*Σχηματίζουν την πολυφυλετική ομάδα τωνΓυμνόσπερμων(Gymnospermae)
Μετον όρο φυτό (αγγλικά: plant) χαρακτηρίζεται ένας από τους τύπους τωνοργανισμών, με τους οποίους εμφανίζεται η ζωή στον πλανήτη Γη. Ο όρος φυτό είναι γενική ονομασία που δίνεται στα ποώδη, θαμνώδη και δενδρώδη ζώντα είδη. Τα Φυτά (Plantae) αποτελούν ένα από τα τέσσερα βασίλεια (μαζί μεταΖώα, ταΠρώτιστακαι τους Μύκητες) που σχηματίζουν το υπερβασίλειο των Ευκαρυωτικών οργανισμών (Ευκάρυα). Μέχρι το 2010 είχαν βρεθεί 300-315 χιλιάδες είδη φυτών, εκτων οποίων τα 260-290 χιλιάδες ήταν Σπερματόφυτα.
Σαφή όρια μεταξύ των ζώων καιτων φυτών είναι δύσκολο να ανευρεθούν και, τις περισσότερες φορές, η διάκριση αυτών είναι τεχνητή, ιδιαίτερα στο επίπεδο των μικροοργανισμών. Τούτο είναι δε πολύ φυσικό αφού καιοι δύο κατηγορίες φέρονται να εξελίχθηκαν από ίδιους προγονικούς παράγοντες. Τα ανώτερα, όμως, φυτά διακρίνονται σαφώς από τα ζώα. Ως κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα των φυτών (φυτικών οργανισμών) προβάλλονται: η αδυναμία μετακίνησης και μερική έλλειψη αισθήσεων, η παρουσία χλωροφύλληςκαιη θρέψη αυτών από ανόργανες ενώσειςμετη λειτουργία της φωτοσύνθεσης. Επίσης, η παρουσία στα φυτικά κύτταρα της κυτταρίνης, που λείπει τελείως στα ζωικά, είναι εκείνη που αποτελεί καιτον ασφαλέστερο χαρακτήρα των φυτών.
Ηεπιστήμηπου εξετάζει τα φυτά ονομάζεται Φυτολογία ή Βοτανική.
Τα φυτά είναι μια από τις δύο ομάδες στις οποίες παραδοσιακά χωρίζονται οι οργανισμοί· η άλλη είναι ταζώα. Η διαίρεση χρονολογείται τουλάχιστον από τονΑριστοτέλη (384 π.Χ. - 322 π.Χ.), ο οποίος διέκρινε σε φυτά, που γενικά δεν κινούνται, καισε ζώα, τα οποία συχνά κινούνται γιανα πιάσουν την τροφή τους. Πολύ αργότερα, όταν οΛινναίος (1707-1778) δημιούργησε τη βάση του σύγχρονου συστήματος επιστημονικής ταξινόμησης, οι δύο αυτές ομάδες έγιναν τα βασίλεια Vegetabilia (αργότερα Metaphyta ή Φυτά) και Animalia (ονομάζονται επίσης Μετάζωα). Από τότε έχει καταστεί σαφές ότι στο φυτικό βασίλειο, όπως είχε αρχικά οριστεί, περιλαμβάνονταν αρκετές άσχετες ομάδες, όπως οιμύκητεςκαι αρκετές ομάδες φυκών, οι οποίες αφαιρέθηκαν και ταξινομήθηκαν σε νέα βασίλεια. Ωστόσο, οιεν λόγω οργανισμοί εξακολουθούν να θεωρούνται συχνά φυτά, κυρίως σε δημοφιλή πλαίσια.
Έξω από τα επίσημα επιστημονικά πλαίσια, ο όρος "φυτό" υπονοεί συσχετισμό με ορισμένα χαρακτηριστικά, όπως τονα είναι ο οργανισμός πολυκύτταρος, να διαθέτει κυτταρίνη, καινα έχει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει φωτοσύνθεση.
Όταν το όνομα φυτό χρησιμοποιείται γιαμια συγκεκριμένη ομάδα οργανισμών ή ταξινομική βαθμίδα, συνήθως αναφέρεται σε μία από τρεις έννοιες. Από τη στενότερη στην ευρύτερη, υπάρχουν αυτές οι τρεις κατηγοριοποιήσεις:
Όνομα
Περιγραφή
Χερσαία φυτά, γνωστά και ως Εμβρυόφυτα ή Μετάφυτα.
Αυτή η ομάδα περιλαμβάνει ταβρύακαιτατραχειόφυτα, καθώς καιτα απολιθωμένα φυτά που μοιάζουν με τις επιζήσασες ομάδες.
Πράσινα φυτά - γνωστά και ως ΧλωροβιοτάκαιViridiplantae
Αυτή η ομάδα περιλαμβάνει τα χερσαία φυτά συν διάφορες ομάδες χλωροφυκών, μαζί μετα χαρόφυτα. Οι ομάδες αυτές διαφέρουν πολύ τα Viridiplantae περιλαμβάνουν την ομάδα οργανισμών που έχουν χλωροφύλλη ακαιβ, πλαστίδια που περιορίζονται από δύο μεμβράνες και κυτταρίνη στο κυτταρικό τοίχωμά τους.
Τα φύκη περιλαμβάνουν πολλές διαφορετικές ομάδες οργανισμών που παράγουν ενέργεια μέσω της φωτοσύνθεσης καιγιατο λόγο αυτό έχουν συμπεριληφθεί στο φυτικό βασίλειο καιστο παρελθόν. Ταπιο εμφανή από τα φύκια είναι τα θαλάσσια φύκια, πολυκύτταρα φύκη που μπορεί να μοιάζουν σχεδόν μετα χερσαία φυτά, αλλά κατατάσσονται μεταξύ των καφέ, κόκκινωνκαιπράσινων φυκών. Κάθε μια από αυτές τις ομάδες φυκών περιλαμβάνει επίσης διάφορους μικροσκοπικούς και μονοκύτταρους οργανισμούς. Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι κάποιες από αυτές τις ομάδες φυκών προέκυψαν ανεξάρτητα από ξεχωριστούς μη φωτοσυνθετικούς προγόνους, με αποτέλεσμα πολλές ομάδες φυκών ναμην κατατάσσονται πλέον στο φυτικό βασίλειο, όπως αυτό ορίζεται εδώ.
Τα πράσινα φυτά - πράσινα φύκη και χερσαία φυτά - σχηματίζουν ένα κλάδο, μια ομάδα που αποτελείται από όλους τους απογόνους ενός κοινού προγόνου. Με λίγες εξαιρέσεις μεταξύ των πράσινων φυκών, όλα τα πράσινα φυτά έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά, συμπεριλαμβανομένων των κυτταρικών τοιχωμάτων που περιέχουν κυτταρίνη, των χλωροπλαστών που περιέχουν χλωροφύλλη ακαιβ, και της αποθήκευσης τροφίμων μετη μορφή αμύλου. Υφίστανται μίτωση χωρίς κεντρύλλια και συνήθως έχουν μιτοχόνδρια με επίπεδα ακρολόφια. Οι χλωροπλάστες των πράσινων φυτών περιβάλλονται από δύο μεμβράνες, γεγονός που υποδηλώνει ότι προέρχονται απευθείας από ενδοσυμβιωτικά κυανοβακτήρια.
Δύο επιπλέον ομάδες, ταΡοδόφυτα (κόκκινα φύκια) καιταΓλαυκόφυτα, έχουν επίσης χλωροπλάστες που φαίνεται να προέρχονται απευθείας από ενδοσυμβιωτικά κυανοβακτήρια, ανκαι διαφέρουν ως προς τις χρωστικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στη φωτοσύνθεση και έτσι έχουν διαφορετικό χρώμα. Καιοι τρεις ομάδες μαζί γενικά πιστεύεται ότι έχουν μια ενιαία κοινή καταγωγή, και έτσι ταξινομούνται μαζί στην ταξινομική ομάδα Αρχαιοπλάστιδα, της οποίας το όνομα υπονοεί ότι οι χλωροπλάστες ή πλαστίδια όλων των μελών της ταξινομικής μονάδας προήλθαν από ένα ενιαίο αρχαίο ενδοσυμβιωτικό γεγονός. Αυτός είναι ο ευρύτερος σύγχρονος ορισμός των φυτών.
Αντιθέτως, τα περισσότερα άλλα φύκια (π.χ. ετεροκοντόφυτα, απτόφυτα, δινομαστιγωτά, καιευγλήνες) όχι μόνο έχουν διαφορετικές χρωστικές, αλλά έχουν και χλωροπλάστες που περιβάλλονται από τρεις ή τέσσερις μεμβράνες. Δεν είναι στενοί συγγενείς των αρχαιοπλάστιδων, έχοντας προφανώς αποκτήσει χλωροπλάστες ξεχωριστά από αφομοιωθέντα ή συμβιωτικά πράσινα και κόκκινα φύκια. Επομένως, δεν περιλαμβάνονται ακόμη καιστον ευρύτερο σύγχρονο ορισμό του φυτικού βασιλείου, ανκαι ανήκαν σε αυτό στο παρελθόν.
Η ταξινόμηση των μυκήτων ήταν αμφιλεγόμενη μέχρι πολύ πρόσφατα στηνιστορία της βιολογίας. Η αρχική ταξινόμηση του Λινναίου τοποθετούσε τους μύκητες στα φυτά, δεδομένου ότι αναμφισβήτητα δεν ήταν ζώα ή ορυκτά και αυτή ήταν η μόνη άλλη εναλλακτική λύση. Με μεταγενέστερες εξελίξεις στη μικροβιολογία, τον 19ο αιώνα οΕρνστ Χέκελ αισθάνθηκε ότι ένα τρίτο βασίλειο ήταν αναγκαίο γιατην κατάταξη των μικροοργανισμών που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα. Η εισαγωγή του νέου βασιλείου Πρώτιστα εκτός από Φυτά και Ζώα, οδήγησε σε αβεβαιότητα ως προς τοανοι μύκητες πραγματικά ήταν ορθότερα ταξινομημένοι στα φυτά ή ανθα έπρεπε να επαναταξινομηθούν ως πρώτιστα. Ο ίδιος ο Χέκελ δυσκολεύτηκε να αποφασίσει και μόνο το 1969 βρέθηκε μια λύση, σύμφωνα μετην οποία οΡόμπερτ Γουίτακερ (Robert Whittaker) πρότεινε τη δημιουργία του βασιλείου των μυκήτων. Μοριακά στοιχεία έχουν δείξει ότι από ο τελευταίος κοινός πρόγονος των μυκήτων ήταν ίσως πιο παρόμοιος με αυτόν των ζώων από ότι με αυτόν των φυτών ή οποιουδήποτε άλλου βασιλείου.
Η αρχική ανακατάταξη του Whittaker βασίστηκε στις θεμελιώδεις διαφορές στη διατροφή μεταξύ των μυκήτων καιτων φυτών. Σε αντίθεση μετα φυτά, τα οποία αποκτούν γενικά άνθρακα μέσω της φωτοσύνθεσης, και έτσι ονομάζονται αυτότροφοιφωτότροφοι οργανισμοί, οι μύκητες αποκτούν άνθρακα από την αποικοδόμηση και απορρόφηση γύρω υλικών, και έτσι ονομάζονται ετερότροφοισαπρότροφοι. Επιπλέον, η υποδομή των πολυκύτταρων μυκήτων είναι διαφορετική από εκείνη των φυτών, λαμβάνοντας τη μορφή πολλών μικροσκοπικών νημάτων που ονομάζονται υφές, οι οποίες μπορεί να υποδιαιρούνται περαιτέρω σε κύτταρα ή μπορεί να σχηματίζουν ένα συγκύτιο που περιέχει πολλούς ευκαρυωτικούς πυρήνες. Τα καρποφόρα όργανα, εκτων οποίων ταμανιτάρια είναι πιο γνωστό παράδειγμα, είναι οι αναπαραγωγικές δομές των μυκήτων, και είναι διαφορετικές από οποιεσδήποτε δομές των φυτών.
Ο πίνακας που ακολουθεί παρουσιάζει τον εκτιμώμενο αριθμό των ειδών πρασίνων φυτών (Viridiplantae) ανά ομάδες. Στον πίνακα φαίνεται ότι υπάρχουν τουλάχιστον 300.000 ζώντα είδη, εκτων οποίων τα περισσότερα ανήκουν στα αγγειόσπερμα. (Σημ.: Επειδή τα δεδομένα είναι από διαφορετικές πηγές και διαφορετικές ημερομηνίες, δεν είναι κατ' ανάγκη συγκρίσιμα, και, όπως όλες οι εκτιμήσεις περί αριθμών ειδών, υπόκεινται σε κάποιον βαθμό αβεβαιότητας.)
Η εξέλιξη των φυτών έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των επιπέδων της πολυπλοκότητας, από τα πρώτα φύκια, μέσα από τα βρυόφυτα, τα λυκόποδα, τις φτέρες στα σύνθετα γυμνόσπερμα και αγγειόσπερμα του σήμερα. Οι ομάδες που εμφανίστηκαν νωρίτερα συνεχίζουν να αναπτύσσονται, ιδίως στο περιβάλλον στο οποίο εξελίχθηκαν.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι τα πρώτα φύκη σχηματίστηκαν πάνω στηγη 1.200 εκατομμύρια χρόνια πριν, αλλά δεν ήταν μέχρι τηνΟρδοβίκια περίοδο, περίπου 450 εκατομμύρια χρόνια πριν, πουτα χερσαία φυτά εμφανίστηκαν. Ωστόσο, νέα στοιχεία από τη μελέτη των αναλογιών των ισοτόπων τουάνθρακασε βράχους τουΠροκάμβριου έχει δείξει ότι τα σύνθετα φωτοσυνθετικά φυτά αναπτύχθηκαν πάνω στηγηπριν από 1 δις χρόνια. Αυτά ξεκίνησαν να διαφοροποιούνται προς το τέλος της Σιλούριας περιόδου, περίπου 420 εκατομμύρια χρόνια πριν, καιτα αποτελέσματα της διαφοροποίησής τους εμφανίζονται με αξιοσημείωτη λεπτομέρεια σε σύμπλεγμα απολιθωμάτων του πρώιμου Δεβονίου από τον πυριτόλιθο του Rhynie ("Rhynie chert", Rhynie, Σκωτία). Σε αυτόν τον πυριτόλιθο διατηρούνται τα πρώτα φυτά με κυτταρική λεπτομέρεια, απολιθωμένα σε ηφαιστειακές πηγές. Έως τα μέσα της Δεβόνιας Περιόδου τα περισσότερα από τα χαρακτηριστικά που αναγνωρίζονται στα φυτά σήμερα είναι παρόντα, συμπεριλαμβανομένων των ριζών, των φύλλων καιτου δευτερεύοντος ξύλου, και μέχρι το ύστερο Δεβόνιο είχαν αναπτυχθεί οι σπόροι. Τα φυτά του ύστερου Δεβονίου είχαν έτσι φτάσει έτσι σε ένα βαθμό πολυπλοκότητας που τους επέτρεψε καινα σχηματίσουν δάση ψηλών δέντρων. Η εξελικτική καινοτομία συνεχίστηκε και μετά τη Δεβόνια περίοδο. Οι περισσότερες ομάδες φυτών ήταν σχετικά αλώβητες από τηνΠέρμια-Τριασική εξαφάνιση, ανκαιοι δομές των κοινοτήτων αλλάξαν. Αυτό ίσως να προετοίμασε το σκηνικό γιατην ανάπτυξη των ανθοφόρων φυτών στοΤριαδικό (~ 200 εκατομμύρια χρόνια πριν), η οποία ανάπτυξη ήταν εκρηκτική στηνΚρητιδική περίοδοκαιτο Τριτογενές. Η τελευταία μεγάλη ομάδα φυτών που αναπτύχθηκε ήταν τα χόρτα, τα οποία έγιναν σημαντικά στα μέσα του Τριτογενούς, πριν από περίπου 40 εκατομμύρια χρόνια. Τα χόρτα, καθώς και πολλές άλλες ομάδες, ανέπτυξαν νέους μηχανισμούς μεταβολισμού γιανα επιβιώσουν των χαμηλών συγκεντρώσεων CO2καιτων θερμών και ξηρών συνθηκών στους τροπικούς τα τελευταία 10 εκατομμύρια χρόνια.
Σχετικά μετην ικανότητα της διατροφής τους, τα φυτά διακρίνονται σεαυτότροφακαιετερότροφα. Αυτότροφα είναι τα φυτά εκείνα που χάρη στην παρουσία της χλωροφύλληςπου απορροφά την ακτινοβολούμενη ενέργεια του ηλιακού φωτός είναι ικανά να αυξήσουν το σώμα τους, μετατρέποντας τις ανόργανες ουσίες του εδάφους καιτου αέρα σε οργανικές συνθέσεις. Τα ετερότροφα φυτά είναι εκείνα που είναι ανίκανα γιαμια αυτόνομη ζωή καιζουνσε βάρος άλλων οργανισμών (παράσιτα) ή αναπτύσσονται πάνω σε οργανικές ουσίες που βρίσκονται σε κατάσταση αποσύνθεσης (σαπρόφυτα).
Τα φυτά ανάλογα μετη μορφή τους διακρίνονται σε: ξυλώδη (π.χ. δέντρα), στα οποία οβλαστόςκαιτα κλαδιά είναι ξυλοποιημένα, σεθαμνώδη, πουδεν έχουν πραγματικό κορμό, αλλά ξυλοποιημένα κλαδιά που φυτρώνουν από το έδαφος, σε φρυγανώδη, σε αναρριχώμενα καισεποώδη.
Επίσης τα φυτά διακρίνονται σε καλλιεργούμενα, σε άγρια, σε φυτά των τοίχων, σε φυτά φαρμακευτικά, που χρησιμεύουν στηνΙατρική ως φάρμακα, σε δηλητηριώδη κ.ά. Επίσης σεξηρόφυταπουζουνσε ξερά περιβάλλοντα, σε υδρόφυτα που προτιμούν ποσότητα νερού, σεθερμόφιλα, σε ψυχρόφιλα κλπ.
Γενικά η μορφολογία των φυτών ασχολείται τόσο μετη μορφή, τη κατασκευή καιτα μέρη των φυτών, όσο καιμε τις σχέσεις αυτών μεταξύ τους καιμετο σύνολο στο χώρο τους. Σημαντικό αντικείμενο επίσης είναι η αναζήτηση ομοιοτήτων μεταξύ των διαφόρων ομάδων. Συνεπώς πρόκειται για μία συγκριτική που διενεργείται υπό το φως της εξελικτικής μεταβολής της ανάπτυξης των φυτών. Έτσι οι μορφολογικές σπουδές ακολουθούν τρεις μεθόδους: α) τη σύγκριση των πλήρων μορφών των φυτών που υφίστανται σήμερα, β) τη σύγκριση αυτών με εκείνα που έχουν εκλείψει, (απολιθωμένα λείψανα), καιγ) την παρατήρηση επί της ανάπτυξης καθενός ατόμου χωριστά (οντογένεση).
Η Μορφολογία των φυτών διακρίνεται στην "εξωτερική μορφολογία", που πραγματεύεται την εξωτερική μορφή των φυτών, καιστην "εσωτερική μορφολογία" που εξετάζει την εσωτερική δομή των φυτών. Αυτή επιμέρους διακρίνεται στη "φυτική κυτταρολογία" που εξετάζει τη μορφή, τη σύσταση, κλπ. του κυττάρου καιστην ανατομία ή "ιστολογία του φυτού" που εξετάζει τις διάφορες μορφές των φυτικών μερών, που προέρχονται από τη συναρμογή των φυτικών κυττάρων.
Στα απλούστερα φυτά το σώμα τους συνίσταται από ένα και μόνο κύτταρο, μέσα στο οποίο και πραγματοποιούνται όλες οι λειτουργίες της ζωής. Σύμφωνα μετην εξελικτική θεωρία τα απλά αυτά φυτικά κύτταρα συνενώθηκαν σε αποικίες ως αθροίσματα, αρχικά με χαλαρό δεσμό και αργότερα με σταθερότερο, απ΄ όπου και προέκυψαν ταπολυκύτταρα φυτά. Παράλληλα δεμετον "καταμερισμό της εργασίας" που αρχικά εκδηλώθηκε μεταξύ των διαφόρων μερών του πολυκύτταρου σώματος, βαθμιαία άρχισε καιη διαφοροποίηση των μερών αυτών η οποία και οδήγησε τελικά στο πολύπλοκο φυτικό σώμα των ανωτέρων φυτών. Έτσι, ενώ στα κατώτερα φυτά ένα τμήμα μπορεί να εκτελέσει όλες της λειτουργίες, στα ανώτερα φυτά οι διάφορες λειτουργίες γίνονται μέσα σε ίδια όργανα, όπου τα κύτταρα αθροίζονται σε καθορισμένους και ειδικευμένους ιστούς. Στα κατώτερα φυτά, (θαλλόφυτα), η πολυπλοκότητα της μορφής και της κατασκευής τους εμφανίζει ποικίλες διαβαθμίσεις. Ομάδες τωναλγών όπως φαιοφύκη καιερυθροφύκη μοιάζουν συχνά με ανώτερα φυτά ως προς το σχηματισμό καιτη διάταξη των μερών του σώματός τους. Σταδεβρυόφυταη σταδιακή διαφοροποίηση του θαλλού παρουσιάζει ακόμη στενότερη και παράλληλη ανάπτυξη ως προς τα ανώτερα φυτά. Κάποια μάλιστα εξ αυτών έχουν βλαστόμορφα και φυλλόμορφα σωματικά τμήματα που μοιάζουν με όργανα ανωτέρων φυτών. Πάντως ρίζες βλαστοί και φύλλα δεν εμφανίζονται ούτε στα θαλλόφυτα. Αυτά αποτελούν μέρη των ανωτέρων και ανωτάτων φυτών που προέκυψαν σύμφωνα με νεότερες αντιλήψεις βαθμιαία μετά την εξάπλωση στην ξηρά των φυτών που προηγουμένως ζούσαν στη θάλασσα.
Η φύση των διαφόρων μερών του φυτικού σώματος στα τελειότερα φυτά υπήρξε για μακρό χρόνο βασικό μορφολογικό πρόβλημα. Συγκριτικές μελέτες επ' αυτών απέδειξαν πως τμήματα, ανκαι φαίνονται διαφορετικά, εντούτοις μπορούν να έχουν όμοια σχέση προς το όλο σώμα του φυτού, δηλαδή να είναι "ομόλογα". Τοάνθοςγια παράδειγμα σε κάποιες περιπτώσεις είναι ομόλογο προς το βλαστό, καιτα μέρη του άνθους ομόλογα μετα φύλλα. Αντίθετα, τμήματα διάφορα ως προτη σχέση τους προς το όλο, μπορεί να είναι όμοια ως προς τη λειτουργία, οπότε αυτά καλούνται "ανάλογα". Έτσι τα πεπλατυσμένα πράσινα στελέχη πολλών φυτών ξηράς αγόνων περιοχών είναι ανάλογα προς τα φύλλα.
Έτσι μετην ανάπτυξη των γνώσεων επί της αμοιβαίας σχέσης των διαφόρων μερών του φυτού οι βασικές οργανικές μονάδες του περιορίστηκαν σε τρεις: τηρίζα, τοβλαστόκαιταφύλλα. Κατά τελευταίες επίσης παρατηρήσεις σε απολιθωμένα λείψανα παλαιότερων φυτών ξηράς απέδειξαν πως καιοι τρεις αυτές κατηγορίες των φυτικών τμημάτων δεν είναι απόλυτες. Διαπιστώθηκε ότι τελικά αυτές προέκυψαν ως αποτέλεσμα της εξελικτικής ανάπτυξης πουδεν μπορούν σαφώς να χωριστούν μορφολογικά.
Υποστηρίζεται πως η γενική μορφολογική εικόνα του φυτού πρέπει να είναι ο άξονας ανάπτυξής του. Έτσι υπό αυτή την έννοια δεν υφίστανται θεμελιώδη τμήματα. Ρίζες και φύλλα θεωρούνται δευτερεύουσες εμφανίσεις οι οποίες διαφοροποιήθηκαν σε διαφορετικά όργανα επί ενός πρωτογενούς άξονα του βλαστού, όπου τοφύλλογια παράδειγμα προέκυψε είτε ως πλάγια επέκταση του άξονα, είτε ως κλαδικό σύστημα που έγινε επίπεδο και πλατύ γιατην ανάπτυξη ιστού.
Ηρίζα είναι το υπόγειο τμήμα του φυτού και απορροφά νερόκαι ανόργανα στοιχεία του εδάφους. Τα ριζικά κύτταρα δεν εκτείθενται στοφωςκαι ως εκ τούτου δεν φωτοσυνθέτουν. Τις ενεργειακές ανάγκες τους καλύπτουν από ουσίες που προμηθεύονται από τα φύλλα καιτο βλαστό. Οβλαστός είναι το επίμηκες –συνήθως κυλινδρικό- όργανοτου φυτού που συνδέει όλα τα υπόλοιπα φυτικά μέρη. Πολλές φορές κύτταρά του φωτοσυνθέτουν ή/και αποταμιεύουν ουσίες.
Τα φύλλα είναι τα «φωτοσυνθετικά εργοστάσια», μπορούμε να πούμε, κάθε φυτού. Τις περισσότερες φορές έχουν μεγάλη επιφάνεια, με στόχο να συλλέγουν μεγάλες ποσότητες φωτός καινα δουλεύει πιο εντατικά ηφωτοσύνθεση.
Τα άνθη χρησιμοποιούνται από τα φυτά για φυλετική αναπαραγωγή. Το τυπικό άνθος αποτελείται από σέπαλα ή κάλυκα, πέταλα ή στεφάνη καιστήμονες ή/καιύπερο. Πολλές φορές τα φυτά στα άνθη τους χρησιμοποιούν ελκυστικά χρώματα κι αρώματα γιατην προσέλκυση εντόμων που βοηθούν στη διάδοση γενετικού υλικού καιτηνεπικονίαση. Τα άνθη που χρησιμοποιούνται συνήθως εξελίσσονται σε καρπούς, οι οποίοι περιέχουν έναν ή περισσότερους σπόρους (σπέρματα).
Το φυτό αποτελείται από τρία βασικά λειτουργικά μέρη:
τη ρίζα,
τον βλαστό και
τα φύλλα.
Αν γίνει τομή με ένα ξυραφάκι στη ρίζα, στο στέλεχος ή στα φύλλα του φυτού και παρατηρηθούν μεμικροσκόπιο, φαίνεται πως η τομή αυτή και, συνεπώς, κάθε μέρος του φυτού αποτελείται από μικρές κυψελίδες που ονομάζονται κύτταρα.
Το φυτικό κύτταρο αποτελεί ένα είδος ελαστικού καψυλίου, που έχει σχήμα κυβικό, κυλινδρικό ή ατρακτοειδές. Το περίβλημα του κυττάρου αποτελείται από κυτταρίνη. Η κυτταρίνη είναι πολύ λεπτή καιμετο μικροσκόπιο μέσα από αυτή είναι ορατό το ημίρρευστο άχρωμο περιεχόμενο του κυττάρου. Αυτό αποτελεί το σπουδαιότερο μέρος του κυττάρου, ονομάζεται πρωτόπλασμακαι είναι ηπιο απλή ζωντανή ουσία. Στο πρωτόπλασμα γίνεται η αναπνοή του φυτού καιη μεταβολή των θρεπτικών ουσιών. Τακύτταρασε μερικά φυτά είναι τόσο μεγάλα (π.χ. πορτοκάλια, καρπούζια), που διακρίνονται και χωρίς μικροσκόπιο.
Ταφυτά όπως όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί αποτελούνται από κύτταρα. Ειδικά τα φυτικά κύτταρα παρουσιάζουν διαφοροποιήσεις σε σχέση με άλλα (ζωικά, βακτηριακά) με τις κυριότερες να είναι τοκυτταρικό τοίχωμα, η συχνή χρήση των χυμοτοπίων, ηφωτοσύνθεση στους χλωροπλάστεςκαιη σύνδεση των κυττάρων με πλασμοδέσμες (από βοθρίο σε βοθρίο). Αυτές οι διαφορές των φυτικών κυττάρων προέκυψαν μετά από εκατομμύρια χρόνια δράσης της εξέλιξης και εξυπηρετούν τη βέλτιστη λειτουργία του φυτού με συνδυασμό των διάφορων φυτικών ιστών.
Οι φυτικοί ιστοί μεταξύ τους είναι πολύ διαφορετικοί, χωρίς αυτό να σημαίνει πως καιτα κύτταρά τους διαφέρουν τόσο.
Ο παρεγχυματικός ιστός, που είναι το μεγαλύτερο τμήμα του φυτικού σώματος καιοι λειτουργίες που επιτελεί είναι ηφωτοσύνθεση, η αποταμίευση ουσιών (άμυλο, έλαια, φαινόλες, αέρια) καιη γρήγορη μεταφορά ουσιών (που οφείλεται στη διαμόρφωση του πλασμαλήμματος καιτου κυτταρικού τοιχώματος). Αυτονόητο είναι πως κάθε παρεγχυματικό κύτταρο μπορεί να εκτελεί όλες ή κάποιες από τις παραπάνω λειτουργίες ανάλογα με τις ανάγκες.
Ο στηρικτικός ιστός έχει σαν ρόλο να προσδίδει συγκεκριμένο σχήμα και κατάλληλη ελαστικότητα στα διάφορα φυτικά μέρη. Χωρίζεται σε κολλέγχυμα και σκληρέγχυμα, με κύρια διαφορά μεταξύ αυτών των δύο την ύπαρξη ή απουσία λιγνίνης στα κυτταρικά τοιχώματα.
Ο επιδερμικός ιστός που «περιβάλλει το πρωτογενές φυτικό σώμα» είναι ρυθμιστής των ουσιών που εισέρχονται ή αποβάλλονται απ’ τοφυτόκαι «προστατεύει το υπέργειο τμήμα από τις υπεριώδεις ακτίνες, τονάνεμο, τα ζώα καιτησκόνη».
Ο εκκριτικός ιστός συναντάται συχνά στις εξωτερικές επιφάνειες καιτο πλήθος των εκκριτικών κυττάρων συνήθως εργάζεται γιατην παραγωγή και έκκριση ουσιών όπως ρητίνες, βλέννες, σάκχαρα, άλατα, αρωματικές ουσίες κ.τ.λ.
Οαγωγός ιστός φροντίζει γιατη μαζική μεταφορά ουσιών. Το φλοίωμα μεταφέρει προϊόντα της φωτοσύνθεσης στους ιστούς του βλαστού, της ρίζας καισταμεριστώματα, ενώ το ξύλωμα μεταφέρει νερόκαι ανόργανα στοιχεία από τη ρίζα στα υπόλοιπα φυτικά μέρη.
Το φυτό απορροφά νερό μέσω τωνριζών από τον άμεσο περίγυρό τους, γνωστό ως ριζόσφαιρα. Η απορρόφηση μπορεί να γίνει μετη μέθοδο της μαζικής ροής. Το νερό από τη στιγμή που έρχεται σε επαφή τα ριζικά τριχίδια προχωράει προς το εσωτερικό της ρίζας. Το νερό αντλείται αναρροφητικά προς τα φύλλα καιη αιτία της αρνητικής πίεσης στην κορυφή των αγγείων είναι η διαπνοή, η οποία είναι υπεύθυνη καιγιατη μαζική ροή. Σε περίπτωση που σχηματιστούν φυσαλίδες μέσα στα αγγεία, τότε τα βοθρία καιοι διάτρητες πλάκες εμποδίζουν την επέκταση του αερίου.
Το νερό απομακρύνεται από το φυτό μέσω της διαπνοής από ταστόματα, τα οποία βρίσκονται στα φύλλα του φυτού. Το φαινόμενο είναι σύνθετο και πραγματοποιείται σε δύο φάσεις. Στην αρχή το νερό από τα κύτταρα του μεσόφυλλου εξατμίζεται προς την εσωτερική ατμόσφαιρα του φυτού, η οποία αποτελείται από κενούς χώρους καιτον υποστομάτιο θαλαμίσκο. Η εσωτερική ατμοσφαίρα είναι πάντα πρακτικώς κορεσμένη σε υδρατμούς. Η διαφορά του υδάτινου δυναμικού μεταξύ της εσωτερικής και εξωτερικής ατμόσφαιρας έχει ως αποτέλεσμα τη διάχυση του νερού προς την ατμόσφαιρα. Παράγοντες που επηρεάζουν τη διαπνοή είναι η αντίσταση του μεσόφυλλου στη διάχυση ουσιών καιη αντίσταση των στομάτων, η οποία ρυθμίζεται από το φυτό.
Τα διάφορα μεριστώματα, που είναι συστήματα ταχέως πολλαπλασιαζόμενων κυττάρων και από αυτά θα προκύψουν νέα όργανα του φυτού.
Η συνεργασία όλων αυτών των ιστών στα φυτά δίνει τη δυνατότητα να σχηματιστούν φυτικά όργανα και τελικά να λειτουργούν φυτικοί οργανισμοί. Στα φυτά ξεχωρίζουν ηρίζα, οβλαστός, ταφύλλα, ταάνθη, οικαρποίκαιοι σπόροι (σπέρματα).
Το φυτό αρχίζει να αναπτύσσεται από ένα μικρό σπόρο και μπορεί να γίνει ένα μεγάλο δέντρο. Η ανάπτυξη καιοι διαστάσεις πουθα πάρει το φυτό εξαρτώνται κατά πρώτο λόγο από την αύξηση του αριθμού των κυττάρων. Το φυτό τρέφεται καιοι σχηματιζόμενες, στην περίπτωση αυτή, οργανικές ουσίες μετατρέπονται σε ουσίες του ίδιου του πρωτοπλάσματος. Το κύτταρο αρχίζει να διαιρείται και από το ένα δημιουργούνται δύο.
Η σημασία της ρίζας γιατο φυτό είναι μεγάλη. Αυτή στερεώνει το φυτό στο έδαφος, προσλαμβάνει από το έδαφος νερό και ορυκτές ουσίες και εφοδιάζει μ' αυτές όλα τα άλλα όργανα του φυτού. Το ριζικό σύστημα στα περισσότερα φυτά μπαίνει σε μεγάλο βάθος μέσα στο έδαφος. Όταν τραβήξουμε το φυτά από τηγη, ολόκληρο σχεδόν το ριζικό σύστημα παραμένει στο έδαφος. Τα ριζικά τριχίδια έχουν γιατη ζωή του φυτού τεράστια σημασία. Αυτά προσλαμβάνουν από το έδαφος το νερό και τις θρεπτικές ουσίες. Είναι πολύ τρυφερά, ευπαθή και βραχύβια.
Τα φυτά διακρίνονται σε καλλιεργούμενα, σε άγρια, σε φυτά των τοίχων, σε φυτά φαρμακευτικά, που χρησιμεύουν στηνΙατρική ως φάρμακα, σε δηλητηριώδη κ.ά. Επίσης σε ξηρόφυτα πουζουνσε ξερά περιβάλλοντα, σε υδρόφυτα που προτιμούν ποσότητα νερού, σεθερμόφιλα, σε ψυχρόφιλα κλπ.
Καρποί του φοίνικα της Παλμύρας (Βόρασσος ο βενταλιοφόρος - Borassus flabellifer), Thaati Munjelu στην τοπική γλώσσα, σε αγορά στην Guntur, στην Ινδία.
↑Haeckel G (1866). Generale Morphologie der Organismen. Berlin: Verlag von Georg Reimer. σελίδες vol.1: i–xxxii, 1–574, pls I–II; vol. 2: i–clx, 1–462, pls I–VIII.
↑Van den Hoek, C., D. G. Mann, & H. M. Jahns, 1995. Algae: An Introduction to Phycology. pages 343, 350, 392, 413, 425, 439, & 448 (Cambridge: Cambridge University Press). ISBN 0-521-30419-9
↑Van den Hoek, C., D. G. Mann, & H. M. Jahns, 1995. Algae: An Introduction to Phycology. pages 457, 463, & 476. (Cambridge: Cambridge University Press). ISBN 0-521-30419-9
↑Crandall-Stotler, Barbara. & Stotler, Raymond E., 2000. "Morphology and classification of the Marchantiophyta". page 21 in A. Jonathan Shaw & Bernard Goffinet (Eds.), Bryophyte Biology. (Cambridge: Cambridge University Press). ISBN 0-521-66097-1
↑Schuster, Rudolf M., The Hepaticae and Anthocerotae of North America, volume VI, pages 712-713. (Chicago: Field Museum of Natural History, 1992). ISBN 0-914868-21-7.
↑Goffinet, Bernard; William R. Buck (2004). «Systematics of the Bryophyta (Mosses): From molecules to a revised classification». Monographs in Systematic Botany (Missouri Botanical Garden Press) 98: 205–239.
↑ 11,011,111,211,3Raven, Peter H., Ray F. Evert, & Susan E. Eichhorn, 2005. Biology of Plants, 7th edition. (New York: W. H. Freeman and Company). ISBN 0-7167-1007-2.
↑Gifford, Ernest M. & Adriance S. Foster, 1988. Morphology and Evolution of Vascular Plants, 3rd edition, page 358. (New York: W. H. Freeman and Company). ISBN 0-7167-1946-0.
↑Taylor, Thomas N. & Edith L. Taylor, 1993. The Biology and Evolution of Fossil Plants, page 636. (New Jersey: Prentice-Hall). ISBN 0-13-651589-4.