Κολεκτιβοποίηση ήταν πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης προκειμένου να ενθαρρύνει την παραδοσιακή γεωργία στο εσωτερικό της χώρας ως πηγή οικονομικού πλούτου αλλά καιγιανα αποδυναμώσει τους εύπορους αγρότες. Υπό αυτό το καθεστώς, οι αγρότες ήταν υποχρεωμένοι να παραχωρούν την καλλιεργήσιμη έκταση γης τους στο κράτος καινα καλλιεργούν καινα εργάζονται σε μεγαλύτερες συλλογικές γεωργικές εκτάσεις. Ουσιαστικός σκοπός αυτής της πολιτικής ήταν η γρήγορη εκβιομηχάνιση της Σοβιετικής Ένωσης προκειμένου να αντεπεξέλθει στις πολεμικές ανάγκες της εποχής.[1] Θεμελιωτής αυτής της πολιτικής ήταν οΙωσήφ Στάλιν.[2]
Χρόνιες ελλείψεις σε τρόφιμα και λαϊκές κινητοποιήσεις ενάντια σε ελλειπή κρατική βοήθεια στην εργατική τάξη ενθάρρυναν τον Στάλιν και τους υποστηρικτές τουνα εγκαταλείψει η Σοβιετική Ένωση την αγορά ως μέσο διανομής και διάθεσης τροφίμων. Ο Στάλιν, βλέποντας άλλες μεθόδους για διανομή τροφίμων από γειτονικές περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης (Ουράλια όρη, Δυτική Σιβηρία) τον χειμώνα του 1927-1928, κατάφερε και έπεισε την ηγεσία του κόμματος τουνα εισάγουν νέα μέθοδο για παραγωγή και διάθεση τροφίμων στον λαό. Αυτή η νέα μέθοδος βασιζόταν στην λογική ότι η κεντρική διάθεση τροφίμων από το κράτος θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματική μακροπρόθεσμα γιανα καταπολεμηθούν οι πολύ συχνές γιατην εποχή ελλείψεις τροφίμων. Ο ίδιος ο Στάλιν αλλά και μέλη του κόμματος του είδαν την Κολεκτιβοποίηση ως μια λύση σε δύο κύρια ζητήματα:
Οι μεγάλες μονάδες παραγωγής ακολουθώντας οργάνωση βιομηχανικών προτύπων καιμε πρόσβαση σε μηχανήματα θα ήταν κατά μεγάλο βαθμό πιο αποτελεσματικές καιθα επέτρεπαν στο κράτος να παράγει ακόμη μεγαλύτερες ποσότητες τροφίμων από ότι οι παραδοσιακές ως τότε χειροκίνητες μέθοδοι.
Οικουλάκοιστην τότε εργατική κοινωνία αποτελούσαν εχθρό της κυβέρνησης. Οικουλάκοι ποτέ δεν είχαν σταθερή άποψη στα κυβερνητικά ζητήματα και τις περισσότερες φορές άλλαζαν την τοποθέτηση τους πάνω σε κρατικά ζητήματα προκειμένου να υποβοηθήσουν τον εαυτό τους. Επειδή αυτό το έβλεπαν καιοι συγχωριανοί τους, πολλές φορές μεγάλες εκτάσεις γεωργικής καλλιέργειας υπέκλεπταν είτε με άμεσους είτε με έμμεσους τρόπους το κράτος. Μετην κολεκτιβοποίηση θεωρήθηκε ότι οι κουλάκοι θα σταματούσαν να υπάρχουν διότι οι υποβοηθούμενες από μηχανήματα γεωργικές καλλιέργειες ήταν τότε κάτι πουο εργατικός κόσμος χρειαζόταν και ήθελε και έτσι αναγκαστικά θα στρεφόταν στο κράτος το οποίο δεν μπορούσε να απατήσει.[3]
Παρόλα αυτά, υπήρχαν κάποιοι πουδεν συμφώνησαν με τις αλλαγές. Για παράδειγμα, μόλις ο Στάλιν χαμήλωσε τις τιμές του ψωμιού, πολλοί αγρότες που αναγκάζονταν να πωλήσουν ψωμί στο κράτος ανταποκρίθηκαν μετηνΑπεργία του Ψωμιού. Δηλαδή αποφάσισαν να σταματήσουν να παράγουν καινα πωλούν ψωμί το καλοκαίρι και περίμεναν μέχρι την άνοιξη νατο πωλήσουν, διότι τότε αυξάνονταν η τιμή του ψωμιού. Έτσι, δημιουργήθηκε για άλλη μια φορά, έλλειμμα στην παραγωγή κάποιου αγαθού. Κατά αυτό τον τρόπο, φανερώθηκε στον λαό ότι ακόμη καιτο σύστημα που ήταν δομημένο γιανατον προστατέψει τον απογοήτευσε. Ύστερα από αυτήν την καταστροφή, σταμάτησαν να είναι εθελοντικά τα οικόπεδα κολεκτιβοποίησης. Ο Στάλιν καιη κυβέρνηση του ανάγκαζαν πολλά νοικοκυριά να δουλέψουν σε δημόσιες εκτάσεις, με προπαγάνδα ή με βία.[4]
Ακόμη το πρόβλημα των κουλάκων παρέμενε. Γιανα αντιμετωπίσει αυτήν την απειλή, ο Στάλιν έκανε ανακοίνωση στην οποία χαρακτήρισε τις παλαιές του κινήσεις: είπε ότι δεν έπρεπε να επιβάλλει σε όλους να πάνε σε δημόσιες εκτάσεις και ότι ο καθένας είχε δικαίωμα προσωπικής γης. Αυτά όμως ήταν κόλπα δημοσιότητας, γιατί ύστερα από την ανακοίνωση αυξήθηκαν τρομερά οι φόροι ιδιωτικών εκτάσεων πουδεν συνέφερε για κανέναν να έχει ιδιωτική γη. Ακόμη και ύστερα από αυτό, οι κουλάκοι παρέμεναν, οπότε η ηγεσία του Στάλιν άρχισε τις βίαιες συγκρούσεις. Οποιοσδήποτε ήταν κουλάκος έπρεπε να φυλακιστεί ή να εξοριστεί ή ακόμη καινα σκοτωθεί.[5]
Όσο η οικονομία της Ρωσίας γινόταν σχεδιασμένη, τόσο πιο πολύ αυξάνονταν τα προβλήματα. Το σύστημα κολεκτιβοποίησης απαιτούσε από πολλές πόλεις να παραδώσουν προμήθειες σιταριού που αντικειμενικά ήταν αδύνατο να παραγάγουν, έτσι μια έλλειψη τροφίμων ήταν επόμενη. Κατά τα έτη 1931-1933 έγινε η μεγαλύτερη έλλειψη τροφίμων στην Σοβιετική Ένωση, και συγκεκριμένα στην Ουκρανία με πάνω από 7.000.000 νεκρούς (Γολοντομόρ). Ήταν ένα εφιαλτικό σκηνικό. Πολλοί άνθρωποι σκότωναν και έτρωγαν γάτες, σκυλιά ακόμη και ποντίκια προκειμένου να επιβιώσουν. Πολλοί έκλεβαν ο,τι απέμενε από τις περασμένες σοδειές και άλλοι απλώς αυτοκτονούσαν.[6]
Μόλις καταργήθηκε ο νόμος Συγκεκριμένης Σίτισης για όλους, τότε σταμάτησαν να υπάρχουν τα προβλήματα. Πλέον δεν έπρεπε όλες οι πόλεις να καταναλώνουν καινα παράγουν τις ίδιες ποσότητες φαγητού καιη κυβέρνηση εξομάλυνε τα πράγματα.