Ανεγέρθηκε μεταξύ του1540καιτου1543 κατόπιν επιθυμίας τουΠάπα Παύλου Γ΄και αποτέλεσε, έως το1860, το σύμβολο της ποντιφικής εξουσίας επί της αρχαίας πόλης. Η κατασκευή, σχεδιασμένη από τονΑντόνιο ντα Σανγκάλλο τον Νεότερο, ανεγέρθηκε επάνω σε χώρο ο οποίος φιλοξενούσε παλαιότερα τις οικίες της οικογένειας Μπαλιόνι, έπειτα από την εξέγερσή της ενάντια στον Πάπα, ενώ καταλάμβανε το μεγαλύτερο τμήμα του νότου της Περούτζια. Γιατην ανέγερση του φρουρίου χρησιμοποιήθηκαν οικοδομικά υλικά που προέρχονταν από τον παλαιό οικισμό της Σάντα Τζουλιάνα, ο οποίος κατεδαφίστηκε εξ ολοκλήρου μαζί με τις εκκλησίες καιτα μοναστήρια του, ενώ οι οικίες, οι οδοί, οι πύργοι καιοι αυλές τους που βρίσκονταν στην θέση της νέας κατασκευής εντάχθηκαν στην νέα κατασκευή και καλύφθηκαν με οχυρώσεις, αποτελώντας τα υπόγεια του φρουρίου.[3]
Μερικώς κατεστραμμένη το1848, ανακατασκευασμένη το1860 κατόπιν επιθυμίας τουΠάπα Πίου Θ΄, η Ρόκκα κατεδαφίστηκε οριστικά στις δεκαετίες που ακολούθησαν την προσάρτηση της πόλης από τοΒασίλειο της Ιταλίας, προσφέροντας σημαντικό χώρο γιατην ανέγερση αριθμού κτιρίων και οικιών στην διάρκεια του 19ου αιώνα (piazza Italia, via Masi, κήποι Καρντούτσι, viale Indipendenza).
Ως αποτέλεσμα αυτών των εκτεταμένων αυτών αστικών μεταβολών, από την παλαιά Ρόκκα (χωρισμένη σε τρία τμήματα: το Παλάτσο Παπάλε, το"Corridore"καιη"Tenaglia") απέμειναν μονάχα τα υπόγεια του Παλάτζο Παπάλε. Τελικώς, ακόμη κι αυτά τροποποιήθηκαν στα πλαίσια εργασιών γιατην απαλλοτρίωση των ερειπίων το1932, οι οποίες ολοκληρώθηκαν το1965, ανοίγοντας τα υπόγεια στα κοινό υπό την ονομασία "città sotterranea", παρουσιάζοντας μεγάλο ενδιαφέρον για τους επισκέπτες και εξαίρετο κάλλος.
Το1983, τέλος, εντός του φρουρίου σχεδιάστηκε μηχανοποιημένος διάδρομος (κυλιόμενες σκάλες) ο οποίος οδηγεί από την στάση του λεωφορείου, κατά μήκος του εξωτερικού τμήματος των τειχών, μέχρι την ετρουσκική ακρόπολη που βρίσκεται στα υπόγεια του φρουρίου. Σήμερα, οι μεγάλοι και ιδιαίτεροι χώροι του χρησιμοποιούνται, στην διάρκεια της χρονιάς, για διάφορες πολιτισμικού περιεχομένου εκδηλώσεις.[4]
Το φρούριο ήταν χωρισμένο σε τρία τμήματα: το Παλάτσο Παπάλε, τοCorridoreκαιτηνTenagliaη οποία επίέλεπε τα περίχωρα της πόλης της Περούτζια. Ο αρχιτέκτονας είχε, ωστόσο, την ιδέα να εντάξει στα νεοανεγερθέντα τείχη μία χρονολογούμενη από τους ετρουσκικούς χρόνους πύλη, η οποία έγινε γνωστή ως Πόρτα Μάρτζια, η οποία ευρίσκεται έως σήμερα επί της ομώνυμης οδού. Η ανέγερση της Ρόκκα Παολίνα περιελάμβανε την κατεδάφιση περίπου τριακοσίων οικιών (τον εντός των τειχών ευρισκόμενο οικισμό της Σάντα Τζουλιάνα), των παλατιών των Μπαλιόνι - η οικογένεια η οποία ήταν κυρίαρχος δύναμη στην πόλη την εποχή εκείνη καιη οποία είχε ηγηθεί της σε βάρος του Πάπα εξέγερσης - των διάφορων πύργων κι εκκλησιών, συμπεριλαμβανομένης της, χρονολογούμενης από τον 14ο αιώνα, Σάντα Μαρία ντέι Σέρβι, την οποία οι πηγές της εποχής εκείνης ανέφεραν ως την ομορφότερη της πόλης.
Η Ρόκκα Παολίνα μετην επιβλητική μορφή της αποτελούσε έως το 1861 (Ενοποίηση της Ιταλίας) το σύμβολο της Παπικής εξουσίας επί της παλαιάς ελεύθερης πόλης. Μετά την ενοποίηση, η Ρόκκα αποτέλεσε το αντικείμενο σταδιακών εργασιών κατεδάφισης, μετην πρώτη εξ αυτών να λαμβάνει χώρα το 1848, οι οποίες διήρκεσαν έως καιτα τέλη του αιώνα, με αποτέλεσμα τον αφανισμό των τριών προαναφερθέντων τμημάτων του φρουρίου. Μόνον το, χρονολογούμενο από τον 15ο αιώνα, Παλάτσο Παπάλε αντικαταστάθηκε από το σημερινό Παλάτσο ντέλλα Προβίντσια, μετα γειτονικά παλάτια και τους κήπους, καθώς καιτα, χρονολογούμενα από τον 19ο αιώνα, καταλύματα, να ευρίσκονται επί των παλαιών μεσαιωνικών κατασκευών, οι οποίες προϋπήρχαν του φρουρίου. Παραμένοντας θαμμένη και ξεχασμένη για διάστημα αρκετών δεκαετιών, το 1932 ξεκίνησαν εργασίες συντήρησης του εσωτερικού του φρουρίου, οι οποίες ολοκληρώθηκαν το 1965. Από το 1983, η Ρόκκα Παολίνα διασχίζεται από ένα δίκτυο κυλιομένων κλιμάκων το οποίο συνδέει τα υπόγεια καιτην αρχαία ετρουσκική ακρόπολη (Πιάτσα Παρτιτζάνι) μετην επιφάνεια καιτην Πιάτσα Ιτάλια.
Co' baluardi lunghi e i sproni a sghembo!
La pensò Paol terzo una mattina
Tra il latin del messale e quel del Bembo.
— Quel gregge perugino in tra i burroni
Troppo volentier— disse — mi si svia.
Per ammonire, il padre eterno ha i tuoni
O. Gurrieri, "La Rocca Paolina in Perugia - guida illustrata", Azienda Autonoma Turismo, Perugia, 1965
F. Palombaro-P. Camerieri, "Un falso d'autore", ed Provincia di Perugia, 1988.
AA. VV., "La Rocca Paolina di Perugia. Studi e Ricerche", Perugia, Electa Editori Umbri, 1992.
L. Fressoia, "La Rocca Paolina di Perugia", Calzetti & Mariucci Editori, Perugia, 1993.
D. Bonella-A. Brunori, A. Ciliani, La Rocca Paolina - nella storia e nella realtà contemporanea - Visita guidata, Guerra Edizioni, Perugia, 2002 (περιλαμβάνει στο εσωτερικό του μία γραφική αναπαράσταση της χρονολογούμενης από την αναγεννησιακή περίοδο συνοικίας η οποία απαλλοτριώθηκε γιατην ανέγερση της Ρόκκα Παολίνα).
Paolo e Marta Lattaioli, La Rocca Paolina in Perugia - Visita e storia, Fabrizio Fabbri Editore, Perugia, 2004.
F. Palombaro-P. Camerieri, "Progetto e realizzazione della Rocca Paolina di Perugia - una macchina architettonica di Antonio da Sangallo il Giovane", editore Era Nuova, collana Istrice, edizione 2002.