mon-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
mon- < αγγλική money, γαλλική monnaie, ισπανική moneda, ...

mon- (eo)

  • ρίζα λέξεων πぱいοおみくろんυうぷしろん σχετίζονται μみゅーεいぷしろん τたうηいーたνにゅー έννοια: χρήμα

Παράγωγα

[επεξεργασία]