Μετον όρο Σαδδουκαίοι (sedûqîm) εννοείται ένα από τα τρία κύρια ιουδαϊκάπολιτικάκαιθρησκευτικά κινήματα της περιόδου περ. 150 π.Χ.και70 -Εσσαίοι, Φαρισαίοικαι Σαδδουκαίοι. Συντηρητικοί και ελιτιστές ως προς τη φύση τους επιθυμούσαν τη διατήρηση του ιερατικού τους αξιώματος παράλληλα μετην ενσωμάτωση ελληνιστικών στοιχείων στη ζωή τους, κάτι γιατο οποίο συνάντησαν αντιθέσεις εκ μέρους των Φαρισαίων. Μαζί με τους Φαρισαίους διαμόρφωναν το Μεγάλο Σανχεντρίν, ένα είδος ανώτατου ιουδαϊκού δικαστηρίου 71 μελών, κύρια υπευθυνότητα του οποίου ήταν η ερμηνεία κοσμικών και θρησκευτικών νόμων[1]. Καθώς δεν έχουν επιβιώσει δικές τους γραπτές μαρτυρίες, το μεγαλύτερο τμήμα της γνώσης γιατο συγκεκριμένο κίνημα αντλείται από τις γραπτές μαρτυρίες του αντίπαλου κινήματος των Φαρισαίων. Εξαφανίστηκαν από το προσκήνιο κατά τον1ο αιώνα, μετά την καταστροφή του δεύτερου Ναού.
Τοεβραϊκό όνομα Tsdoki, ενισχύει τον ισχυρισμό τους ότι ήταν ακόλουθοι των διδασκαλιών του Αρχιερέα Τσαντόκ, ο οποίος προφέρεται επίσης Ζαντόκ, (Σαδώκεξελληνισμένο) εκείνου που έχρισε τονΣολομώντα βασιλέα κατά την περίοδο του πρώτου Ναού. Ο F. F. Bruce ισχυρίζεται ότι η συγκεκριμένη ερμηνεία είναι μάλλον απίθανη καθώς εισάγονται στην ιστορία ως υποστηρικτές των Ασμοναίων αρχιερέων. Μετη σειρά του υποθέτει ότι το όνομα Σαδουκαίοι (Εβρ. צַדּוּקִים) είναι εξεβραϊσμός της ελληνικής λέξηςσύνδικοι δηλαδή μέλη του συμβουλίου, γεγονός που τους προσδίδει το χαρακτηριστικό γνώρισμα των συμβούλων των Ασμοναίων. Οι ίδιοι, ωστόσο, αυτοπροσδιορίζονταν μετην εβραϊκή λέξη τζαντίκ צַדִּיק, δηλαδή «ενάρετος»[2].
Σύμφωνα μετη ραβινική παράδοση δεν ονομάστηκαν έτσι εξαιτίας του αρχιερέα Ζαντόκ, αλλά ενός άλλου Ζαντόκ -ιερέα πιθανώς- ο οποίος εναντιώθηκε στις διδασκαλίες τουΑντίγονου της Σοκχώθ, αξιωματούχου της Ιουδαίας κατά τον3ο αιώνα Π.Κ.Ε., προκατόχου της ραβινικής παράδοσης και θρυλούμενου ως σχετιζόμενου μετην έναρξη του κινήματος[3].
Οι Σαδδουκαίοι έγιναν κυρίαρχη ιερατική σέκτα κατά τη διάρκεια της ελληνιστικήςκαιρωμαϊκής περιόδου της ιουδαϊκής ιστορίας. Η πολιτική χροιά της σέκτας ήλθε στην επιφάνεια επί αρχιερέα Υρκανού (135-105 Π.Κ.Ε.), ο οποίος φέρεται να προσχώρησε ή να ευνόησε τους Σαδδουκαίους, συνάπτοντας σχέσεις με τους ελληνιστές Ιουδαίους[4]. Υιοθέτησαν τις ελληνιστικές τάσεις των Ασμοναίων πριγκίπων, εναντιούμενοι έντονα για αυτό από τους Φαρισαίους, ή Χωριστικούς[5]. Υπό τονΑριστόβουλο Α' (γιουτου Υρκανού), καιτονΑλέξανδρο Ιανναίο (Jannæus), τον άμεσο διάδοχο του Ιωάννη Υρκανού, η δύναμη των Σαδδουκαίων έφτασε στο απόγειό της. Παρά το γεγονός ότι η σέκτα των Φαρισαίων ευνοήθηκε επί βασιλείας Αλεξάνδρας Σαλώμης (76-67 Π.Κ.Ε.), οι Σαδδουκαίοι ξανακέρδισαν τη δύναμη καιτην επιρροή τους υπό τη βασιλεία τουΑριστόβουλου Β' (69-63 Π.Κ.Ε.), τον οποίο μάλιστα υποστήριξαν στις συγκρούσεις τουμετονΥρκανό Β'και τους Ρωμαίους.
Μετά την κατάκτηση της Ιερουσαλήμκαιτην εκτέλεση αρκετών αρχηγών της κάστας από τονΠομπήιοκαι παρά το γεγονός ότι διατήρησαν την ιερατική τους ιδιότητα, η επίδρασή τους στα πολιτικά πράγματα μειώθηκε δραματικά, όχι μόνο εξαιτίας της πολιτικής του Ηρώδη του Ιδουμαίου στην καταγωγή, αλλά και εξαιτίας της πολιτικής των ρωμαίων επάρχων, που διόριζαν και έδιωχναν τους αρχιερείς κατά βούληση. Η ωφελιμιστική πρακτική των Σαδδουκαίων να προσδένονται στο άρμα των δυνατών από τη μία καιη πατριωτική πολιτική των Φαρισαίων, από την άλλη, ευνόησε τη φαρισαϊκή σέκτα καιτη χωριστική της πολιτική. Της προσέδωσε μεγάλη πολιτική και καθοδηγητική δύναμη σε βάθος, εκμηδενίζοντας παράλληλα τη δύναμη καιτον λόγο ύπαρξης των Σαδδουκαίων[6].
Εξαιτίας της έλλειψης, ακόμη και της προέλευσης των πηγών, δεν είναι δυνατή η συστηματική παράθεση των ιδεών των Σαδδουκαίων.
Απ' ό,τι φαίνεται ωστόσο η θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στους Σαδδουκαίους και τους Φαρισαίους είναι η ερμηνεία του μωσαϊκού νόμου. Οι Σαδδουκαίοι δίδασκαν πως ο μόνος δρόμος για αληθώς ευσεβή συμπεριφορά ήταν η ζωή σύμφωνα με τις εντολές του γραπτού Νόμου και απέρριπταν τους φαρισαϊκούς νόμους ως μη καταγεγραμμένους στους νόμους του Μωυσή[7]. Οι Φαρισαίοι από την άλλη δίδασκαν ότι ο γραπτός Νόμος δόθηκε στους Ιουδαίους και ότι ήταν ελεύθεροι νατον ερμηνεύουν στο διηνεκές της αλλαγής του κόσμου από εποχής Μωυσέως. Συνεπώς η γραπτή Τορά όφειλε να συμπληρωθεί με μία προφορική Τορά, την ερμηνεία του γραπτού Νόμου από τους φαρισαίους ραββίνους, γεγονός πουοι Σαδδουκαίοι θεωρούσαν σχεδόν βλασφημία[8].
Σε ραββινικά κείμενα κυρίως υπάρχουν συζητήσεις για τις διαφορές Σαδδουκαίων και Φαρισαίων, καθώς οι χριστιανοί συγγραφείς φαίνεται να γνωρίζουν πολύ λίγα πράγματα για τις διαφορές αυτών των δύο κινημάτων. Τα πρωιμότερα κείμενα είναι ηΜισνά[9]καιηΤοσεφτά[10]. ΗΜισνά, που εκδόθηκε περί το220, περιέχει αρκετά εδάφια, στα οποία οι Σαδδουκαίοι διαφωνούν με τους Φαρισαίους κυρίως σε θέματα αγνότητας. Ζητήματα αγνότητας εξετάζονται καιστηνΤοσεφτάπου εκδόθηκε περί το250. Ωστόσο, αρκετοί ερευνητές θεωρούν πως βασική διαφορά ανάμεσα στους Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους υπήρξε η απόρριψη εκ μέρους τους του προφορικού νόμου καιοι κυριολεκτικές ερμηνείες του Νόμου[11].
Αναφορές για διαφορές μεταξύ Σαδδουκαίων και Φαρισαίων υπάρχουν επίσης σε τρεις πρώιμες μιντρασικές (ερμηνευτικές) συλλογές
[12]. Ειδικότερα, σε ερμηνευτικό κείμενο (μιντράς) γιατο βιβλίο των Αριθμών που εκδόθηκε στο δεύτερο μισό του3ου αιώνακαι αναφέρεται στην περιφρόνηση των Σαδδουκαίων γιατην ερμηνεία των φαρισαίων ραββί στοΓΧΒΧ. Σε άλλο ερμηνευτικό κείμενο τουΔευτερονόμιου παραδίδεται μια ιστορία για σαδδουκαίο αρχιερέα, ο οποίος δεν έκαψε θυμίαμα την Ημέρα της Εξιλέωσης. Το βαβυλωνιακό Ταλμούδ επίσης περιέχει αναφορές για τους Σαδδουκαίους, ωστόσο εξαιτίας της εκτεταμένης λογοκρισίας που έχει υποστεί το παρόν έργο, oι αναφορές θεωρούνται αναξιόπιστες, καθώς η λέξη Σαδδουκαίος χρησιμοποιείται συχνά για αναφορές σε εθνικούς ή αιρετικούς[13].
Σε ό,τι αφορά στην κατηγορία της ελληνοποίησηςκαι της διεκδίκησης πατριωτικού λόγου εκ μέρους των Φαρισαίων, το πρόβλημα της αξιοπιστίας των πηγών αντανακλάται εν μέρει στο γεγονός ότι οι απόψεις των ιστορικών διίστανται. Για παράδειγμα οι S. Baron[14]και W. R. Farmer[15] θεωρούν ότι οι Σαδδουκαίοι ήταν ιδιαίτερα εξελληνισμένοι, ενώ ο A.C. Sundberg[16]παραδίδει το ίδιο εξελληνισμένους τους Φαρισαίους με τους Σαδδουκαίους, θεωρώντας τους Σαδδουκαίους μάλιστα ως το πλέον εθνικιστικό κίνημα στην Ιουδαία. Η προβληματική των πηγών, ωστόσο, δε μας επιτρέπει επί του παρόντος ξεκάθαρη άποψη επί του θέματος[17].
Γενικά πάντως από τα κείμενα της Αγίας Γραφής οι Σαδδουκαίοι φέρονταν να ήταν προσκολλημένοι στο "γράμμα" του Νόμου, παραμελώντας την προφητική διδασκαλία, απορρίπτοντας την παράδοση καιμη αποδεχόμενοι την αθανασία της ψυχής καιτην ανάσταση των νεκρών. Πίστευαν όμως στη Θεία Πρόνοια καιστην ελευθερία της βούλησης, θεωρώντας τη Θρησκεία ως μέσον αλλά όχι ως σκοπό. Παρά ταύτα απέδιδαν ιδιαίτερη σημασία στη τυπολατρία των ιεροτελεστιών, εκείνων που ακολουθούσαν, θέτοντας ως κύριο σκοπό της ζωής τους την "ευζωία" και τις διασκεδάσεις.
↑Bruce F. F. 1969, New Testament History. Doubleday, Garden City, New York, 74. Βέβαια θα πρέπει εδώ να εντοπίσουμε ότι απλώς ο συγγραφέας συμπλέει μετην άποψη εκκλησιαστικών πατέρων π.χ. του Επιφάνιου (Αιρ.. 1.14). Η σύγχρονη άποψη συνδέει τους Σαδδουκαίους μετο Ζαντόκ.
↑Κατόπιν ψευδούς καταμαρτύρησης του Ιούδα υιού του Γεδιδίμ (Judah ben Gedidim) μέλους του Σανχεντρίν ότι δεν μπορούσε να γίνει αρχιερέας ως υιός αιχμάλωτης, ο Υρκανός προσχώρησε στους Σαδδουκαίους, ανέστειλε όλους τους φαρισαϊκούς νόμους και επέβαλε ως ερμηνεία του Νόμου τις στερεότυπες κατά γράμμα ερμηνείες των Σαδδουκαίων. Βλ. επίσης Richard Gottheil - Meyer Kayserling, «HYRCANUS, JOHN (JOHANAN) I» στοJewish Encyclopedia, ανάκτηση 16 Οκτωβρίου, 2008
↑Driscoll, J.F. (1912). «Sadducees», στοThe Catholic Encyclopedia.Robert Appleton Company, New York, ανάκτηση 16 Οκτωβρίου, 2008 από New Advent: http://www.newadvent.org/cathen/13323a.htm
↑Βλ. Ιώσηπος Φλάβιος, Ιουδ. Αρχ.. 13 §297, καιΙουδ. Αρχ. 18 §17 όπου αναφέρει ότι οι Σαδδουκαίοι δεν τηρούσαν τίποτε άλλο από τον Νόμο.
↑Η Μισνάχ ή Μισνά (משנה, "επανάληψη", από το ρήμα shanah שנה, ή "μελετώ και αναθεωρώ") είναι μείζον έργο της ραββινικής λογοτεχνίας και ταυτόχρονα η πρώτη μεγάλη παράδοση σε γραπτή μορφή των ιουδαϊκών προφορικών παραδόσεων γνωστών ως προφορική Τορά.