durée

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔでるたΦふぁいΑあるふぁ : /dy.ʁe/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
durée durées

durée (fr) θηλυκό