aerial

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]

aerial (en)

  1. αέρινος
  2. εναέριος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

aerial (en)

  • κεραία μετάδοσης ή λήψης σημάτων