χαλυβουργία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ηいーた χαλυβουργίαあるふぁ οおみくろんιいおた χαλυβουργίες
      γενική της χαλυβουργίας τたうωおめがνにゅー χαλυβουργιών
    αιτιατική τたうηいーた χαλυβουργίαあるふぁ τις χαλυβουργίες
     κλητική χαλυβουργίαあるふぁ χαλυβουργίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
χαλυβουργία < χάλυβας + -ουργία (< έργο)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

χαλυβουργία θηλυκό

  1. οおみくろん κλάδος της βιομηχανίας πぱいοおみくろんυうぷしろん ασχολείται μみゅーεいぷしろん τたうηいーたνにゅー επεξεργασία τたうοおみくろんυうぷしろん χάλυβα
  2. μみゅーιいおたαあるふぁ βιομηχανική μονάδα πぱいοおみくろんυうぷしろん ανήκει σしぐまτたうοおみくろんνにゅー κλάδο αυτό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]