ghetto

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔでるたΦふぁいΑあるふぁ : /ˈɡet.əʊ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ghetto (en)


Προφορά

[επεξεργασία]
ΔでるたΦふぁいΑあるふぁ : /ɡɛ.to/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
ghetto ghettos

ghetto (fr) αρσενικό