brunch
Μετάβαση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- brunch < συμφυρμός
τ ω ν breakfast + lunch
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]brunch (en)
- (γαστρονομία) φαγητό
π ο υ τρώγεται ανάμεσασ τ ο πρόγευμακ α ι σ τ ο γεύμα,κ α ι συνήθως αποτελείται από υλικάπ ο υ χρησιμοποιούνταικ α ι σ τ α δύο αυτά γεύματα
Ρήμα
[επεξεργασία]brunch (en)
- τρώω
τ ο παραπάνω γεύμα