manga

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

manga ιαπωνική 漫画まんが (manga)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔでるたΦふぁいΑあるふぁ : /mɑ̃.ɡa/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
manga mangas

manga (fr) αρσενικό

  1. τたうοおみくろん μάνγκα

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
ενικός πληθυντικός
manga mangas

manga (pt) θηλυκό

  1. τたうοおみくろん μανίκι
  2. τたうοおみくろん μάνγκο

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

manga (tr)

Συγγενικά

[επεξεργασία]