ΗΜαρίκα Κοτοπούλη (3 Μαΐου 1887 - 11 Σεπτεμβρίου 1954) ήταν σημαντική Ελληνίδαηθοποιός. Διακρίθηκε περισσότερο ως τραγωδός στα έργα ξένων κι Ελλήνων κλασικών συγγραφέων. Πρωταγωνίστησε, ωστόσο, σε πολλά διαφορετικά θεατρικά είδη, ανάμεσά τους η κομεντί καιη φάρσα.[1]Η ερμηνεία της σε έργα σύγχρονων συγγραφέων θεωρείται ανεπανάληπτη. Μολονότι δε διακρινόταν γιατην εξωτερική της εμφάνιση, κέρδισε τον θαυμασμό μετη γοητεία που εξέπεμπε, καθώς καιμετη σπιρτάδα του μυαλού καιτη δημιουργικότητα της σκέψης της.[2]
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Ήταν κόρη της Ελένης καιτου Δημητρίου Κοτοπούλη. Καιοιδυο γονείς της ήταν ηθοποιοί, ενώ ο πατέρας ήταν και θιασάρχης, επικεφαλής του Δραματικού Θιάσου Πρόοδος.[3]
Εμφανίστηκε στη σκηνή βρέφος σε περιοδεία των γονέων της στο έργο Ο αμαξάς των Άλπεων.[4] Είχε, έτσι κι αλλιώς, γεννηθεί σχεδόν κυριολεκτικά πάνω στο θεατρικό σανίδι, όταν η μητέρα της «καταληφθείσα επί σκηνής από τας ωδίνας του τοκετού», όπως περιέγραφε μια εφημερίδα της εποχής, «μετεφέρθη κακώς έχουσα εις την οικίαν της, ένθα έφερεν εις φως τον τελευταίον γόνον των Κοτοπούληδων».[1]
Ο πρώτος ρόλος της ήταν σε επιθεώρηση, σε ηλικία πέντε ετών, όπου υποδύθηκε μια μαθήτρια. Έως το1901 εμφανιζόταν στο πλάι των γονιών της σε διάφορα έργα, ακόμη καιτου κλασικού ρεπερτορίου, σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, τηΣμύρνηκαιτηνΚωνσταντινούπολη.[5]
Το1902 προσελήφθη στοΒασιλικό Θέατροκι αρχίζει να γίνεται γνωστή στο ευρύτερο κοινό. Στο ξεκίνημα αντιμετώπισε εχθρότητα από μερίδα συναδέλφων της, εξαιτίας του νεαρού της ηλικίας της. Το ταλέντο της αναγνωρίστηκε γρήγορα από τους κριτικούς κι αυτό ενέτεινε τον ανταγωνισμό μετην ευνοούμενη των ανακτόρων ηθοποιό Άννα Φραγκοπούλου.[4]Το ντεμπούτο της στο Βασιλικό Θέατρο ήταν ο ρόλος τουΠουκστοΌνειρο θερινής νυκτόςκαι συνέχισε με ανάλογες επιλογές από το κλασικό ρεπερτόριο, όπως Δωδεκάτη Νύχτα, Φάουστκαι άλλα.[6]
Σημαντική στιγμή στην καριέρα της νεαρής Κοτοπούλη υπήρξε η συμμετοχή της στην τριλογία του Αισχύλου Ορέστειατο1903, όπου η απαγγελία για πρώτη φορά αρχαίου δράματος στηδημοτική γλώσσα προκάλεσε σεισμό στα θεατρικά και κοινωνικά δεδομένα της εποχής. Οι οπαδοί της καθαρεύουσας, οι οποίοι υποκινήθηκαν από τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Γεώργιο Μιστριώτη, αντέδρασαν βίαια, προκλήθηκαν επεισόδια με τραυματίες και έναν νεκρό (τα λεγόμενα Ορεστειακά) καιη συνέχεια των παραστάσεων διακόπηκε.[7]
Έγινε θιασάρχης το1908καιτο1912 εγκαταστάθηκε στο θέατρο «Ομονοίας», το οποίο μετονομάστηκε σε «Μαρίκας Κοτοπούλη» καιτο1936 μετακόμισε στο «Ρεξ» της οδού Πανεπιστημίου.[8]Το καλοκαίρι του1924, όταν οΧαϊλέ Σελασιέ επισκέφθηκε ως αντιβασιλέας της Αιθιοπίαςτην Ελλάδα, η Κοτοπούλη καιο θίασός της επιλέχτηκαν γιατην παράσταση τουΑγαμέμνοναπου δόθηκε προς τιμήν τουστοΗρώδειο.
Στις αρχές του1929η Κοτοπούλη συνέστησε την «Ελευθέραν Σκηνήν», σε συνεργασία μετον χρονογράφο και θεατρικό συγγραφέα Σπύρο Μελάκαιμετη σύμπραξη του γαμπρού της Μήτσου Μυράτ. Η δημιουργία του θιάσου είχε σχεδιαστεί ως αντίβαρο στην επικείμενη σύσταση τουΕθνικού Θεάτρου. Γρήγορα, όμως, οι οικονομικές αποτυχίες ορισμένων επιλογών της «Ελευθέρας Σκηνής» οδήγησαν τον Μελά στην απόφαση να αποχωρήσει από το σχήμα, επιλέγοντας την προώθηση των συμφερόντων του μέσω του Εθνικού.
Μετά τη διάλυση του θιάσου, η Κοτοπούλη, μαζί μεμια ομάδα ηθοποιών, έφυγε τον Οκτώβριο του1930για παραστάσεις στις ΗΠΑ, όπου παρέμεινε μέχρι τον Ιανουάριο του1932.[9]Η επιθυμία της να δημιουργήσει ένα θεατρικό σχήμα πουθα ήταν το αντίπαλο δέος του Εθνικού Θεάτρου πραγματοποιήθηκε όταν επέστρεψε από την Αμερική και έφτιαξε έναν θίασο μετην άλλοτε ανταγωνίστριά της, Κυβέλη, ο οποίος γνώρισε σημαντική επιτυχία.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου η παρουσία της Κοτοπούλη στο θεατρικό σανίδι αραίωσε. Η τελευταία της εμφάνιση πραγματοποιήθηκε το1952, στηνΕρμούπολη της Σύρου.[10]
Η Μαρίκα Κοτοπούλη πέθανε στις 11 Σεπτεμβρίου1954.[11] Κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη την επόμενη του θανάτου της, αφού πρώτα το φέρετρό της εκτέθηκε στη Μητρόπολη σε λαϊκό προσκύνημα.[12]
Στην καριέρα της, η Κοτοπούλη διακρίθηκε ως Ηλέκτρα στηνΟρέστεια, ως Ιφιγένεια και Μαργαρίτα (στοΦάουστ) τουΓκαίτε, ως Ηλέκτρα τουΧόφμανσταλκαι, όσον αφορά στο ελληνικό ρεπερτόριο, ως Φαύσταστην ομώνυμη τραγωδία τουΔημητρίου Βερναρδάκηκαι Θεοδότη στους ΙσαύρουςτουΡαγκαβή.[5] Ξεχωριστή, επίσης, ήταν η ερμηνεία της στηΣτέλλα ΒιολάντητουΞενόπουλουτο καλοκαίρι του 1909 στo θέατρο «Ομονοίας», στέγη της Νέας Σκηνής, όταν ο συγγραφέας εμπιστεύτηκε σ' αυτήν τον πρωταγωνιστικό ρόλο κι όχι στηνΚυβέλη, όπως συνήθιζε.[13] Όσον αφορά στην επιθεώρηση, παρόλο πουη Κοτοπούλη είχε μια σημαντική παρουσία στο είδος στα νεανικά χρόνια της, η ίδια δεν ήθελε νατη συσχετίζουν με αυτήν, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να κάνει το 1918 δήλωση «περί αποτάξεως» αυτού του ιδιαίτερου τύπου θεατρικού έργου.[14]
Εκτός από το θέατρο, η Κοτοπούλη έπαιξε γιαμιακαι μοναδική φορά στον κινηματογράφο, στην ελληνοτουρκική παραγωγή Κακός δρόμος (1933), βασισμένη σε μυθιστόρημα τουΓρ. Ξενόπουλου. Η ταινία γυρίστηκε σε στούντιο της Κωνσταντινούπολης και ήταν συμπαραγωγή με συμμετοχή του συζύγου της Γεώργιου Χέλμηκαιτου Κώστα Θεοδωρίδη, συζύγου της Κυβέλης, η οποία συμπρωταγωνιστούσε στοφιλμ, μαζί μετονΒασίλη Λογοθετίδη. Η ταινία έως σήμερα θεωρείται χαμένη.[15]
Η προσωπική της ζωή υπήρξε θυελλώδης, ιδιαίτερα στα νεανικά της χρόνια. Στην εποχή της κυκλοφορούσε η φήμη πως η Κοτοπούλη είχε ερωτικές σχέσεις καιμε γυναίκες ηθοποιούς, μικρότερες σε ηλικία, προτού αυτές αναδειχτούν.[16] Λίγο έπειτα από την πρόσληψή της στο Βασιλικό Θέατρο, συγκεκριμένα το 1904, σύναψε ερωτικό δεσμό μετον σκηνοθέτη Θωμά Οικονόμου, ο οποίος αναγνώρισε αμέσως το ταλέντο της και βοήθησε στην καθιέρωσή της. Μετά τη σχεδόν ταυτόχρονη αποχώρησή τους από το Βασιλικό (1906), η Κοτοπούλη συμμετείχε στο «Θίασο Θωμά Οικονόμου» στο ελεύθερο θέατρο, ένα συνεργατικό σχήμα μετον θίασο του πατέρα της Δημήτρη. Την επόμενη χρονιά ο δεσμός της μετον Οικονόμου έληξε και, μάλιστα, με άσχημο τρόπο, ενώ η ίδια έφυγε για λίγο στο Παρίσι.[17]
Το 1908, ενώ βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη για περιοδεία, η Κοτοπούλη ερωτεύτηκε τον πολιτικό και στοχαστή Ίωνα Δραγούμη, ο οποίος υπηρετούσε εκεί ως Πρώτος Γραμματέας της Ελληνικής Πρεσβείας καιτον οποίο είχε πρωτοσυναντήσει το 1905 στην Αλεξάνδρεια. Η πολύκροτη σχέση τους, που βάσταξε έως τα τέλη του Ιουλίου του 1920 οπότε και δολοφονήθηκε ο αγαπημένος της από υποστηρικτές τουΒενιζέλου, υπήρξε σκανδαλώδης γιατα δεδομένα της εποχής. Το ζευγάρι από τον Ιούνιο περίπου του 1912 συζούσε, χωρίς την επισημοποίηση ενός γάμου, κάτι που όμως έτσι κι αλλιώς ήταν αδύνατον, λόγω της ταξικής διαφοράς που υπήρχε ανάμεσά τους και της επακόλουθης αντίδρασης της μεγαλοαστικής οικογένειας του Δραγούμη. Την περίοδο πουο τελευταίος βρισκόταν εξόριστος στην Κορσική (1917-19), η Κοτοπούλη είχε γνωρίσει τον θεατρικό επιχειρηματία Γεώργιο Χέλμη, μετον οποίο σύναψε ερωτική σχέση.[18]Τον παντρεύτηκε το 1923 και μοιράστηκε μαζί τουτην υπόλοιπη ζωή της· παιδιά δεν απέκτησαν.
Στις πολιτικές της πεποιθήσεις η Κοτοπούλη ήταν φιλομοναρχική, θεωρώντας πως το παλάτι ήταν θεσμός ιερός. Ωστόσο, οι προσωπικές σχέσεις της δεν καθορίζονταν από αυτήν την επιλογή. Όπως μαρτυρεί, μάλιστα, οΓιάννης Τσαρούχης, κατά τη διάρκεια της Κατοχής προστάτεψε και βοήθησε όσο μπορούσε τους αριστερούς συναδέλφους της, παρεμβαίνοντας υπέρ αυτών στις αρχές, μετο πρόσχημα ότι τους χρειαζόταν κοντά της: «καμουφλάριζε την ανθρωπιά της, μετη δικαιολογία του θεάτρου».[19]
Ήταν εθισμένη στη μορφίνη, γεγονός που ανησυχούσε τον Ίωνα Δραγούμη, ο οποίος προσπαθούσε νατην αποτρέψη από τη χρήση όσο ήταν μαζί της στην Αθήνα.[20]
To 1923η Κοτοπούλη έλαβε το Αριστείον Γραμμάτων και Τεχνών, ενώ το1939 τιμήθηκε γιατην προσφορά της από την Εταιρεία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων.
Το1949, με αφορμή τη (μοναδική) συνεργασία της μετο Εθνικό στο ανέβασμα της Ορέστειας από τονΡοντήρη, οι συνάδελφοι της Κοτοπούλη έλαβαν την πρωτοβουλία και της έδωσαν ειδικό χρυσό μετάλλιο, με χαραγμένη τη μορφή της ως Κλυταιμνήστρας. Μέσα από αυτήν την κίνηση καθιερώθηκε, με πρωτοβουλία της ίδιας, ο θεσμός της απονομής του «Επάθλου Κοτοπούλη» σε αξιόλογες Ελληνίδες ηθοποιούς, ο οποίος όμως ατόνησε τα τελευταία χρόνια. Το1950 της απονεμήθηκε από τονβασιλιά Παύλοτο παράσημο του Ταξιάρχη.[10][21][22]
Το1955 επί Κατσώτα εγκρίνεται η ταφή της Μαρίκας Κοτοπούλη στον χώρο που προορίζεται η ταφή εξεχόντων ανδρώνστοΑ΄ Νεκροταφείο. Ειναι η μοναδική γυναίκα που τάφηκε εκεί. Ο δημοτικός σύμβουλος Σφέτσος εισηγήθηκε την ταφή σε αυτόν τον χώρο επειδή η νεκρή τίμησε την ελληνική τέχνη και επειδή ο σύζυγός της θα έφτιαχνε μαυσωλείο πουθα κοσμούσε το νεκροταφείο.[23]
Στην Αθήνα, στη «Βίλα Κοτοπούλη», το οίκημα που ήταν το γαμήλιο δώρο του Χέλμη προς τη μεγάλη πρωταγωνίστρια,[25] στεγάζεται και λειτουργεί τοΜουσείο Μαρίκας Κοτοπούλη, στην οδό Αλέξανδρου Παναγούλη στον Δήμο Ζωγράφου.
Το 1996, οι εκδόσεις Δωρικός κυκλοφόρησαν το βιογραφικό corpus της Μαρίκας Κοτοπούλη από τον Φρίξο Ηλιάδη.[26]
Το βιβλίο Χρηστουλάκης Χρήστος, Ίων Δραγούμης, Μαρίκα Κοτοπούλητου Χαράλαμπου Παπαλουκά που κυκλοφόρησε το 2019 από τις εκδόσεις Άνθρωποι και Πολιτική περίεχει επιστολές που αντάλλαξαν τα τρία πρόσωπα του τίτλου.[27]
Το τρίγωνο Ίωνος Δραγούμη, Πηνελόπης Δέλτακαι Μαρίκας Κοτοπούλη έχει θέμα το κεφάλαιο "Ο Ίων Δραγούμης, η Πηνελόπη Δέλτα καιη Μαρίκα Κοτοπούλη: Ο Άμλετ, η Κυρία καιη θεατρίνα" στο βιβλίο της Λένας ΔιβάνηΖευγάρια που έγραψαν την ιστορία της Ελλάδας (2020) τωνεκδόσεων Πατάκη.[28]
ΗΝένα Μεντή ενσάρκωσε την Κοτοπούλη στο βιογραφικό θεατρικό έργο "Μαρίκα" σε σενάριο και σκηνοθεσία Πέτρου Ζούλια το 2021 στο θέατρο Χώρα της Κυψέλης.[29]Το κείμενο κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά από τις εκδόσεις Δωδώνη.[30]
Το 2023, ανέβηκε στο θέατρο Άνεσις στηνΑθήναη παράσταση "Το αγρίμι" της Δήμητρας Παπαδήμαμε στοιχεία από τη ζωή της Κοτοπούλη εστιάζοντας στη σχέση της μετονΔραγούμη.[31]Το κείμενο είχε κυκλοφορήσει το 2019 από τις εκδόσεις Εντύποις.[32]
Στις 13 Μαρτίου 2020 προβλήθηκε το πέμπτο επεισόδιο της σειράς ντοκιμαντέρτουCosmote HistoryΖευγάρια που έγραψαν ιστορίαμε τίτλο "Ίων Δραγούμης, Πηνελόπη Δέλτα, Μαρίκα Κοτοπούλη".Η σειρά βασίστηκε στο βιβλίο Ζευγάρια που έγραψαν την ιστορία της Ελλάδας της Λένας Διβάνη.[33]
Αφιέρωμα στηΜαρίκα Κοτοπούλη, ένθετο «Επτά Ημέρες» της εφ. Η Καθημερινή, 19 Ιανουαρίου 2003 (ανακτήθηκε στις 25.06.2015). Περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα κείμενα:
Κουνελάκη, Πέγκυ. Μαρίκα Κοτοπούλη, η κυρά μας η δασκάλα. σελίδες 2–3.
Δεληπέτρου, Ευδοκία. Ζωή γεμάτη πάθος και τέχνη. σελίδες 4–7.
Βραχωρίτης, Σπύρος. Εθνική τραγωδός;. σελίδες 23–25.
Χατζηδάκης, Γιώργος. Η Μαρίκα της επιθεώρησης. σελίδες 26–28.
Γκίνη, Ελένη. Ο παράφορος έρωτας μετον Ίωνα Δραγούμη. σελίδες 29–31.