Ηενόργανη γυμναστική είναι τοάθλημα της αγωνιστικής γυμναστικής. Η ονομασία της προκύπτει από το γεγονός ότι ο αθλητής ή η αθλήτρια εκτελεί ένα πρόγραμμα σε ένα ειδικά διαμορφωμένο όργανο, με ή χωρίς χρονικό περιορισμό (ανάλογα μετο όργανο) και χωρίς τη συνοδεία μουσικής (με εξαίρεση τις ασκήσεις εδάφους γυναικών). Η ενόργανη γυμναστική ανήκει στην κατηγορία των αθλημάτων κρίσης, στα οποία η επίδοση κάθε αθλητή καθορίζεται από τη βαθμολογία πουτου δίνει μια ειδική επιτροπή κριτών. Ένα πρόγραμμα αποτελείται από μια σειρά κινήσεων που βαθμολογούνται ανεξάρτητα, ανάλογα μετο βαθμό δυσκολίας τους καιτην αρτιότητα -τεχνική και καλλιτεχνική- μετην οποία εκτελούνται. Η τελική βαθμολογία γιατο σύνολο του προγράμματος προκύπτει από το άθροισμα των βαθμών που συγκέντρωσε κάθε κίνηση ξεχωριστά.
Οι ασκήσεις ή αλλιώς τα αγωνίσματα που συνθέτουν το άθλημα της ενόργανης γυμναστικής παίρνουν το όνομά τους από το όργανο στο οποίο εκτελεί κάθε φορά το πρόγραμμά του ένας αθλητής ή μία αθλήτρια. Οι άντρες διαγωνίζονται σε έξι αγωνίσματα-όργανα (κατά σειρά διεξαγωγής σε έναν πλήρη αγώνα): ασκήσεις εδάφους, πλάγιο ίππο, κρίκους, άλμα, παράλληλους ζυγούς και μονόζυγο, ενώ οι γυναίκες σε τέσσερα: άλμα, δίζυγο ή ασύμμετρους ζυγούς, δοκό ισορροπίας και ασκήσεις εδάφους (το τελευταίο μετη συνοδεία μουσικής).[1]
Οι ρίζες της ενόργανης γυμναστικής μπορούν να αναζητηθούν σε διάφορες αθλητικές, θρησκευτικές, ακροβατικές και στρατιωτικές δραστηριότητες των αρχαίων πολιτισμών της Κίνας, της Ινδίαςκαι κυρίως της Ελλάδας. Τοπιο γνωστό και χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα περίφημα ταυροκαθάψια της μινωικής Κρήτης, όπου οι αθλητές εκτελούσαν άλματα και διάφορες ακροβατικές ασκήσεις στην πλάτη ενός ταύρου. Αντίστοιχες πρακτικές και ασκήσεις συναντάμε σε όλους σχεδόν τους αρχαίους και σύγχρονους λαούς που είχαν σχέση μετα άλογα καιοι αναβάτες τους εκπαιδεύονταν γιανα ανεβαίνουν καινα κατεβαίνουν γρήγορα, νατα υπερπηδάνε, αλλά καινα αλλάζουν θέση πάνω τους, καθώς τα άλογα έτρεχαν. Μάλιστα, γι' αυτόν το σκοπό, οι Ρωμαίοι είχαν κατασκευάσει ένα ξύλινο ομοίωμα του σώματος ενός αλόγου (ο πρόδρομος του πλάγιου ίππου), ώστε οι ασκήσεις να γίνονται στα γυμναστήρια και κυρίως με μεγαλύτερη ασφάλεια. Επίσης, πολλές από τις κινήσεις που γίνονται στις σύγχρονες ασκήσεις εδάφους αποτελούσαν μέρος της γενικής προπόνησης που έκαναν οι αθλητές στα γυμναστήρια της Αρχαίας Ελλάδας. Τη σύγχρονη μορφή της άρχισε νατην αποκτά στηΓερμανία, στις αρχές του 19ου αιώνα, χάρη κυρίως στο έργο του εκπαιδευτικού Φρίντριχ Λούντβιχ Γιαν, του επονομαζόμενου και «πατέρα της γυμναστικής». Μεταξύ άλλων, οΓιαν εισήγαγε τη γυμναστική στα σχολεία, ίδρυσε γυμναστήρια, διοργάνωσε γυμναστικούς αγώνες και δημιούργησε τις αρχικές μορφές των τριών από τα έξι όργανα της ενόργανης γυμναστικής που χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα: του δίζυγου (παράλληλες μπάρες), του μονόζυγου καιτου ίππου που χρησιμοποιείται γιατο άλμα.
Στις 23 Ιουλίου του 1881 ιδρύθηκε στηΛιέγητουΒελγίουη Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Γυμναστικής, η οποία μετατράπηκε το 1921 σε παγκόσμια και μετονομάστηκε σεΔιεθνή Ομοσπονδία Γυμναστικής (Fédération Internationale de Gymnastique, FIG). Η FIG είναι υπεύθυνη γιατη θέσπιση καιτην τήρηση των κανόνων της αγωνιστικής γυμναστικής που ισχύουν γιατο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Σε αυτούς περιλαμβάνονται οι προδιαγραφές γιατα όργανα της ενόργανης γυμναστικής, οι περιορισμοί που ισχύουν γιατα προγράμματα καιτο σύστημα ή, αλλιώς, ο κώδικας βαθμολόγησης που χρησιμοποιείται γιατον καθορισμό της επίδοσης ενός αθλητή ή μιας αθλήτριας. Επίσης, εκεί ορίζεται ότι οι γυμναστές καιοι γυμνάστριες πρέπει να είναι τουλάχιστον 16 χρονών και ότι τα προγράμματα που εκτελούν είναι δικής τους επιλογής όσον αφορά στη σύνθεση των ασκήσεων. Η τελική βαθμολογία καθορίζεται από το βαθμό δυσκολίας των επιμέρους ασκήσεων, από το πόσο άρτια εκτελέστηκαν, από τη χάρη καιτην τεχνική του γυμναστή ή της γυμνάστριας, τη συνοχή της κίνησης κατά τη μετάβαση από τη μία άσκηση στην επόμενη και από την καλλιτεχνική διάσταση του όλου προγράμματος. Πολλές πρωτότυπες και δύσκολες ασκήσεις «βαπτίζονται» μετα ονόματα των αθλητών που τις πραγματοποίησαν για πρώτη φορά, όπως, για παράδειγμα, η διάσημη τριπλή και ανάποδη τούμπα (σάλτο) «Τσουκαχάρα», το περίφημο άλμα «Μελισσανίδης» καιοι δύο κινήσεις στο δίζυγο του Τσολακίδη.
Η γυμναστική είναι ένα από τα ελάχιστα αθλήματα που περιλαμβάνονται συνεχώς στο πρόγραμμα των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, από τηνπρώτη Ολυμπιάδα του 1896στηνΑθήνα έως σήμερα. Αρχικά, στο αγώνισμα συμμετείχαν μόνο άντρες. Η αγωνιστική ενόργανη γυμναστική των γυναικών άρχισε να αναπτύσσεται μόλις στις αρχές της δεκαετίας του 1920 και το 1928 περιλήφθηκε στο πρόγραμμα τωνΟλυμπιακών Αγώνων του Άμστερνταμ, μόνο όμως ως ομαδικό αγώνισμα. Μετην ίδια μορφή εισήχθη για πρώτη φορά το 1934 και στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ενόργανης Γυμναστικής της FIG. Με αφετηρία το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1950, οι γυναίκες άρχισαν να διαγωνίζονται καινα βαθμολογούνται και ατομικά σε κάθε όργανο, αφού μέχρι τότε οι επιδόσεις τους στα όργανα μετρούσαν μόνο γιατη συγκεντρωτική βαθμολογία της ομάδας τους. Το ίδιο ίσχυσε καιτο 1952 στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ελσίνκι, όπου οριστικοποιήθηκαν το πλήθος, το είδος, καιοι προδιαγραφές των οργάνων για τους άντρες και τις γυναίκες, καθώς καιτο πλήθος των αθλητών καιτων αθλητριών ανά ομάδα. Την ίδια εποχή, άρχισαν να αναδεικνύονται καιοι πρώτες θρυλικές μορφές του αθλήματος (κυρίως από το χώρο της Σοβιετικής Ένωσης), με προεξάρχουσες εκείνες του Βίκτορ Τσουκάριν και της Λαρίσα Λατίνινα.[2]
Το άθλημα πάντως απογειώθηκε το 1976, με αφορμή την εμφάνιση της Ρουμάνας Νάντια Κομανέτσι, η οποία, σε ηλικία μόλις 14 χρόνων, μάγεψε το παγκόσμιο κοινό με τις επιδόσεις καιτην απαράμιλλη χάρη της κατά τη διάρκεια τωνΟλυμπιακών Αγώνων του Μόντρεαλ. Ήταν η πρώτη φορά που μία γυμνάστρια υποχρέωσε τους κριτές να δώσουν την απόλυτη βαθμολογία 10 σε μία άσκηση (στους ασύμμετρους ζυγούς του ομαδικού). Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν είχε καν προβλεφθεί τέτοια βαθμολογία καιοι ηλεκτρονικοί πίνακες του σταδίου έγραφαν «1.00» αντί για «10.00», καθώς είχαν μόνο 3 ψηφία. Ύστερα από λίγο την ακολούθησε η Σοβιετική Νέλι Κιμστο άλμα και στις ασκήσεις εδάφους. Ωστόσο, μετα επτά συνολικά δεκάρια της, τα τρία χρυσά μετάλλια (σε σύνθετο ατομικό, ασύμμετρους ζυγούς και δοκό ισορροπίας), το ένα αργυρό (μετη Ρουμανία στο ομαδικό) καιτο ένα χάλκινο (στις ασκήσεις εδάφους), η Κομανέτσι δημιούργησε ένα ασύλληπτο ρεκόρ. ΣτηνΟλυμπιάδα της Μόσχαςτου 1980 που ακολούθησε, ο Σοβιετικός Αλεξάντρ Ντιτγιάτιμ πήρε τη σκυτάλη από την Κομανέτσι, επιτυγχάνοντας αρκετά δεκάρια και κερδίζοντας οκτώ συνολικά μετάλλια (τα τρία από αυτά χρυσά), εκτων οποίων τα έξι σε μία ημέρα. Ο μόνος γυμναστής που μπορεί να συναγωνιστεί το ρεκόρ του είναι ο Βιτάλι Σέρμπο από τηΛευκορωσία, ο οποίος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1992στη Βαρκελώνη κέρδισε έξι χρυσά μετάλλια (ομαδικό, σύνθετο ατομικό, πλάγιο ίππο, κρίκους, άλμα και δίζυγο).[3]
Η ελληνική ενόργανη γυμναστική είχε κατακτήσει έξι μετάλλια στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896στηνΑθήνα, αλλά από τότε και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1960 βρισκόταν σε μαρασμό. Η επανεμφάνισή της στο προσκήνιο των Ολυμπιακών Αγώνων έγινε στηδιοργάνωση του 1988στηΣεούλμετη Φωφώ Βαρβαριώτου. Το 1996 στην Ατλάντα είχαμε αφενός τη συμμετοχή της ομάδας των γυναικών και αφετέρου την κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου στις ασκήσεις εδάφους από τονΙωάννη Μελισσανίδη. ΟΔημοσθένης Ταμπάκος στους κρίκους καιοΒλάσης Μάραςστο μονόζυγο είχαν επιτυχίες σε διεθνές επίπεδο, όπως επίσης ο Βασίλης Τσολακίδης (δίζυγο), οΛευτέρης Κοσμίδης (ασκήσεις εδάφους), ηΣτεφανί Μπισμπίκου (δοκό ισορροπίας) καιοΛευτέρης Πετρούνιας.[4]
Το ολυμπιακό πρόγραμμα περιλαμβάνει οκτώ ανδρικά αγωνίσματα ενόργανης: έξι ατομικά αγωνίσματα οργάνων, το ατομικό σύνθετο καιτο ομαδικό σύνθετο. Σε παλιότερες ολυμπιάδες διεξήχθησαν και άλλα αγωνίσματα γυμναστικής.
Το ολυμπιακό πρόγραμμα περιλαμβάνει έξι γυναικεία αγωνίσματα ενόργανης: τέσσερα ατομικά αγωνίσματα οργάνων, το ατομικό σύνθετο καιτο ομαδικό σύνθετο. Σε παλιότερες ολυμπιάδες διεξήχθη καιμια παραλλαγή της σημερινής ρυθμικής.