A.round about, all round (prop. different from ἀμφί, on both sides). (Cogn. with Skt. pári 'round about'.)
A. WITH GENITIVE,
I. of Place, sts. in Poets, round about, around, “τετάνυστο π . σπείους ἡμερίς” Od.5.68 ; “τείχη π . Δαρδανίας” E. Tr.818 (lyr., s.v.l.); “ε ἴλυμα π . χροός” A.R.2.1129 : rarely, like ἀμφί, on both sides, v. περιβαίνω 1 fin.
II. to denote the object about or for which one does something:
1. with Verbs of fighting or contending, π . τινός for an object—from the notion of the thing's lying in the middle to be fought about, π . τ ῶν δ ε for these prizes, Il.23.659 ; “π . πτόλιος . . μαχήσεται” 18.265 ; π . Πατρόκλοιο θανόντος ib.195, cf. 17.120; “π . σ ε ῖο ” 3.137 ; “π . ν η ὸς ἔχ ο ν πόνον” 15.416; ἀμύνεσθαι π . πάτρης, π . ν η ῶν , π . τέκνων, 12.243,142,170, etc.; δόλους κ α ὶ μ ῆτ ι ν ὕφαινον, ὥς τ ε π . ψ υ χ ῆς since it was for my life, Od.9.423 ; “π . ψ υ χ ῆς θέον Ἕκτορος” Il.22.161 ; “π . ψυχέων ἐμάχοντο” Od.22.245; in Prose, τρέχειν π . ἑωυτοῦ, π . τ ῆς ψ υ χ ῆς, Hdt.7.57,9.37; “ἀγ ῶνας δραμέονται π . σφέων α ὐτ ῶν ” Id.8.102; “νεναυμάχηκε τ ὴν π . τ ῶν κ ρ ε ῶν ” Ar. Ra.191 ; <“τ ὸν > π . τ ο ῦ π α ν τ ὸς δρόμον θέοντες” Hdt.8.74; κινδυνεύειν π . τινός ibid., etc.; “ο ὐ π . τ ῶν ἴσ ω ν ὁ κίνδυνός ἐσ τ ι ” X.HG7.1.7; and without a Verb, “π . γ ῆς ὅρ ω ν διαφοραί” Th.1.122; “π . πάντων ἀγαθῶν ὁ ἀγών” X.Cyr. 3.3.44, cf. S.Aj.936(lyr.), etc.; “μάχη π . τινός” Pl.Tht.179d ; “ἐπειγόμενοι π . νίκης” Il.23.437, cf. 639, Hdt.8.26 ; “π ε ῖρ α ν θανάτου π . κ α ὶ ζ ω ᾶς ἀναβάλλεσθαι” Pi.N.9.29 ; “π . θανάτου φεύγειν” Antipho 5.95 ; but ἐρίσσαι π . μύθων contend about speaking, i. e. who can speak best, Il.15.284 ; “κ α ὶ ἀθανάτοισιν ἐρίζεσκον π . τόξων” Od.8.225, cf. 24.515.
2. with words which denote care or anxiety, about, on account of, “π . Τρώων . . μερμηρίζειν” Il.20.17; “ἄχος π . τινός” Od.21.249 ; “φόνου π . βουλεύειν” 16.234 ; “φροντίζειν π . τινός” Hdt.8.36, etc.; “κήδεσθαι π . τ .” S.Ph. 621 ; “δεδιέναι π . τ .” Pl.Prt.320a, etc.; “ἀπολογεῖσθαι π . τ .” X.Cyr.2.2.13; κρίνειν, διαγιγνώσκειν π . τ ., Pi.N.5.40, Antipho 5.96; π . τ . ψηφίζεσθαι, διαψηφίζεσθαι, ψ ῆφ ο ν φέρειν, IG12.57.42, X.HG2.3.50, Lycurg.11 ; “βουλεύεσθαι π . τ ῆς κ ο ι ν ῆς σωτηρίας” Isoc.5.69 ; “π . Μεθωναίων” IG12.57.49 ; διανοεῖσθαι, σκοπεῖν π . τινός, Pl.Phdr.270d, Phd.65e; “μαντεύεσθαι π . τ .” Hdt.8.36, cf. S.Tr.77 ; π . πότου γ ο ῦν ἐστί σ ο ι ; so with you it is a question of drink? Ar.Eq.87, cf. Plu.2.43b.
3. with Verbs of hearing, knowing, speaking, etc., about, concerning, “π . νόστου ἄκουσα” Od.19.270 ; “ο ἶδ α γ ὰρ ε ὖ π . κείνου” 17.563 ; “π . π ο μ π ῆς μνησόμεθα” 7.191 ; “π . π α τ ρ ὸς ἐρέσθαι” 1.135, 3.77 ; π . τ ι ν ὸς ἐρέειν, λέγειν, λόγον ποιήσασθαι, etc., Hdt. 1.5, S.OT707, X.Cyr.1.6.13, etc.; “λέγειν κ α ὶ ἀκούειν π . ἑκάστου” Th.4.22, etc.; “λόγος π . τινός” Pl.Prt.347b, etc.; “ἡ π . τ ι ν ὸς φήμη” Aeschin.1.48 ; π . τ ι ν ὸς ἀγγεῖλ α ι , κ η ρ ῦξ α ι , S.El.1111, Ant.193 ; π . τ ι ν ὸς διελθεῖν , διεξελθεῖν , διηγεῖσθαι, Isoc.9.2, Pl.Plt.274b, Euthphr.6c, etc.; “παίζειν π . τινός” X.Mem.1.3.8; “ἐμπειροτέρως ἔχ ε ι ν π . τινός” Aeschin.1.82; “νόμον γράψαι π . τινός” X.HG2.3.52, etc.; “νόμῳ χ ρ ῆσθαι π . τινός” S.Ant. 214.
4. of impulse or motive rather than object, ἐμαρνάσθην ἔριδος πέρι fought for very enmity, Il.7.301, cf. 16.476, 20.253.
5. about, in regard to, “μεμηνυμένος π . τινός” Th.6.53 ; “ο ὕτως ἔσ χ ε π . τ ο ῦ πρήγματος τούτου” Hdt.1.117; “τ ὰ π . τ ῶν Πλαταιῶν γεγενημένα” Th.2.6; “τ ὸ π . τούτου γεγονός” Plb.1.54.5 : in Prose freq. without a Verb, “ἡ π . τ ῶν Μαντινικῶν π ρ ᾶξις” Th.6.88 ; τ ὰ π . τινός the circumstances of . . , ib.32, 8.14,26, etc. (cf. infr. C. 1.5); ο ὕτ ω δ ὴ κ α ὶ π . τ ῶν ἀρετῶν (sc. ἔχ ε ι ) Pl.Men.72c, cf. R.534b, 551c, etc.; π . τ ο ῦ καταλειφθῆν α ι τ ὸν σ ῖτ ο ν as for reserving the corn, PMich.Zen.28.5 (iii B.C.): without the Art., ἀριθμοῦ πέρι as to number, Hdt.7.102; χρηστηρίων δ ὲ πέρι . . Id.2.54.
III. before, above, beyond, of superiority, chiefly in Ep., “π . πάντων ἔμμεναι ἄλ λ ω ν ” Il.1.287; “π . δ ᾽ ἄλ λ ω ν φ α σ ὶ γενέσθαι” 4.375; “τετιμῆσθαι π . πάντων” 9.38; “ὃν π . πάσης τ ῖε ν ὁμηλικίης” 5.325 ; “ὃν . . π . πάντων φίλατο παίδων” 20.304; “π . πάντων ἴδριες ἀνδρῶν ” Od.7.108; “κρατερὸς π . πάντων” Il.21.566, cf. 1.417, Od.11.216: in this sense freq. divided from its gen., π . φρένας ἔμμεναι ἄλ λ ω ν in understanding to be beyond them, Il.17.171, cf. 1.258, Od.1.66 ; “π . μ ὲν ε ἶδος, π . δ ᾽ ἔρ γ α τέτυκτο τ ῶν ἄλ λ ω ν Δ α ν α ῶν ” Il.17.279 ; “π . μ ὲν κρατέεις, π . δ ᾽ α ἴσυλα ῥέζεις ἀνδρῶν ” 21.214 ; “π . δ ᾽ ἔγχει Ἀχαιῶν φέρτατός ἐσ σ ι ” 7.289, cf. Pi.O.6.50, Theoc. 25.119.—In this sense π . is sts. adverbial, and the gen. is absent, v. infr. E. II.
IV. in Hdt. and Att. Prose, to denote value, ἡμ ῖν π . πολλοῦ ἐσ τ ι it is of much consequence, worth much, to us, Hdt.1. 120, cf. Antipho 6.3 ; π . πολλοῦ π ο ι ε ῖσθαί τινας to reckon them for, i.e. worth, much, Hdt.1.73, X.Mem.2.3.10, etc.; π . πλείονος, π . πλείστου π ο ι ε ῖσθαι, Id.An.7.7.44, Cyr.7.5.60 ; “π . πλείστου ἡγ ε ῖσθαι” Th.2.89 ; “π . π α ν τ ὸς π ο ι ε ῖσθαι” X.Cyr.1.4.1 ; π . ἐλάττονος ἡγούμενοι, π . ο ὐδ ε ν ὸς ἡγήσασθαι, Lys.2.71,31.31.
V. Aeol. περί and π ε ρ = ὑπέρ, σ τ ρ ο ῦθ ο ι π ε ρ ὶ γ ᾶς . . δίννεντες πτέρα Sapph.1.10; π ε ρ κεφάλας prob. in Alc.93, cf. 18 ; “π ε ρ ρ ἁπαλῶ στύματός σ ε πεδέρχομαι” Theoc.29.25; also Hellenistic, ὃ διέγραψε Π ρ ο ῖτος περί μ ο υ paid on my behalf, PCair. Zen.790.23 (iii B. C.), cf. UPZ57.12 (ii B. C.).
B. WITH DATIVE (in Att. Prose mostly in signf. 11, esp. in Th.),
I. of Place, round about, around, of close-fitting dresses, armour, etc., “ἔνδυνε π . στήθεσσι χ ι τ ῶν α ” Il.10.21 ; “χ ι τ ῶν α π . χ ρ ο ῒ δ ῦν ε ν ” Od.15.60 ; “δύσετο τεύχεα κ α λ ὰ π . χροΐ” Il.13.241 ; “ἕσσαντο π . χ ρ ο ῒ χαλκόν” Od.24.467; “κ ν η μ ῖδας . . π . κνήμῃσ ι ν ἔθηκε” Il.11.17 ; “βεβλήκει τελαμῶν α π . στήθεσσι” 12.401 : in Prose, “π . τ ῇσ ι κεφαλῇσ ι ε ἶχ ο ν τιάρας” Hdt.7.61; “θώρακα π . τ ο ῖς στέρνοις ἔχ ε ι ν ” X.Cyr.1.2.13; ο ἱ στρεπτοὶ ο ἱ π . τ ῇ δέρῃ κ α ὶ τ ὰ ψέλια π . τ α ῖς χερσί ib.1.3.2. ; “π . τ ῇ χ ε ι ρ ὶ δακτύλιον ὄν τ α ” Pl.R.359e, etc.; “χ α λ κ ὸς ἔλαμπε π . στήθεσσι” Il.13.245; “χ ι τ ῶν α π . στήθεσσι δαΐξαι” 2.416 ; “πήληξ . . κονάβησε π . κροτάφοισι” 15.648; in other relations, π . δ ᾽ ἔγχεϊ χ ε ῖρ α κ α μ ε ῖτ α ι will grow weary by grasping the spear, 2.389 ; “δράκων ἑλισσόμενος π . χ ε ι ῇ” 22.95 ; “κνίση ἑλισσομένη π . κ α π ν ῷ” 1.317; “π . σταχύεσσιν ἐέρση” 23.598; “μάρναντο π . Σ κ α ι ῇσ ι πύλῃσ ι ν ” 18.453 : rarely in Trag., “π . βρέτει πλεχθείς” A.Eu.259 (lyr.); “κ ε ῖτ α ι ν ε κ ρ ὸς π . ν ε κ ρ ῷ” S.Ant.1240.
2. in Poets, also, around a weapon, i. e. spitted upon it, transfixed by it, “π . δ ο υ ρ ὶ πεπαρμένη” Il.21.577; “ἐρεικόμενος π . δουρί” 13.441 ; “κυλινδόμενος π . χ α λ κ ῷ” 8.86 ; “π . δ ο υ ρ ὶ ἤσπαιρε” 13.570; “π ε π τ ῶτ α π . ξίφει” S.Aj.828; “α ἷμ α ἐρωήσει π . δουρί” Il.1.303.
3. of a warrior standing over a dead comrade so as to defend him, “ἀμ φ ὶ δ ᾽ ἄρ ᾽ α ὐτ ῷ β α ῖν ᾽, ὥς τις π . πόρτακι μήτηρ” 17.4; ἑστήκει, ὥς τίς τ ε λέων π . ο ἷσ ι τέκεσσι ib.133 ; Α ἴας π . Πατρόκλῳ . . βεβήκει ib.137, cf. 355 ; “π . σκύμνοισι βεβηκώς” Ar.Eq. 1039.
II. of an object for or about which one struggles (cf. supr. A. 11.1), “π . ο ἷσ ι μαχειόμενος κτεάτεσσι” Od.17.471 ; “μαχήσασθαι π . δαιτί” 2.245 ; “π . π α ι δ ὶ μάχης πόνος” Il.16.568 ; “ἄνδρα π . ᾗ πατρίδι μαρνάμενον” Tyrt.10.2; “π . τ ο ῖς φιλτάτοις κυβεύειν” Pl.Prt.314a ; “π . τ ῇ Σικελίᾳ ἔσται ὁ ἀγών” Th.6.34 codd.; “κινδυνεύειν π . α ὑτ ῷ” Antipho 5.6.
2. with Verbs denoting care, anxiety, or the opposite (cf. supr. A. 11.2), “π . γ ὰρ δίε ποιμένι λ α ῶν , μή τ ι πάθοι” Il.5.566 ; “ἔδεισεν δ ὲ π . ξ α ν θ ῷ Μενελάῳ” 10.240, cf. 11.557; “δεδιότες π . τ ῷ χωρίῳ” Th.1.60, cf. 74, 119, Ar.Eq.27; “θαρρεῖν π . τ ῇ ἑαυτοῦ ψ υ χ ῇ” Pl.Phd.114d, cf. Tht.148c; “π . πλέγματι γ α θ ε ῖ” Theoc.1.54.
3. generally, of the cause or occasion, on account of, by reason of, ἀτύζεσθαι π . κ α π ν ῷ, v.l. for ὑπ ὸ καπνοῦ in Il.8.183; “μ ὴ π . Μαρδονίῳ πταίσῃ ἡ Ἑλλάς” Hdt.9.101; “π . σφίσιν α ὐτ ο ῖς π τ α ῖσ α ι ” Th.6.33 ; “π . α ὑτ ῷ σ φ α λ ῆν α ι ” Id.1.69 : in Poets, π . δείματι for fear, Pi.P.5.58 ; π . τ ι μ ᾷ in honour or praise, ib.2.59; π . τάρβει, π . φόβῳ, A.Pers.696 (lyr.), Ch.35(lyr.); “π . χάρματι” h.Cer.429:—but π . θ υ μ ῷ is f.l. in Hdt.3.50.
C. WITH ACCUSATIVE,
I. of Place, prop. of the object round about which motion takes place, π . βόθρον ἐφοίτων came flocking round the pit, Od.11.42 ; “π . ν ε κ ρ ὸν ἤλασαν ἵππους” Il.23.13 ; “π . τέρματα ἵπποι τ ρ ω χ ῶσ ι ” 22.162 ; ἄσ τ υ πέρι . . διώκειν ib.173,230 ; “ἐρύσας π . σ ῆμ α ” 24.16, cf. 51, etc.; “π . φρένας ἤλυθ᾽ ἰωή” 10.139 ; “π . φρένας ἤλυθε ο ἶνος” Od.9.362 : also of extension round, ἑστάμεναι π . τ ο ῖχ ο ν , π . βωμόν, Il.18.374, Od.13.187, etc.; “λέξασθαι π . ἄσ τ υ ” Il.8.519 ; “μάρνασθαι π . ἄ.” 6.256, etc.; “φυλάσσοντας π . μ ῆλ α ” 12.303; ο ἳ π . Πηνειὸν . . ναίεσκον, π . Δωδώνην . . ο ἰκί᾽ ἔθεντο, 2.757, 750; “σειρήν κ ε ν π . ῥίον Ο ὐλύμποιο δησαίμην” 8.25, cf. Od.18.67: in Prose, “ἰκριῶσ α ι π . τ ὼ ἀγάλματε” IG12.371.22; “φυλακὰς δ ε ῖ π . τ ὸ στρατόπεδον ε ἶν α ι ” X.An. 5.1.9; π . τ ὴν κρήνην ε ὕδ ε ι ν somewhere near it, Pl.Phdr.259a, cf. X.Cyr. 1.2.9; “ε ἶν α ι π . τ ὸν λαγώ” Id.Cyn.4.4; π . λίθον πεσών upon it, Ar.Ach. 1180; π . α ὑτ ὰ καταρρεῖν collapse upon themselves, D.2.10; “ταραχθεῖσ α ι [α ἱ ν ῆες] π . ἀλλήλας” Th.7.23; π λ ε ῦνες π . ἕν α many to one, Hdt.7.103 ; π . τ ὸν ἄρξαντα . . τ ὸ ἀδίκημά ἐσ τ ι is imputable to him who . . , Antipho 4.4.2 : freq. with a Subst. only, ἡ π . Λέσβον ναυμαχία the sea-fight off Lesbos, X.HG2.3.32 ; “ο ἱ π . τ ὴν Ἔφεσον” Pl.Tht.179e; “στρατηγοὶ π . Πελοπόννησον” IG12.324.18 : strengthd., “π . τ ᾽ ἀμφί τ ε τάφρον” Il.17.760; “π . τ ᾽ ἀμφί τ ε κύματα” Hes.Th.848 ; cf. ἀμφί c. 1.2.
2. of persons who are about one, “ἔχ ε ι ν τ ι ν ὰ π . α ὑτόν” X.HG5.3.22 ; esp. ο ἱ π . τινά a person's attendants, connexions, associates, or colleagues, “ο ἱ π . τ ὸν Πείσανδρον πρέσβεις” Th.8.63 ; ο ἱ π . Ἡράκλειτον his school, Pl.Cra.440c, cf. X.An.1.5.8, etc.; ο ἱ π . Ἀρχίαν πολέμαρχοι Archias and his colleagues, Id.HG5.4.2, cf. An.2.4.2, etc.; ο ἱ π . τινά so-and-so and his family, PGrenf.1.21.16 (ii B.C.), etc.; later ο ἱ π . τινά, periphr. for the person himself, ο ἱ π . Φαβρίκιον Fabricius, Plu.Pyrrh.20, cf. Tim.13, IGRom.3.883.14 (Tarsus, ii/iii A.D.); cf. ἀμφί C. 1.3.
3. of the object about which one is occupied or concerned, π . δόρπα π ο ν ε ῖσθαι, π . δ ε ῖπ ν ο ν πένεσθαι, Il.24.444, Od.4.624 (but π . τεύχε᾽ ἕπουσι, tmesis for περιέπουσι, Il.15.555); later mostly ε ἶν α ι π . τ ι , Th.7.31, X.HG2.2.4; “γενέσθαι” Isoc.3.12; π . γ υ ν α ῖκας γενέσθαι Vett. Val.17.20; “ὄν τ ω ν ἡμ ῶν π . ταύτην τ ὴν πραγματείαν” D.48.6; “διατρῖψ α ι π . τ ὴν θήραν” X.Cyr.1.2.11, etc.: less freq. “ἔχ ε ι ν π . τινάς” Id.HG7.4.28, Gal.15.442; in periphr. phrases, ο ἱ π . τ ὴν ποίησιν κ α ὶ τ ο ὺς λόγους ὄντες poets and orators, Isoc.12.35 ; “ο ἱ π . τ ὴν φιλοσοφίαν ὄντες” Id.9.8; ο ἱ π . τ ὴν μουσικήν ib.4 ; ο ἱ π . τ ὰς τελετάς ministers of the mysteries, Pl.Phd.69c ; ὁ π . τ ὸν ἵππον the groom, X. Eq.6.3; cf. ἀμφί C. 1.6.
4. round or about a place, and so in, “π . ν ῆσ ο ν ἀλώμενοι” Od.4.368, cf. 90; “ἐμέμηκον π . σηκούς” 9.439 ; ἃν π . ψ υ χ ὰν γάθησεν in his heart, Pi.P.4.122 ; “χρονίζειν π . Α ἴγυπτον” Hdt.3.61, cf. 7.131; “ε ὕρ ο ι ἄν τις [βασιλείας] π . τ ο ὺς βαρβάρους” Pl.R.544d, etc.; ο ἱ “π . Φωκίδα τόποι” Plb.5.24.12, etc.
5. about, in the case of, τ ὰ π . τ ὴν Α ἴγυπτον γεγονότα, τ ὰ π . Μίλητον γενόμενα, Hdt.3.13, 6.26 ; “ε ὐσεβεῖν π . θεούς” Pl.Smp.193a ; “ἀσεβεῖν π . ξένους” X.Cyr.5.2.10 ; “ἁμαρτάνειν π . τινάς” Id.An.3.2.20; “ἀνήρ ἐσ τ ι ν ἀγαθὸς π . τ ὸν δ ῆμ ο ν τ ὸν Ἀθηναίων” IG12.59.10 ; “ἄνδρ᾽ ἀγαθὸν ὄν τ α Μαραθῶν ι π . τ ὴν πόλιν” Ar.Ach.696 ; “τοιαύτην γνώμην ἔχ ε ι ν π . τ ὸν πατέρα” Lys.10.21 ; “ο ὐδεμία συμφορὴ . . ἔσται . . π . ο ἶκ ο ν τ ὸν σόν” Hdt.8.102 ; ποιέειν or πράττειν τ ι π . τινά, Id.1.158, Pl.Grg. 507a; “τ ὰ π . Πρηξάσπεα πρηχθέντα” Hdt.3.76 ; “καινοτομεῖν π . τ ὰ θ ε ῖα ” Pl. Euthphr.3b ; “π . θ ε ο ὺς μ ὴ σωφρονεῖν ” X.Mem.1.1.20 ; σπουδάζειν π . τινά promote his cause, Isoc.1.10: without a Verb, “α ἱ π . τ ο ὺς π α ῖδας συμφοραί” X.Cyr.7.2.20; “ἡ π . α ὑτ ὸν ἐπιμέλεια” Isoc.9.2; “ἡ π . ἡμ ᾶς ἡνιόχησις” Pl.Phdr.246b: generally, of all relations, about, concerning, in respect of, “π . μ ὲν τ ο ὺς ἰχθύας ο ὕτως ἔχ ε ι ” Hdt.2.93, cf. 8.86; “πονηρὸν π . τ ὸ σ ῶμ α ” Pl.Prt.313d; “ἀκόλαστος π . τ α ῦτ α ” Aeschin.1.42 ; γ ε λ ο ῖος π . τ ὰς διατριβάς ib.126 ; “ξυνηνέχθη θόρυβος π . τ ὸν Ἀστύοχον” Th.8.84; as to (cf. A. 11.5), “π . τ ὸ π α ρ ὸν πάθος” Pl.Tht.179c, cf. Phd.65a : freq. in place of an Adj., ὄργανα ὅσ α π . γεωργίαν, i.e. γεωργικά, Id.R.370d ; “ο ἱ νόμοι ο ἱ π . τ ο ὺς γάμους” Id.Cri.50d ; “α ἱ π . τ ὰ μαθήματα ἡδοναί” Id.Phlb.51e ; also in place of a gen., ο ἱ π . Αυσίαν λόγοι the speeches of L., Id.Phdr.279a; ἡ π . Φίλιππον τυραννίς the despotism of P., X.HG5.4.2 ; “ἀκρασίας τ ῆς π . τ ὸν θυμόν” Arist.EN1149b19 : in Prose, to denote circumstances connected with any person or thing, τ ὰ π . Κ ῦρ ο ν , τ ὰ π . Ἑλένην, τ ὰ π . Βάττον, Hdt.1.95, 2.113, 4.154 ; τ ὰ π . τ ὸν Ἄθ ω ν the works at Mount Athos, Id.7.37; τ ὰ π . τ ὰς ν α ῦς naval affairs, Th.1.13; τ ὰ π . τ ὴν ναυμαχίαν (v.l. for τ ῆς ναυμαχίας) the events of . . , Id.8.63; “τ ὰ π . τ ὸν πόλεμον” Pl.R.468a; “τ ὰ π . τ ὸ σ ῶμ α ” Id.Phdr.246d; “τ ὰ π . τ ο ὺς θεούς” X.Cyr.8.1.23, etc.; cf. ἀμφί c.1.4.
II. of Time, π . λύχνων ἁφάς about the time of lamp-lighting, Hdt.7.215; π . μέσας νύκτας about midnight, X.An.1.7.1; π . πλήθουσαν ἀγοράν ib.2.1.7; π . ἡλίου δυσμάς ib.6.5.32 ; “π . τούτους τ ο ὺς χρόνους” Th.3.89, etc.
D. Position: π . may follow its Subst., when it suffers anastrophe, “ἄσ τ υ πέρι” Il.22.173; “ἔριδος πέρι” 16.476: most freq. with gen., “τ ο ῦδ ε πράγματος πέρι” A.Eu.630; “τ ῶν δ ε βουλεύειν πέρι” Id.Th. 248, etc. (S. only once uses it before its gen., Aj.150 (anap.)): in Prose, “σφέων α ὐτ ῶν πέρι” Hdt.8.36; “σοφίας πέρι” Pl.Phlb.49a; “δικαίων τ ε πέρι κ α ὶ ἀδίκων” Id.Grg.455a, etc.; “γραμμάτων ε ἴπομεν ὡς ο ὐχ ἱκ α ν ῶς ἔχεις πέρι” Id.Lg.809e, cf. Ap.19c.
E. περί abs., as ADV., around, about, also, near, by, freq. in Hom., “γέλασσε δ ὲ π ᾶσ α π . χθών” Il.19.362, al.: strengthd., “περί τ ᾽ ἀμφί τ ε κάλλος ἄη τ ο ” round about, h.Cer.276, cf. Call.Hec.1.1.13.
II. before or above others (cf. A. 111), exceedingly, only Ep., in which case it commonly suffers anastrophe, “Τυδεΐδη, πέρι μέν σ ε τίον Δαναοί” Il.8.161, cf. 9.53; σ ε χ ρ ὴ πέρι μ ὲν φάσθαι ἔπος ἠδ ᾽ ἐπακοῦσ α ι ib.100; “τ ο ι πέρι δ ῶκ ε θ ε ὸς πολεμήϊα ἔρ γ α ” 13.727; “ἅ ο ἱ πέρι δ ῶκ ε ν Ἀθήνη” Od.2.116, cf. 7.110; “πέρι γάρ μ ι ν ὀϊζυρὸν τέκε μήτηρ” 3.95; “πέρι κέρδεα ο ἶδ ε ν ” 2.88; “τ ὸν πέρι Μ ο ῦσ ᾽ ἐφίλησεν” 8.63.
2. π . does not suffer anastrophe in the Ep. phrase π . κ ῆρ ι right heartily, “π . κ ῆρ ι φίλησε” Il.13.430, etc. (κ ῆρ ι φ ι λ ε ῖν alone, 9.117); “ἀπέχθωνται π . κ ῆρ ι ” 4.53; π . κ ῆρ ι τιέσκετο ib.46, cf. Od.5.36, 7.69; “π . κ ῆρ ι . . ἐχολώθη” Il.13.206; also “π . φ ρ ε σ ὶν ἄσπετος ἀλκή” 16.157; “π . φ ρ ε σ ὶν α ἴσιμα ᾔδ η ” Od.14.433; “ἀλύσσοντες π . θ υ μ ῷ” Il.22.70, cf. Od.14.146; “π . σθένεϊ” Il.17.22.
4. π ε ρ ὶ κάτω bottom upwards, “δ ῖνος π . κάτω τετραμμένος” Stratt.34, cf. Phot.; “τ ὴν κόγχην στρέψας π . τ ὰ κάτω” Ael.NA9.34.
F. IN COMPOS. all its chief senses recur, esp.
II. completion of an orbit and return to the same point, about, as in περιάγω, περιβαίνω, περίειμι (ε ἶμ ι ibo), περιέρχομαι, περιστρέφω.
III. a going over or beyond, above, before, as in περιβαίνω III, περιβάλλω v, περιγίγνομαι, περιεργάζομαι, περιτοξεύω.
IV. generally, a strengthening of the simple notion, beyond measure, very, exceedingly, as in περικαλλής, περίκηλος, περιδείδω, like Lat. per-.
V. the notion of double-ness which belongs to ἀμφί is found in only one poetic compd., περιδέξιος (q.v.).
G. PROSODY: περί never suffers elision in Il. or Od. (“π ε ρ ᾽ ἰγνύσι” h.Merc.152); once in Hes., “περίαχε” Th.678 (cf. Q.S.3.601, 11.382), v. ἰάχω fin.; “π ε ρ ᾽ ἰγνύῃσ ι ” Theoc.25.242 ; “π ε ρ ᾽ Ἠδάλιον” Inscr.Cypr. 135.27 H.; also in Pi., “περάπτων” P.3.52 ; “περόδοις” N.11.40; “περιδαῖος” Fr.154 ; “π ε ρ ᾽ α ὐτ ᾶς” P.4.265 ; “ταύτας π ε ρ ᾽ ἀτλάτου πάθας” O.6.38 : not in Trag. (περεβάλοντο, περεσκήνωσεν are ff. ll. in A.Ag.1147, Eu.634); in Com. and codd. of Prose writers only in part. of περίειμι (ε ἶμ ι ibo) (q. v.):—π . stands before a word beginning with a vowel in Com., π ε ρ ὶ Ἀθ η ν ῶν , π ε ρ ὶ ἐμ ο ῦ, Ar.Eq.1005 sq.:—Aeol. π ε ρ ρ metri gr., v. A. 5.