lasta
Μετάβαση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | lasta | lastaj |
αιτιατική | lastan | lastajn |
lasta (eo)
Ίντο (io)
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]lasta (io)
Σερβικά (sr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]lasta (sr)
- λατινική γραφή
τ ο υ ласта