικής και της οικονομικής τους ισχύος, όσο και λόγω της υπεροχής της Βαρκελώνης συγκριτικά με τις άλλες πόλεις.
Έτσι, ο Κόμης της Βαρκελώνης, Ραϋμόνδος Βερεγγάριος Α´ αποκαλούνταν «Πρίγκιπας της Βαρκελώνης, Κόμης της Ζιρόναςκαι Μαρκήσιος της Οσόνας» (princeps Barchinonensis, comes Gerundensis, marchio Ausonensis) σε Πράξη Αφιέρωσης από τονΚαθεδρικό ναό της Βαρκελώνης (το 1058). Υπάρχουν επίσης αρκετές αναφορές γιατονΠρίγκιπασε διάφορα σημεία τωνΠαραδόσεων της Βαρκελώνης, τη συλλογή των νόμων με τους οποίους κυβερνιόταν η κομητεία από τις αρχές του 11ου αιώνα. Η Παράδοση #64 αποκαλεί principatusτην ομάδα των κομητειών που αποτελούσαν αυτές της Βαρκελώνης, της Ζιρόνας και της Οσόνας, όλες υπό την εξουσία του κόμη της Βαρκελώνης.[9]
Η πρώτη αναφορά στοPrincipatus Cathaloniae βρίσκεται στη σύγκληση τωνΔικαστηρίωνστηνΠερπινιάν, το 1350, υπό την προεδρία του βασιλιά Πέτρου Δ´ της Αραγωνίας καιΓ´ της Βαρκελώνης. Σκοπός της ήταν να δείξει ότι τα εδάφη που τελούσαν υπό τους νόμους που προέκυπταν από αυτά τα Δικαστήρια δεν ήταν ένα βασίλειο, αλλά η προέκταση της επικράτειας υπό την εξουσία του Κόμη της Βαρκελώνης, ο οποίος ήταν επίσης ο βασιλιάς της Αραγωνίας, όπως φαίνεται στο «Actas de las cortes generales de la Corona de Aragón 1362-1363».[10] Ωστόσο, φαίνεται πως υπάρχει μια παλαιότερη αναφορά, σε ένα πιο ανεπίσημο πλαίσιο, στα χρονικά τουΡαμόν Μουντανέ.[εκκρεμεί παραπομπή]
Καθώς ο Κόμης της Βαρκελώνης καιτα Δικαστήρια πρόσθεταν περισσότερες κομητείες υπό τη δικαιοδοσία τους, όπως ηΚομητεία του Ουρζέλ, το όνομα «Καταλωνία», η οποία αποτελείται από διάφορες κομητείες με διαφορετικά ονόματα συμπεριλαμβανομένου της Κομητεία της Βαρκελώνης, χρησιμοποιήθηκε γιατο σύνολο των κομητειών αυτών. Οι όροι ΚαταλωνίακαιΚαταλανοί συχνά χρησιμοποιούνταν γιανα αναφερθούν στην επικράτεια στη Βορειοανατολική Ισπανία και δυτική Μεσογειακή Γαλλία, καθώς και στους κατοίκους της, και όχι μόνο στην κομητεία της Βαρκελώνης, τουλάχιστον από τις αρχές του 12ου αιώνα, όπως δείχνουν οι πρώτες καταγραφές αυτών των ονομάτων στο Liber Maiolichinus (γύρω στο 1117-1125).
Το 1931, τοΡεπουμπλικανικό κίνημα ευνόησε την εγκατάλειψη των όρων αυτών, διότι σχετίζονταν ιστορικά μετημοναρχία.
Η ονομασία «Πριγκιπάτο της Καταλωνίας» αφθονεί σε ιστορική τεκμηρίωση που αναφέρεται στην Καταλωνία από τα μέσα του δέκατου τέταρτου αιώνα μέχρι στις αρχές του δέκατου ένατου αιώνα. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που διεξάγεται τις τελευταίες δεκαετίες, θεωρείται ότι ήταν κατά το δεύτερο μισό του δωδέκατου αιώνα όταν οι καταλανικές κομητείες σχημάτισαν μια ενιαία και συνεκτική πολιτική οντότητα που αποκαλούταν «Καταλωνία», παρόλο πουη δικαιοδοσία σε αυτή ήταν χωρισμένη. Αυτό συνέβη επειδή οι κόμητες της Βαρκελώνης έγιναν από τη μία κυρίαρχοι στην πλειονότητα των καταλανικών κομητειών και από την άλλη βασιλείς της Αραγωνίας, πράγμα που τους βοήθησε να κυριαρχήσουν επί των υπόλοιπων αυτόνομων καταλανικών κομητών (τουΠαλιάρς, τουΟυρζέλκαι της Ενπούριες), σε περίπτωση που αυτοί δεν ήταν φεουδαρχικά υποτελείς τους, ενώ επίσης, ενσωμάτωσαν στον εκτεταμένο τομέα τους καιτα Ισλαμικά εδάφη της Τορτόζαςκαι της Λιέιδα. Από τον δέκατο τρίτο αιώνα, γιαμια πολιτική οντότητα που προκύπτει από αυτή τη διαδικασία, επανειλημμένα αναφερόταν ο όρος «βασίλειο» ως ένα μεσαιωνικό κράτος, δηλαδή τη μοναρχική κυβέρνηση πολιτικού καθεστώς του δημοσίου τομέα.
Εντούτοις, εδραιώθηκε επίσημα αυτή η ονομασία, επειδή, για διάφορους ιστορικούς λόγους, οι ηγεμόνες του Βασιλείου της Αραγωνίας δεν χρησιμοποιούσαν ποτέ τον τίτλο του «Βασιλιά της Καταλωνίας». Στο σημείο αυτό είναι όπου έρχεται η χρήση του όρου «πριγκιπάτο», αφού τουλάχιστον από τον δωδέκατο αιώνα, η λέξη ήταν συνώνυμο του συνολικού όρου «βασίλειο», το οποίο αναφερόταν γενικά σε πολιτικές οντότητες που κατηγοριοποιούν ιστοριογραφικάτην έκφραση «Μεσαιωνικά Κράτη». Ωστόσο, δεν ήταν πριντον δέκατο τέταρτο αιώνα και συγκεκριμένα από το 1350 και έπειτα, όταν μέσα από το έργο τουΠέτρου Γ´ της Αραγωνίας, το Πριγκιπάτο της Καταλωνίας έγινε ένα επίσημο και δημοφιλές όνομα. Αυτή η πολιτική οντότητα ήταν μέρος κάποιων σύνθετων μοναρχιών ή δυναστικών συνενώσεων ως το Στέμμα της Αραγωνίας, ηισπανική ΜοναρχίακαιτοΒασίλειο της Γαλλίας (1641-1652), επί ίσοις όροις με άλλες πολιτικές κοινότητες της ίδιας εποχής, ή εξωτερικά σε σχέση με τέτοιες μεγάλες αυτοκρατορίες, όπως ήταν καιτα βασίλεια της Καστίλης, της Αραγωνίας, της Βαλένθια, της Αγγλίας ή το Δουκάτο του Μιλάνου, γιανα αναφέρουμε μερικά.
Μετην καταστροφή του καταλανικού Κράτους δια της βίας, ως αποτέλεσμα του Πολέμου της ισπανικής Διαδοχής (1705-1714), τα εδάφη που προσαρτώνται στην Καστίλλη γίνονται μια επαρχία ενός νέου καιπιο ενοποιημένου Βασιλείου των Βουρβόνων της Ισπανίας, αλλά το «πριγκιπάτο» συνέχισε να αποτελεί την ονομασία της περιοχής, όπως μάρτυρα το Διάταγμα των Νέων Εγκαταστάσεων, που δημιούργησε το Βασιλικό Κοινό του Πριγκιπάτου της Καταλωνίας το 1716. Η κατάσταση αυτή παρέμεινε μέχρι πουτο Βασίλειο της Ισπανίας είχε διαμορφωθεί μόνιμα, παρά τους πολλούς Καρλικούς Πολέμους, σε ένα φιλελεύθερο κράτος το 1833, όταν ο Γραμματέας Javier de Burgos εξάλειψε την επαρχία του Πριγκιπάτου της Καταλωνίας, διαιρώντας την επικράτεια σε τέσσερις επαρχίες που εξακολουθούν έως σήμερα να υφίστανται. Έτσι ο όρος εξαφανίστηκε από τη διοικητική και πολιτική πραγματικότητα της χώρας.
Ούτε το Καταστατικό της Αυτονομίας της Καταλωνίας, ούτε το ισπανικό Σύνταγμα, ούτε τογαλλικό Σύνταγμα αναφέρουν αυτή την ονομασία, που όμως είναι αρκετά δημοφιλής μεταξύ τωνΚαταλανών εθνικιστώνκαιτων υποστηρικτών της ανεξαρτησίας, παρά το γεγονός πως οι περισσότεροι από αυτούς είναι ρεπουμπλικάνοι.
Η Καταλωνία αποτελεί τον αρχικό πυρήνα όπου ομιλούνται τακαταλανικά. Η καταλανική γλώσσα μοιράζεται κοινά χαρακτηριστικά με τις λατινογενείς γλώσσες της Ιβερίας και της Γαλλο-λατινογενείς γλώσσες της νότιας Γαλλίας, ενώ θεωρείται από μια μειοψηφία τωνγλωσσολόγων ως Ιβηρο-Ρομανική γλώσσα (την ομάδα που περιλαμβάνει καιτα ισπανικά), και από την πλειοψηφία τους ως Γαλατορομανική γλώσσα, όπως η γαλλική ή ηΟξιτανική από την οποία τα καταλανικά διαφοροποιήθηκαν μεταξύ του 11ουκαιτου 14ου αιώνα.[11]
Τα Καταλανικά έχουν επίσημο καθεστώς αναγνώρισης παράλληλα μετα ισπανικά στις Βαλεαρίδες ΝήσουςκαιστηΒαλενθιανική Χώρα (που ονομάζονται Βαλενθιανικά), καθώς καιτα Αλγκερικά καταλανικά μαζί μετα ιταλικά στην πόλη Αλγκέρο ενώ στηνΑνδόρρα είναι αναγνωρισμένα ως η μόνη επίσημη γλώσσα.
↑Sesma Muñoz, José Angel. La Corona de Aragón. Una introducción crítica. Zaragoza: Caja de la Inmaculada, 2000 (Colección Mariano de Pano y Ruata - Dir. Guillermo Fatás Cabeza). (ISBN84-95306-80-8).