Punkt

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση
Δείτε επίσης: punkt

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Punkt (de) αρσενικό

  1. τたうοおみくろん σημείο
  2. ηいーた τελεία

Σύνθετα

[επεξεργασία]