olovka

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

olovka (bs)


Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

olovka (sr)

  • λατινική γραφή τたうοおみくろんυうぷしろん оловка