guidon
Μετάβαση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
guidon | guidons |
guidon (fr) αρσενικό
τ ο τιμόνι (τ ο υ ποδηλάτου, της μοτοσικλέτας, ...)
ενικός | πληθυντικός |
guidon | guidons |
guidon (fr) αρσενικό