Έφεση είναι το ένδικο μέσο που ασκεί ο διάδικος που ηττήθηκε ολικώς ή μερικώς στην πρωτοβάθμια δίκη, προκειμένου να δικασθεί εκ νέου η υπόθεσή πουτον αφορά από ανώτερο δικαστήριο.
Μετην έφεση ο διάδικος που ηττήθηκε προβάλλει ότι η απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου έχει νομικά ή ουσιαστικά σφάλματα και ζητεί να δικασθεί ξανά η υπόθεση. Όταν ασκηθεί έφεση, η υπόθεση δικάζεται σε δεύτερο βαθμό από το αρμόδιο δικαστήριο.
Το ένδικο μέσο της εφέσεως εμφανίζεται στην ελληνική αρχαιότητα και μαρτυρεί την αποκρυστάλλωση ενός σοβαρού δικαιοδοτικού συστήματος στις αρχαίες ελληνικές πόλεις-κράτη.
Στο ισχύον ελληνικό δικαιοδοτικό σύστημα, έφεση μπορεί να ασκηθεί κατά των αποφάσεων τόσο των πολιτικών δικαστηρίων[1] όσο καιτων ποινικών δικαστηρίων[2]καιτων διοικητικών δικαστηρίων[3].
Ο Νόμος προσδιορίζει τα αρμόδια να εκδικάσουν εφέσεις δικαστήρια, κατά κατηγορία υποθέσεων, εξειδικεύοντας το θεμελιώδες δικαίωμα μη στερήσεως του νόμιμου δικαστή[4]. Στο ελληνικό δικαιοδοτικό σύστημα υπάρχει κατηγορία δικαστηρίων που καλούνται Εφετείακαι έχουν ως κύρια αποστολή την εκδίκαση εφέσεων.[5]
Το δικαίωμα εφέσεως κατά των δικαστικών αποφάσεων αποτελεί πτυχή θεμελιώδους δικαιώματος, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 20§1 του Συντάγματος της Ελλάδας[6], στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Δικαιωμάτων του Ανθρώπου[7]καιστο άρθρο 14§1 του Διεθνούς Συμφώνου Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων.[8]
Κατ' εξαίρεση, ο Νόμος μπορεί να ορίζει ότι ορισμένες αποφάσεις δικαστηρίων δεν μπορούν να προσβληθούν με έφεση. Αυτές οι αποφάσεις λέγονται "ανέκκλητες". Ο σκοπός του νομοθέτη ναμην επιτρέψει την άσκηση εφέσεως κατά ορισμένων αποφάσεων γίνεται σε περιπτώσεις πουη δικαστική απόφαση πιθανολογείται ως ορθή λόγω της σπουδαιότητας του δικαστηρίου που επιλαμβάνεται της υποθέσεως σε πρώτο βαθμό ή σε περιπτώσεις πουη ανατροπή της πρωτόδικης αποφάσεως μετην αποδοχή της εφέσεως δενθα επιφέρει σοβαρές συνέπειες στον διάδικο που τυχόν θα νικούσε στον δεύτερο βαθμό. Ο χαρακτηρισμός μιας κατηγορίας αποφάσεων ως "ανεκκλήτων" από διάταξη νόμου συνιστά περιορισμό συνταγματικού δικαιώματος, καταρχήν ανεκτό , αφού το δικαίωμα έννομης προστασίας τελεί υπό γενική επιφύλαξη νόμου. Βεβαίως, γιανα είναι επιτρεπτός αυτός ο περιορισμός και τελικώς σύμφωνη μετο Σύνταγμα η νομοθετική απαγόρευση ασκήσεως εφέσεως κατά ορισμένης κατηγορίας δικαστικών αποφάσεων πρέπει να πληρούνται οι όροι του συστήματος "περιορισμού των περιορισμών": δηλαδή ο περιορισμός να είναι σύμφωνος μετην αρχή της αναλογικότητας, ναμην προσβάλλεται ο πυρήνας του δικαιώματος, ο περιορισμός να επιβάλλεται για λόγους γενικού συμφέροντος κ.λπ.
↑Βλ. ιδίως άρθρα 511-537 του ισχύοντος Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
↑Βλ. ιδίως άρθρα 477-481 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για τις εφέσεις κατά βουλευμάτων καιτα άρθρα 486-503 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για τις εφέσεις κατά αποφάσεων.
↑Βλ. ιδίως άρθρα 92-100 του ισχύοντος Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, για τις εφέσεις σε διαφορές ουσίας, και άρθρα 58-67 του π.δ. 18/1989 για τις εφέσεις σε ακυρωτικές διαφορές.
↑Σύμφωνα μετο άρθρο 8§1 του Συντάγματος, "κανένας δεν στερείται χωρίς τη θέλησή τουτο δικαστή πουτου έχει ορίσει ο νόμος".
↑Πάντως, με βάση τα ισχύοντα, πολιτικά δικαστήρια που δικάζουν εφέσεις είναι, εκτός από τα Εφετεία, καιτα Πρωτοδικεία, ποινικά δικαστήρια που δικάζουν εφέσεις, εκτός από τα Εφετεία, είναι καιτα Πλημμελειοδικεία, και εξάλλου διοικητικά δικαστήρια που δικάζουν εφέσεις είναι , εκτός από τα Διοικητικά Εφετεία, το Συμβούλιο της Επικρατείας καιτο Ελεγκτικό Συνέδριο.
↑άρθρο 20§1 του Συντάγματος : "Καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ' αυτά τις απόψεις τουγιατα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως νόμος ορίζει".
↑άρθρο 6 της Ε.Σ.Δ.Α. : "Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα όπως η υπόθεσίς του δικασθή δικαίως, δημοσία και εντός λογικής προθεσμίας υπό ανεξαρτήτου και αμερολήπτου δικαστηρίου, νομίμως λειτουργούντος, το οποίον θα αποφασίση είτε επί των αμφισβητήσεων επί των δικαιωμάτων και υποχρεώσεών του αστικής φύσεως, είτε επί του βασίμου πάσης εναντίον του κατηγορίας ποινικής φύσεως".
↑άρθρο 14§1εδ.α' καιβ' ΔΣΑΠΔ :" Όλοι είναι ίσοι ενώπιον των δικαστηρίων. Κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα η υπόθεσή τουνα δικαστεί δίκαια και δημόσια από αρμόδιο , ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο, που έχει συσταθεί με νόμο, το οποίο θα αποφασίσει γιατο βάσιμο κάθε κατηγορίας σχετικά με ποινικό αδίκημα, η οποία έχει απαγγελθεί εναντίον του, καθώς καιγια αμφισβητήσεις δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αστικού χαρακτήρα".