lavable

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
lavable lavables

Επίθετο

[επεξεργασία]

lavable (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  • πぱいοおみくろんυうぷしろん μπορεί νにゅーαあるふぁ πλυθεί

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]
  • → δείτε τたうηいーた λέξη laver