σχεδιαστήριο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τたうοおみくろん σχεδιαστήριοおみくろん τたうαあるふぁ σχεδιαστήριαあるふぁ
      γενική τたうοおみくろんυうぷしろん σχεδιαστηρίοおみくろんυうぷしろん
σχεδιαστήριοおみくろんυうぷしろん
τたうωおめがνにゅー σχεδιαστηρίωおめがνにゅー
    αιτιατική τたうοおみくろん σχεδιαστήριοおみくろん τたうαあるふぁ σχεδιαστήριαあるふぁ
     κλητική σχεδιαστήριοおみくろん σχεδιαστήριαあるふぁ
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
σχεδιαστήριο < σχεδιάζω + -τήριο

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

σχεδιαστήριο ουδέτερο

  1. οおみくろん χώρος σχεδιασμού αρχιτεκτονικού βιομηχανικού ηいーた γραφιστικού σχεδίου
  2. τたうοおみくろん έπιπλο σχεδιασμού

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]