best
Μετάβαση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- best < (κληρονομημένο) αγγλοσαξονική betst, betest < κληρονομημένο από
τ η ν πρωτογερμανικήτ ο επίθετο: υπερθετικός βαθμόςτ ο υ goodτ ο επίρρρημα: υπερθετικός βαθμόςτ ο υ well
Επίθετο
[επεξεργασία]best (en)
Παράγωγα
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]best (en)
Ρήμα
[επεξεργασία]ενεστώτας | best |
γ΄ ενικό ενεστώτα | bests |
αόριστος | bested |
παθητική μετοχή | bested |
ενεργητική μετοχή | besting |
best (en)
Πηγές
[επεξεργασία]- best - lexico.com. Συνεργασία
τ ω ν Dictionary.com & Oxford University Press, μονόγλωσσο αγγλικό λεξικό © 2019-2022
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από
τ α αγγλοσαξονικά (αγγλικά) - Προέλευση λέξεων από
τ α αγγλοσαξονικά (αγγλικά) - Κληρονομημένες λέξεις από
τ η ν πρωτογερμανική (αγγλικά) - Προέλευση λέξεων από
τ η ν πρωτογερμανική (αγγλικά) - Επίθετα υπερθετικού βαθμού (αγγλικά)
- Επιρρήματα υπερθετικού βαθμού (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Επίθετα (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Επιρρήματα (αγγλικά)
- Ρήματα (αγγλικά)
- Ρήματα
π ο υ κλίνονται όπωςτ ο 'ask' (αγγλικά)