Από τις απαρχές της αεροναυτικής, υπήρξαν προσπάθειες γιατον σχεδιασμό αεροσκαφών με ηλεκτρικό σύστημα πρόωσης με κίνητρο μια υψηλότερη αποδοτικότητα και αξιοπιστία, όπως και μείωση των εκπομπών καυσαερίων και θορύβου. Την τελευταία δεκαετία, πολλές ερευνητικές ομάδες ανά τον κόσμο μελετούν δυνατές λύσεις, προκειμένουν να εισάγουν ηλεκτροκίνητα αεροσκάφη στην μαζική μεταφορά επιβατών. Παρ’όλο πουη υλοποίηση είναι τεχνολογικά εφικτή σε πειραματικό επίπεδο, απομένει η επίλυση ορισμένων ζητημάτων που σχετίζονται κυρίως μετην αποθήκευση της ηλεκτρικής ενέργειας καιτα εγγενή χαρακτηριστικά ηλεκτρικών κινητήρων.
Ένα αμιγώς ηλεκτροκίνητο αεροσκάφος δεν εκπέμει καυσαέρια στην ευαίσθητη περιβαλλοντολογικά στρώση της ατμόσφαιρας όπου κινούνται τα σημερικά πολιτικά αεροσκάφη, καθώς η πρόωση βασίζεται στην άμεση μετατροπή της χημικής ενέργειας των συσσωρευτών σεμηχανική ενέργεια στους στροβίλους ή έλικες. Με αυτόν τον τρόπο, η εκπομπή καυσαερίων παραμένει στην παραγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας, όπου ίσως μπορεί να αντιμετωπιστεί πιο αποτελεσματικά. Ακόμα, η απουσία της εκτόνωσης καυσαερίων, μπορεί να μειώσει το επίπεδο θορύβου κατά την πτήση και ενδεχομένως κατά την διάρκεια της απογείωσης και προσγείωσης (ανκαισε αυτές τις φάσεις της πτήσης, υπερέχει συνήθως η συνεισφορά της αεροδυναμικής στο ολικό επίπεδο θορύβου) συγκριτικά με συμβατικά αεροσκάφη. Ένα άλλο σημαντικό πλεονέκτημα τωνηλεκτρικών κινητήρων είναι ότι η παραγόμενη μηχανική ισχύς, δεν επηρεάζεται τόσο δραστικά από αλλαγές στο υψόμετρο καιτην ταχύτητα του αεροσκάφους, όπως οικινητήρες αεριώθησης. Επομένως, διατηρούν σχεδόν αμετάβλητη την αποδοτικότητα και ισχύς τους (με εξαίρεση την έλικα/fan).
Το κύριο πρόβλημα στην εφαρμογή ηλεκτρικών συστημάτων πρόωσης, είναι η αποθήκευση της ηλεκτρικής ενέργειας. Η δυνατή πυκνότητα χημικής ενέργειας ανά μάζα είναι σημαντικά χαμηλότερη στους συσσωρευτές από ότι στα συμβατικά καύσιμα. Αυτό σημαίνει, ότι γιατην ίδια αποστολή καιμετην ίδια αεροδυναμική διάταξη και βάρος απογείωσης, θα πρέπει να μειωθεί σημαντικά το ωφέλιμο φορτίο. Ένα δεύτερο σημαντικό μειονέκτημα σε σχέση μετα συμβατικά αεροσκάφη είναι, οτιη μάζα του αεροσκάφους παραμένει σταθερή καθ’όλη την διάρκεια της πτήσης. Επομένως, ένα υψηλό ποσοστό της ενέργειας θα δαπανάται στην μεταφορά της ίδιας της ηλεκτρικής ενέργειας, φαινόμενο που επιδρά εκθετικά μετην προτιθέμενη εμβέλεια. Ακόμα, η επαναφόρτιση των συσσωρευτών απαιτεί σημαντικό χρονικό διάστημα, που μπορεί γιανα μειωθεί, απαιτείται αναβάθμιση της υποδομής στα αεροδρόμια, όπως καιστα ίδια τα αεροσκάφη. Επίσης, η δικτύωση του σκάφους με καλωδιώσεις υψηλής τάσης, εγκυμονεί κινδύνους.
Παρ’όλο που απομένουν αρκετές προκλήσεις στον σχεδιασμό ηλεκτροκίνητων αεροσκαφών, μια πολλά υποσχόμενη δυνατότητα είναι ο συνδυασμός της ηλεκτρικής πρόωσης μετην συμβατική πρόωση, δηλαδή τα "υβριδικά" αεροσκάφη [1][2]. Με αυτόν τον τρόπο ο σχεδιαστικός χώρος (design space) διευρύνεται σημαντικά, καθώς τα πλεονεκτήματα της κάθε τεχνολογίας μπορούν να αξιοποιηθούν ταυτόχρονα.