administration
Μετάβαση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
administration | administrations |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- administration < λατινική administratio
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]administration (en)
η διοίκηση
Συγγενικά
[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
administration | administrations |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- administration < λατινική administratio
Προφορά
[επεξεργασία]Δ Φ Α : /ad.mi.nis.tʁa.sjɔ̃/- ⓘ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]administration (fr) θηλυκό
η διοίκηση
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε
τ η λέξη administrer
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από
τ α λατινικά (αγγλικά) - Λήμματα
μ ε ήχοσ τ η ν προφορά (αμερικανικά αγγλικά) - Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από
τ α λατινικά (γαλλικά) - Λήμματα
μ ε προφοράΔ Φ Α (γαλλικά) - Λήμματα
μ ε ήχοσ τ η ν προφορά (γαλλικά) - Γαλλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γαλλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)