Λειψία
Μετάβαση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | Λειψί |
Λειψίες | ||
γενική | της | Λειψίας | ||
αιτιατική | Λειψί |
τις | Λειψίες | |
κλητική | Λειψί |
Λειψίες | ||
Συνήθως | ||||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Λειψία θηλυκό
η μεγαλύτερη πόλητ ο υ ομόσπονδου κράτους της Σαξονίαςσ τ η Γερμανία
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
Λειψία
σ τ η Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά
π ο υ κλίνονται όπωςτ ο 'σοφία' (νέα ελληνικά) - Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από
τ α γερμανικά (νέα ελληνικά) - Προέλευση λέξεων από σλαβικές γλώσσες (νέα ελληνικά)
- Λήμματα
μ ε προφοράΔ Φ Α (νέα ελληνικά) - Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Πόλεις της Γερμανίας (νέα ελληνικά)
- Πόλεις (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Γερμανίας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)