perplexe

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
perplexe perplexes

Επίθετο

[επεξεργασία]

perplexe (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]