outono

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

outono (pt) αρσενικό

Σημειώσεις

[επεξεργασία]
Σしぐまτたうαあるふぁ γαλικιανά, οおみくろんιいおた εποχές γράφονται συνήθως μみゅーεいぷしろん μικρό αρχικό.

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

primavera, verán, outono, inverno

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

outono (pt) αρσενικό

Σημειώσεις

[επεξεργασία]
Σしぐまτたうαあるふぁ πορτογαλικά, οおみくろんιいおた εποχές γράφονται συνήθως μみゅーεいぷしろん μικρό αρχικό.

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

primavera, verão, outono, inverno