bouc

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔでるたΦふぁいΑあるふぁ : /buk/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
bouc boucs

bouc (fr) αρσενικό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]