halva

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔでるたΦふぁいΑあるふぁ : /ʔal.va/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
halva halvas

halva (fr) αρσενικό