impact
Μετάβαση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- impact < λατινική impactus < inpingo < pango < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *peh₂g-
Προφορά
[επεξεργασία]Δ Φ Α : /ˈɪm.pækt/ (ουσιαστικό)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
impact | impacts |
impact (en) (μετρήσιμο
η επίδραση,η επίπτωση,ο αντίκτυπος- ↪ the impact of new ideas on young people -
η επίδρασητ ω ν νέων ιδεώνσ τ η νεολαία - ↪ All this hard work is starting to have an impact on his health.
- Όλη αυτή
η σκληρή δουλειά αρχίζειν α έχει επίδρασησ τ η ν υγείατ ο υ .
- Όλη αυτή
- ↪ What impact will this have on our relationship?
Τ ι επίπτωσηθ α έχει αυτόσ τ η σχέση μας;
- ↪ This will have a far-reaching impact.
- Αυτό
θ α έχει σοβαρότατο αντίκτυπο.
- Αυτό
- ≈ συνώνυμα: → δείτε
τ η λέξη effect
- ↪ the impact of new ideas on young people -
η κρούση,η πρόσκρουση- ↪ The impact was tremendous.
Η κρούση ήταν τρομερή.
- ↪ The airplane crashed on impact with the ground.
Τ ο αεροπλάνο κατάτ η ν πρόσκρουσήτ ο υ σ τ ο έδαφος συντρίφτηκε.
- ↪ The impact was tremendous.
Ρήμα
[επεξεργασία]ενεστώτας | impact |
γ΄ ενικό ενεστώτα | impacts |
αόριστος | impacted |
παθητική μετοχή | impacted |
ενεργητική μετοχή | impacting |
impact (en)
Πηγές
[επεξεργασία]- impact (noun) - Oxford Learner's Dictionaries
- impact (verb) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press.
σ ε λ . 321. ISBN 9780194325684., λήμμα: επίδραση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- impact < λατινική impactus < inpingo < pango < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *peh₂g-
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
impact | impacts |
impact (fr) αρσενικό
τ ο πλήγμα,τ ο κρούσμα,η κρούσηη επίδραση- o αντίκτυπος
Συγγενικά
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από
τ α λατινικά (αγγλικά) - Λήμματα
μ ε προφοράΔ Φ Α (αγγλικά) - Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Ρήματα (αγγλικά)
- Ρήματα
π ο υ κλίνονται όπωςτ ο 'ask' (αγγλικά) - Προέλευση λέξεων από
τ α λατινικά (γαλλικά) - Λήμματα
μ ε προφοράΔ Φ Α (γαλλικά) - Γαλλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γαλλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)