tap

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

tap (en)

  1. ηいーた βρύση (ηいーた συσκευή)
    tap water - νερό της βρύσης
  2. οおみくろん σπειροτόμος, εργαλεία γがんまιいおたαあるふぁ τたうηいーた διάνοιξη εσωτερικών σπειρωμάτων

Παράγωγα

[επεξεργασία]