corrida
Μετάβαση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
corrida | corridas |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]corrida (fr) θηλυκό
η ταυρομαχία- (μεταφορικά)
η ανακατωσούρα,η βαβούρα
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
corrida | corridas |
corrida (pt) θηλυκό