higher

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
higher < high + -er συγκριτικό

Επίθετο

[επεξεργασία]

higher (en)

Επίρρημα

[επεξεργασία]

higher (en)