dauphin

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση
Δείτε επίσης: Dauphin

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
dauphin < daufin < δημώδης λατινική dalfinus

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
dauphin dauphins

dauphin (fr) αρσενικό

  1. (ζωολογία) τたうοおみくろん δελφίνι
  2. αστρονομία → δείτε τたうηいーた λέξη  Dauphin

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
dauphin < Dauphiné

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό dauphin dauphins
θηλυκό dauphine dauphines

dauphin (fr) αρσενικό

  1. οおみくろん δελφίνος, αυτός πぱいοおみくろんυうぷしろん προβλέπεται νにゅーαあるふぁ γίνει βασιλιάς της Γαλλίας
  2. οおみくろん δελφίνος, αυτός πぱいοおみくろんυうぷしろん προβλέπεται νにゅーαあるふぁ γίνει διάδοχος ενός αρχηγού κράτους ή κάποιας μεγάλης προσωπικότητας