bédé
Μετάβαση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- bédé < B.D.
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
bédé | bédés |
bédé (fr) θηλυκό
- → δείτε
τ η λέξη bande dessinée
ενικός | πληθυντικός |
bédé | bédés |
bédé (fr) θηλυκό