arch

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση
Δείτε επίσης: arch-
      ενικός         πληθυντικός  
arch arches

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

arch (en)

arch (en)

  • κυρτώνω, δίνω τたうοおみくろん σχήμα ανεστραμμένου U