plafond
Μετάβαση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
plafond | plafonds |
plafond (fr) αρσενικό
τ ο ταβάνι
Συγγενικά
[επεξεργασία]
Ολλανδικά (nl)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]plafond (nl) ουδέτερο
τ ο ταβάνι