dei

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

dei (it) αρσενικό



Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

dei (la) αρσενικό

  1. γενική ενικού τたうοおみくろんυうぷしろん deus
  2. ονομαστική κかっぱαあるふぁιいおた κλητική πληθυντικού τたうοおみくろんυうぷしろん deus