Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί καινα αφαιρεθεί. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 13/05/2010.
Οιγενίτσαροι (οθωμανικά τουρκικά: يڭيچرى, προφέρεται: [jeniˈt͡ʃeɾi], που σημαίνει «νέος στρατιώτης») ήταν επίλεκτα σώματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αρχικά συγκροτούνταν από αιχμαλώτους πολέμουκαι παιδιά χριστιανικών οικογενειών που εξαναγκάζονταν από μικρή ηλικία σε στρατιωτική υπηρεσία. Για τέσσερις αιώνες αποτέλεσαν την αιχμή της πολεμικής μηχανής της Αυτοκρατορίας καιτωνσουλτάνων. Μετον καιρό εξελίχθηκαν σε παραστρατιωτικό κέντρο εξουσίας σε εσωτερικούς πολιτικούς και οικονομικούς αγώνες, πολλές φορές και κατά των ίδιων των σουλτάνων, μέχρι τις 15 Ιουνίου του 1826, οπότε και διατάχθηκε ο ολοκληρωτικός διωγμός τους, ο αποκαλούμενος Βακάι-ι-Χαϊριγιέ (Vakay-i-Hayriye) από τον σουλτάνο Μαχμούτ Β΄.
Το σώμα αυτό πρωτοσυστάθηκε από τον σουλτάνο Ορχάν, το 1327 ως πεζικά τάγματα ατάκτων, τα λεγόμενα «γιαγιά» (yaya). Σημειώνεται ότι οοθωμανικός στρατός αρχικά αποτελούνταν από άτακτες ομάδες ιππέων τοπικών φυλών προσκείμενων στονσουλτάνο. Καθώς όμως το σουλτανάτο επεκτεινόταν, οι άρχοντες των φυλών αυτών διορίστηκαν «αφέντες των συνόρων» φέροντας τον τίτλο του «Ουτς μπέη» ή «Ούτσμπεη», προκειμένου αυτοί να διευρύνουν την επικράτεια. Όμως οΟρχάνκαι ίδιαίτερα ο γιος τουΟσμάν Α΄ αντιλήφθηκαν την ανάγκη μιας ιδιαίτερης και αφοσιωμένης στρατιωτικής μετακινούμενης δύναμης πουθα εξασφάλιζε την αφοσίωση αλλά καιτην ισορροπία μεταξύ των φυλών. Έτσι από το 1338 υφίστανται τα πεζικά τάγματα «γιαγιά» καιοι ιππείς που συγκροτούσαν το «μουσελέμ» (= ιππικό). Το 1362 ο σουλτάνος Μουράτ Α΄ επέβαλε τον «νόμο του ενός πέμπτου», γνωστό ως «Πεντζχίκ κανονού», εισάγοντας νέο φορολογικό σύστημα. Προέκταση αυτού ήταν καιη εφαρμογή του επί των αιχμαλώτων. Έτσι κατ' απομίμηση του συγκροτηθέντος από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α΄ τον Κομνηνό βυζαντινού επίλεκτου τάγματος των «ανδρειωμένων αγγούρων» ξεκίνησε καιη επιλογή των «νέων στρατιωτών» που γίνονταν με μορφή παιδομαζώματοςκαιη οποία συστηματοποιήθηκε επί σουλτάνων Σελίμ Α΄καιΣουλεϊμάν Α΄, περί τον 15ο αιώνα. Η επιλογή γινόταν μεταξύ των χριστιανοπαίδων ηλικίας από 6-15 ετών, εξού καιτο όνομα παιδομάζωμα, ανά πενταετία ή συντομότερα αν υπήρχαν στρατιωτικές ανάγκες και κυρίως από τις επαρχίες της Βαλκανικής, εξαιρουμένων όμως της Κωνσταντινούποληςκαι της Ρόδου.
Γενίτσαροι βαθμοφόροι ήταν οι λεγόμενοι «Τουρνατζή μπασή» ή «τουρνατζή μπασήδες» που δρούσαν ως στρατολόγοι των ομορφότερων και ευρωστότερων παιδιών από τους καταλόγους που παρέδιδαν οιδημογεροντίες. Στη συνέχεια ακολουθούσε ο εξισλαμισμός καιταμεν ευφυέστερα παραχωρούνταν στη σουλτανική Αυλή, ταδε άλλα συγκροτούσαν τους ατζαμί ογλάν (= αδαείς, προπαιδευόμενοι) και εκπαιδεύονταν σε ειδικά στρατόπεδα στηνισλαμική πίστη, την πειθαρχία, την σκληραγωγία, μετά το πέρας των οποίων εισέρχονταν στο σώμα των γενιτσάρων.
Έτσι το (πρώτο) σώμα ήταν των νεοσυλλέκτων, το λεγόμενο «Ατζαμί οτζαγί», όπου μετά τηνκατ' άτομο ορκωμοσία εισέρχονταν στο τάγμα των γενίτσαρων, το λεγόμενο «Γενίτσερι οτζαγί», που αποτελούνταν αρχικά από 1.000 γενίτσαρους οργανωμένους σε 10 λόχους (μπελούκ), που καθένας περιελάμβανε 100 γενίτσαρους. Διοικητής του κάθε λόχου ήταν ο γιαγιάμπασι ή γιαγιάμπασης (διοικητής πεζικού). Κάθε λόχος επιτελούσε ειδική εργασία που λεγόταν «ορτά» ή «τζεμαάτ». Πολύ σύντομα οι λόχοι ορτάδων αυξήθηκαν ραγδαία. Παράλληλα αυτών ήταν και έτερη στρατιωτική οργάνωση, η λεγόμενη «Σεκμπάν Μπουλουκλερί» με 34 μπελούκ (λόχους) πεζικού και ένα λόχο ιππικού. Τελικά μετην αύξηση του αριθμού των γενίτσαρων δημιουργήθηκε ακόμη μία στρατιωτική δύναμη, η λεγόμενη «Αγά Μπουλουκλερί», με συνολική δύναμη 62 μπελούκ. Έτσι στο απόγειο της δύναμης των γενίτσαρων υπήρχαν οι 100 τακτικές ορτάδες (των 100 ατόμων καθεμιά), το «Σεκμπάν Μπουλουκλερί Ορτασί», με 35 λόχους των 50 ατόμων έκαστος καιτο «Αγά Μπουλουκλερί Ορτασί» με 61 λόχους των 50 ατόμων έκαστος. Συνολική δύναμη 14.880 άνδρες.
Γενικός διοικητής όλων των μονάδων των γενίτσαρων ήταν ο «Γενίτσαρι Αγασί» ή «Γενίτσαρι Αγάς» που ήταν υπεύθυνος γιατη στρατολόγηση των «ατζαμί», την εκπαίδευσή τους, τη συνεχή εκπαίδευση όλων των ταγμάτων, την ασφάλεια κατά τις μετακινήσεις τους, τη στρατιωτική τακτική, καθώς καιγια όλα τα θέματα διοικητικής μέριμνας (τροφοδοσίας, διανομής λαφύρων, πληρωμών κλπ). Τιμής ένεκεν τον τίτλο αυτό έφερε καιο σουλτάνος, ανκαι ήταν συμβολικά διοικητής του πρώτου ορτά (των ανακτόρων). Οι πληρωμές γίνονταν ανά τρίμηνο στα ανάκτορα (καπού). Παρά ταύτα, ο σουλτάνος, στους τελευταίους αιώνες, πήγαινε ο ίδιος στη διοίκηση των γενίτσαρων και λάμβανε από εκεί τον μισθό του διοικητού, του 1ου ορτά, για ανάπτυξη αφοσίωσης και πίστης των γενίτσαρων στο πρόσωπό του. Σημειώνεται ότι στους πρώτους αιώνες της δημιουργίας τωνοι σουλτάνοι ηγούνταν αυτών στις πολεμικές επιχειρήσεις.
Για τους γενίτσαρους απαγορεύονταν άλλο επάγγελμα καθώς καιη δημιουργία οικογένειας και όλοι οι στρατολογημένοι εξισλαμίζονταν. Σταδιακά απέκτησαν μεγάλη πολιτική δύναμη έναντι των σουλτάνων. Οι γενίτσαροι, εξισλαμισθέντες πλέον, καθώς μάλιστα τίποτε δεν τους συνέδεε μετην ομαλή οικογενειακή και κοινωνική ζωή, αφού λησμονούσαν γονείς και γενέτειρα γη, γίνονταν οιπιο φανατικοί πολεμιστές και θεωρούνταν οι καλύτεροι υπερασπιστές του εκάστοτε σουλτάνου.
Στο διάστημα 1609-1635 αυξήθηκε δραστικά ο αριθμός των γενίτσαρων εις βάρος τωνσπαχήδων. Από 1.000 γενίτσαρους στην αρχή του θεσμού αυξάνονται σε πάνω από 100.000 (πεζικό), ενώ αντίστοιχα από 70.000 σπαχήδες μειώνονται σε λιγότερους από 9000 (ιππικό). Αυτό επιτυγχάνεται μετοπαιδομάζωμα (ηλικίες 5-8 ετών), χωρίς την έγκριση των Ουλεμά (εφαρμογή αλλαξοπίστισης - ντεβσιρμέ). Σκοπός είναι πλέον ο έλεγχος των απομακρυσμένων εδαφών (άμυνα) και όχι η περαιτέρω επέκταση.
Κατά το 1600, άρχισαν να εισέρχονται στα σώματα των γενίτσαρων καιμουσουλμάνοι κυρίως με δωροδοκίες, ενώ κατά τον 17ο αιώνα το δικαίωμα εισδοχής έγινε κληρονομικό καιη στρατολόγηση χριστιανών σταδιακά σταμάτησε. Μέχρι τον 19ο αιώνα ο θεσμός έχει πλέον εκφυλιστεί, καθώς μειώθηκε ακόμη καιο σεβασμός τους προς τονσουλτάνο. Πολλές φορές σήκωσαν κεφάλι ενάντια στοοθωμανικό κράτοςκαι τους αξιωματούχους του, γυρεύοντας όλο και περισσότερα προνόμια και μισθούς. Έφθασαν ως την εκτέλεση ενός σουλτάνου.
Το 1826, ο σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ απαλλάχθηκε από τους απείθαρχους γενίτσαρους διατάζοντας τους πιστούς σπαχήδεςτουνα τους σφαγιάσουν στους κοιτώνες τους.
↑ 2,02,12,2Ágoston, Gábor (2014). «Firearms and Military Adaptation: The Ottomans and the European Military Revolution, 1450–1800». Journal of World History25: 113.