nokta
Μετάβαση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | nokta | noktaj |
αιτιατική | noktan | noktajn |
nokta (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | nokta | noktaj |
αιτιατική | noktan | noktajn |
nokta (eo)