doodle
Μετάβαση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]doodle (en)
- αφηρημένο σκίτσο
π ο υ σχεδιάζουμε ασυνείδητα (συνήθως χωρίς κεντρικό πλάνο) όταν συνομιλούμεσ τ ο τηλέφωνο ή όταν μιλά καθηγητής - κακογραφώ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]doodle (en)