Τοσολδίο, ιταλ.: soldo, ήταν ένα ιταλικό μεσαιωνικό αργυρό νόμισμα, που εκδόθηκε για πρώτη φορά στα τέλη του 12ουαι. στοΜιλάνο από τονΕρρίκο ΣΤ΄ της Γερμανίας. [1]Το όνομα προέρχεται από το ύστερο-ρωμαϊκό νόμισμα σόλιδος (solidus). [2]
Γρήγορα έγινε ευρέως διαδεδομένο στην Ιταλία, όπου κόπηκε στηΓένοβα, τηΜπολόνιακαι πολλές άλλες πόλεις. ΣτηΒενετίατο σολδίο κόπηκε από τονΦραντσέσκο Ντάντολο (δόγης 1329-39) και μετά, και παρέμεινε σε χρήση και έπειτα από τη διάλυση της Δημοκρατίας το 1797 και κατά τη διάρκεια της Αυστριακής κατοχής, μέχρι το 1862. Τον 14οαι. στηΦλωρεντία, ένα σολδίο είχε ισοτιμία μετο1⁄20 μίας λίραςκαι 12 δηνάρια. [3]
Καθώς περνούσε ο καιρός, τοσολδίο άρχισε να κατασκευάζεται σε κράμα αργύρου-χαλκού (billon) και, από τον 18οαι., σεχαλκό. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας τουΛεοπόλδου Β΄ μεγάλου δούκα της Τοσκάνης (19ος αι.), άξιζε τρία κουατρίνι. Η Ναπολεόντεια μεταρρύθμιση της Ιταλικής νομισματοκοπίας (αρχές 19ουαι.) το έκανε να αξίζει 5 λεπτά (cents), ενώ χρειαζόταν 20 σολδία γιανα σχηματιστεί μία λίρα.
Ο όρος, που χρησιμοποιήθηκε στους μεσαιωνικούς χρόνους γιανα δηλώσει την αμοιβή των στρατιωτών, έγινε συνώνυμός τους τόσο στα ιταλικά όσο καισταγερμανικά (ως sold, ο μισθός ενός στρατιώτη).