alfabeto
Μετάβαση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | alfabeto | alfabetoj |
αιτιατική | alfabeton | alfabetojn |
alfabeto (eo)
τ ο αλφάβητο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | alfabeto | alfabetoj |
αιτιατική | alfabeton | alfabetojn |
alfabeto (eo)