abordeur
Μετάβαση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Δ Φ Α : /a.bɔʁ.dœːʁ/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
abordeur | abordeurs |
abordeur (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
abordeur | abordeurs |
abordeur (fr) αρσενικό