odds

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

odds (en) μόνο σしぐまτたうοおみくろんνにゅー πληθυντικό

  1. (συνήθως the odds) ηいーた πιθανότητα, οおみくろん βαθμός σしぐまτたうοおみくろんνにゅー οποίο είναι πιθανό νにゅーαあるふぁ συμβεί κάτι
    The odds are in our favor/against us.
    Οおみくろんιいおた πιθανότητες είναι υπέρ/εναντίον μας.
    The odds are we win.
    Ηいーた πιθανότητα είναι ότι θしーたαあるふぁ κερδίσουμε.
    What are the odds?
    Τたうιいおた πιθανότητες υπάρχουν;
  2. ηいーた πιθανότητα, ηいーた δύναμη, κάτι πぱいοおみくろんυうぷしろん κάνει νにゅーαあるふぁ φαίνεται αδύνατο νにゅーαあるふぁ γίνει ή νにゅーαあるふぁ επιτευχθεί κάτι
    I am fight against heavy odds.
    Αγωνίζομαι εναντίον πολύ υπέρτερων δυνάμεων.
  3. γがんまιいおたαあるふぁ στοίχημα, ηいーた σύνδεση μεταξύ δύο αριθμών πぱいοおみくろんυうぷしろん δείχνει πόσα χρήματα θしーたαあるふぁ λάβει κάποιος εάν κερδίσει ένα στοίχημα
    The odds are ten to one.
    Τたうοおみくろん στοίχημα είναι δέκα προς ένα.
    I’ll put/lay odds at 20 to 1 that…
    Θしーたαあるふぁ στοιχηματίσω 20 προς 1 ότι…
    long/short odds - μεγάλη/μικρή διαφορά σしぐまεいぷしろん στοίχημα

Εκφράσεις

[επεξεργασία]